Τετάρτη 25 Μαΐου 2022

ΤΗΝ ΕΒΑΛΕ ΣΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙ ΜΟΥ I

Με λένε Αιμίλιο κι είμαι 45 χρονών. Είμαι παντρεμένος 22 χρόνια με την Σύλβια που είναι δυο χρόνια μικρότερη μου. Παντρευτήκαμε μικροί κι έχουμε ένα γιο 20 χρονών που είναι φοιτητής στην Ρουμανία. Η ζωή μας είναι φυσιολογική με όλα αυτά που συμβαίνουν στις ελληνικές οικογένειες. Έτσι τουλάχιστον πίστευα πριν τέσσερεις μήνες. Σεξουαλικά είχαμε πολύ θερμή σχέση πάντα αλλά μετά που έφυγε για σπουδές ο γιος μας η επιθυμία μας έγινε πυρκαγιά. Από το κρεβάτι περνούσαν κάθε είδους αρσενικά και θηλυκά, γνωστά η άγνωστα σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς που μας συντρόφευαν στις ατέλειωτες καύλες που είχαμε. Όλα στην φαντασία μας όμως. Ποτέ όμως δεν ειπώθηκε ή εκφράστηκε η επιθυμία να γίνουν πραγματικότητα κάποια από αυτά τα όνειρα και αυτές τις ιστορίες. Μας άρεσε η φραστική πρόκληση έστω και οριακή αλλά μέχρι εκεί. Η πράξη έλειπε, δεν ήταν απαραίτητη παρά μόνο μεταξύ μας. Να φανταστείτε η πιο ακραία πράξη ήταν όταν  τον χειμώνα  μια μέρα που έβρεχε πολύ, η γυναίκα μου ντυμένη με μίνι φούστα και μπότες με είχε τρελάνει. Εδώ πρέπει να πω ότι η γυναίκα μου είναι μια 43χρονη μουνάρα. Λυγερόκορμη, αεικίνητη, αεράτη και με φοβερά πιασίματα ιδιαίτερα κώλο και βυζιά. Της άρεσε και μου άρεσε να τη βλέπουν άλλοι άντρες με κάβλα στα μάτια και οι γυναίκες με ζήλια. Είχαμε πάει σε ένα κλαμπ. Καθίσαμε στο τραπέζι κι αυτή κρυφά έβαλε το χέρι της από κάτω και μου τον χάιδευε. Όταν φύγαμε πήγαμε για βόλτα σε ένα απόμερο πάρκινγκ στη Βούλα. Εκεί βλέποντας τον ουρανό να είναι βροχερός αφού έπεφτε βροχή έξω μου έβγαλε εντελώς το παντελόνι και ακούγοντας slow μουσική μου πήρε την πιο αισθησιακή αργή πίπα. Όταν ένοιωσε ότι θα έχυνα τον έβαλε όλο στο στόμα και με το ένα χέρι μου έσφιξε τα αρχίδια. Βόγκαγα τόσο πολύ που έχυσα τεράστια ποσότητα σπέρματος... Δεν περίμενα να έχυνα τόσο πολύ... Όταν τελείωσα συνέχισε για λίγο  ακόμα γιατί ήθελε να με κάνει να καυλώσω πάλι... 
Μετά ξάπλωσε στο αμάξι σήκωσε την μίνι φούστα, έβγαλε το στρινγκάκι κι μου ζήτησε να την γλύψω αργά ενώ ερχόταν και πάνω όπου από το ανοικτό πουκάμισο έβγαιναν οι ρόγες της. Της έβαζα αργά ένα δάκτυλο στον κώλο κι ένα στο μουνάκι ενώ η γλώσσα μου σέρφαρε ανάμεσα στις τρύπες της. Ήρθε σε οργασμό ήταν τόσο όμορφα. Μετά όπως ήμουνα ξαπλωμένος στα καθίσματα, μου φόρεσε προφυλακτικό κι ήρθε και κάθισε απάνω μου... Κουνιόταν με κλειστά μάτια για να μην χάσει την μαγική αίσθηση που ένιωθε με την υγρή ζεστή γλώσσα μου να ρουφά και να γλύφει τις ρώγες της και το σκληρό πούτσο μου βαθιά μέσα στο μουνί της και το δάκτυλο μου να είναι χωμένο στον κώλο της και να μπαινοβγαίνει πολύ, πολύ αργά. Έβλεπα την βροχή να πέφτει πάνω στο τζάμια του αμαξιού και την οπτασία της μες το λιγοστό φως να λικνίζεται πάνω μου κι ήταν τέλεια. Έχυσα δυο φορές κι αυτή είχε δύο τουλάχιστον φανερούς οργασμούς και δεν ξέρω πόσους μικρότερους. Έπεσε πάνω μου κι όταν μετά από λίγο οι ανάσες μα συνήλθαν ντυθήκαμε και φύγαμε. Αυτή ήταν η πιο extreme εμπειρία εκτός σπιτιού που είχαμε.
Με την Σύλβια παρά τα τόσα χρόνια σεξ αισθανόμουνα μια απίθανη έλξη, ένα αφάνταστο ερεθισμό κι  άφθονη ηδονή λες και κάθε φορά πίναμε το ποτήρι μέχρι τον πάτο. Αυτό πιστεύω ότι οφείλεται γιατί τα βήματα ανακάλυψης των ερωτικών μας ευαισθησιών και προτιμήσεων τα κάναμε από κοινού αφού είμαστε μαζί από μικροί κι αναγκαστήκαμε να παντρευτούμε και να ζήσουμε μόνοι όταν την Σύλβια την έδιωξαν από το σπίτι μόλις έμαθαν πως είχε σχέση μαζί μου. Η γυναίκα μου προέρχεται από οικογένεια που ο πατέρας είναι ο αφέντης κι η μάνα ο δεσμοφύλακας των επιταγών του. Υπάρχει και μια αδελφή 2 χρόνια μικρότερη. Ο πατέρας σκληρός άνθρωπος, πουριτανός, που αδυνατεί να καταλάβει την εποχή του, ζει δυο αιώνες πίσω και θέλει να εξουσιάζει τους πάντες γύρω του αυταρχικά. 
Φύγαμε, παντρευτήκαμε με δανεικά, φτιάξαμε όμως την ζωή μας μόνοι μας. Όταν αργότερα με την γέννηση του γιου μας και τις χαρές της νηπιακής του ηλικίας τα πεθερικά μου ξαναζέσταναν την σχέση μαζί μας εγώ τους κράτησα σε απόσταση. Ευτυχώς κι η γυναίκα μου κατάλαβε ότι πρέπει να μην τους αφήσουμε να χώσουνε την μύτη τους στην ζωή μας γιατί θα χαλάσουνε το σπίτι μας. Μακριά κι αγαπημένοι που λέει κι η παροιμία. Η Σύλβια βέβαια είχε περισσότερες επαφές γιατί ήταν κι η αδελφή της η Αγνή που ζούσε μαζί τους ακόμα κι όταν παντρεύτηκε. 
Η Αγνή φαινόταν ένα άβουλο πλάσμα που την καταδυνάστευαν απόλυτα οι γονείς της κι αργότερα ο άντρας της. Ντυνότανε και συμπεριφερότανε όπως θέλανε εκείνοι. Ο άντρας που της βρήκανε ήταν κι αυτός άβουλος και δεχόταν αδιαμαρτύρητα την εξουσία των πεθερικών του. Καλό ανθρωπάκι δε λέω αλλά άφηνε να τον τσαλαπατάνε. Με το μπατζανάκη μου τον Μίλτο είχα και πιο πολλές επαφές μιας κι οι δουλειές μας που και που συναντιότανε. Τα λέγαμε καμιά φορά είτε στο τηλέφωνο, είτε πίνοντας κανά καφέ σε ένα καφέμπαρ πίσω από το Αρσάκειο. Προσπάθησα πολλές φορές να τον ξυπνήσω, να τον τσιγκλήσω και να τον κάνω να αντιδράσει αλλά αυτός τίποτα. Ο  "μπαμπάς" η "μαμά" και πόσο καλοί άνθρωποι είναι μου ’λεγε συνέχεια. Άμα ο άνθρωπος θέλει να είναι μαλάκας δεν τον ξυπνάς με τίποτα. 
Όταν έμαθα ότι χωρίζουνε έπεσα από τα σύννεφα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ρωτούσα και ξαναρωτούσα την Σύλβια για να βεβαιωθώ. Όταν ρώτησα τον λόγο μου είπε η δικιά μου ότι είναι κοινή απόφαση κι ότι δεν ξέρει τίποτα άλλο. 
-"Ρε λες μπας και την κεράτωσε;" αλλά η Σύλβια σήκωσε τους ώμους δηλώνοντας άγνοια "ρε μπας κι ο μπατζανάκης μου την είδε αλλιώς τώρα και γουστάρει άντρα;" Ξαναρώτησα
-"Α!! να χαθείς παλιοπονηρέ" μου είπε η Σύλβια, ψευτοθυμωμένα, ψευτονιαζιάρικα κι έκοψε την συζήτηση.
Πήρα τηλέφωνο τον Μίλτο που μου επιβεβαίωσε την είδηση αλλα μου είπε ότι δεν μπορεί να μου πει τώρα κι θα μάθω τους λόγους αργότερα.
Οι μέρες κι οι βδομάδες περνούσαν κι η γυναίκα μου ασχολιόταν πολύ περισσότερο με την αδερφή της. Όλο στους γονείς της ήτανε κι όλο με την αδελφή της μίλαγε αλλά εμένα δεν μου έλεγε κουβέντα. Όλο "δεν είναι καλά" μου έλεγε. Σιγά-σιγά η Αγνή ερχότανε όλο και πιο συχνά στο σπίτι. Είχε αλλάξει. Είχε αδυνατίσει, είχε αφήσει τα μαλλιά της ελεύθερα, βαφότανε λίγο και ντυνότανε λιγότερο συντηρητικά. Μια φορά που την παρατηρούσα διαπίστωσα ότι ήταν πολύ μουνάρα. Είχε βέβαια κρυφά σημεία που το ντύσιμο της δεν αποκάλυπτε αλλά η φαντασία μου καταργούσε τις απαγορεύσεις. Πρέπει να ήταν ακόμη ωραιότερη κι από ότι φαινόταν. "Μουνάρα κι αγάμητη" κι ο πούτσος πήρε την ανηφόρα. 
Η Σύλβια μου ζητούσε να τη παίρνουμε που και που μαζί μας να ξεσκάει. Δέχτηκα. Πηγαίναμε κανένα σινεμά, καμιά παράσταση ή καμιά καφετερία. Μερικές φορές έμεινε σπίτι για το βράδυ κι αυτό με εκνεύριζε. Δεν μπορούσα να πηδήξω την Σύλβια μπας κι ακούσει. Έτσι είχαν τα πράγματα όταν ο Μίλτος μου έκανε ένα τηλέφωνο. Μετά τα τυπικά περί υγείας και ευημερίας τον ρώτησα για τους λόγους του χωρισμού τους.
-"Που να στα λέω" είπε "δεν μπορείς να τα φανταστείς"
-"Σε κεράτωσε;" ρώτησα απευθείας un action direct για τον συνομιλητή μου
-"Να ήτανε μόνο αυτό;" είπε
-"Στα φόραγε επανειλημμένα;"
-"Ε!! πες ρε με γκάστρωσες" είπα με συγκρατημένη αγανάκτηση.
-"Δεν μπορώ τώρα έχω πελάτες, θα στα πω μια άλλη φορά" είπε κι έκλεισε
Με άφησε με την αγωνιά και την περιέργεια αναμμένη. Η φαντασία ότι αυτό το πλάσμα, η Αγνή, γαμιότανε με τον κάθε γκόμενο μου φούντωσε την επιθυμία. Με κάβλωσε. Την φανταζόμουνα fame fatale, θηλυκό πεινασμένο για αχαλίνωτο σεξ και κόντευα να χύσω. Το απέφυγα, όπως απέφυγα να κάνω την οποιαδήποτε νύξη και στην Σύλβια. Καλά λέμε τώρα τι να πω στην γυναίκα μου για την αδελφή της. Λέγονται τέτοια πράγματα έστω και φαντασιακά;
Λίγες μέρες αργότερα κλείσαμε να πάμε με δυο άλλα φιλικά ζευγάρια στα μπουζούκια να διασκεδάσουμε. Τότε η Σύλβια με παρακάλεσε, να  πάρουμε και την Αγνή μαζί μας. Δεν είχα αντίρρηση αλλά έκανα λιγάκι τον δύσκολο γιατί έβλεπα σιγά-σιγά η αδελφή της να μας διασπά το δίδυμο που πάντα είμαστε. 
Η Αγνή ήρθε σπίτι μας για να ντυθεί και σε εμάς θα κοιμότανε το βράδυ. Εγώ είχα κάτι δουλειές και συμφωνήσαμε να γυρίσω να τις πάρω όταν θα ήταν έτοιμες. Περίμενα στο αυτοκίνητο να κατέβουν όταν ξαφνικά μου έφυγε ο τάκος. Δυο σούπερ μουνιά ερχότανε προς το μέρος μου.  Έπαθα πλάκα. Ο πούτσος μου από μόνος του χτύπησε "παρουσιάστε". Η Αγνή ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη. Μπουστάκι ΄που άφηνε μια τέλεια κοιλιά να φαίνεται λίγο. Με τις τιράντες του σουτιέν να μην κρύβονται, να κρατάνε και να προβάλουν δυο υπέροχα βυζιά του στιλ "πάρτα, φάτα". Μίνι μαύρη φούστα με δυο ποδάρες σε τέλειε αναλογίες. Αν τις έκοβες από την μέση και κάτω δεν θα ήξερες ποιανής είναι ποια πόδια και ποιος κώλος. Οι δυο αδελφές είναι ολόιδιες!!!! Στο πάνω μέρος η Σύλβια έχει ποιο πλούσιο στήθος και πιο φαρδιά πλάτη. Η διαφορά τους και στο μαλλί. Η γυναίκα μου έχει κοντό μαλλί που δίνει δυναμισμό στην γλύκα του προσώπου της κι αυτό που έβλεπα στην Αγνή αυτό το βράδυ ήταν η αγνότητα ή γλύκα και η πρόκληση μαζί. Τα μαλλιά της ήταν πιασμένα μέχρι τα αυτιά κι από ’κει ελεύθερα, ατίθασα και φουντωτά που φτάνανε μέχρι την πλάτη. Κάβλααααααααααααα!!!!!!!!
Μπήκαν και ξεκινήσαμε χωρίς να πω μιλιά. Που να την βρω άραγε την είχα χαμένη. Η Σύλβια το πρόσεξε, πρόσεξε και τον καυλωμένο πούτσο μου και χαμογέλασε. Αλλά δεν πρόσεξε τα κλεισμένα βέβαια μπούτια  της αδερφής της που όπως με την φούστα της έκανε ένα τρίγωνο προσμονής και μυστηρίου σαν τις μαύρες τρύπες του διαστήματος.
Στο κέντρο τα μάτια πέφτανε πάνω τους σαν φλάς. Η γυναίκα μου ξέχασα να σας πω φορούσε ένα μίνι μαύρο φόρεμα που έπιανε από το λαιμό αλλά άφηνε τους ώμους και την πλάτη ακάλυπτα. Μεγάλα κρεμαστά σκουλαρίκια κι έντονο βάψιμο συμπλήρωναν την εικόνα. Το ένα ζευγάρι δεν ήλθε τελικά κι έτσι είμαστε πέντε άτομα. Το κέφι δεν άργησε να έρθει και το ποτό έρεε άφθονο. Η Αγνή ήταν συνεσταλμένη ενώ η Σύλβια πιο εκδηλωτική. Γύρω στις 3 πμ η κυρία του φιλικού ζευγαριού μέθυσε κι αναγκάστηκαν να φύγουν. Μόλις μείναμε οι τρεις μας, τα είδα όλα. Η Αγνή μερακλώθηκε κι ανέβηκε πάνω στο τραπέζι και χόρευε. Η Σύλβια  καθόταν πάνω μου με τον κώλο της και τον σβάρνιζε πάνω στον πούτσο μου στους ρυθμούς του τραγουδιού. "Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο να πυρπολυθώ" κι Αγνή αέρινα λίκνιζε το κορμάκι της με τέλειο ρυθμό και σεξουαλικότητα. 
- "Θα χύσω, σταμάτα" λέω στην Σύλβια
-"Περίμενα θα πάμε σπίτι" μου λέει
-"Θα είναι η αδελφή σου εκεί, θα μας πάρει είδηση"
-"Μη φοβάσαι περίμενε λίγο και θα την μεθύσω οπότε θα είμαστε ελεύθεροι" μου λέει η Σύλβια ενώ συνεχίζει να τρίβει τον κώλο της πάνω μου.
Σε λίγο η Αγνή τέζαρε οπότε την πήραμε και την βάλαμε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και φύγαμε. Στον δρόμο η Σύλβια μου την έπεσε να μου κάνει τσιμπούκι ενόσω οδηγούσα.
-"Σταμάτα, είσαι τρελή η αδελφή σου είναι στο πίσω κάθισμα" είπα
-"Μην στεναχωριέσαι αυτή ούτε αύριο μεσημέρι δεν θα ξυπνήσει" είπε η Σύλβια ενώ συνέχισε την προσπάθεια της να μου πάρει πίπα.
-"Σταμάτα θα σκοτωθούμε" επέμενα και σταμάτησε
Σπίτι σήκωσα στα χέρια στην Αγνή για να τη πάω μέσα. Η ζεστασιά του κορμιού της, η ανάσα της, το άρωμα της μου πέταξαν την ψωλή στα ύψη. Η Σύλβια έκυψε να βάλει το κλειδί στην πόρτα ενώ κρατούσα την Αγνή αλλά αντί αυτού μου πέταξε τον πούτσο έξω κι άρχισε να με τσιμπουκώνει. Τρόμπαρε ενώ εγώ δεν μπορούσα να κινηθώ. 
-"Τι κάνεις τρελάθηκες; Άνοιξε" είπα ψιθυριστά αλλά η Αγνή κινήθηκε στην αγκαλιά μου και σταμάτησα ακίνητος μην ξυπνήσει και μας πιάσει στα πράσα.
Η Σύλβια λαίμαργα με ρουφούσε. Η Αγνή ξανακουνήθηκε στην αγκαλιά μου.
-"Κοιμήσου γλυκιά μου" της είπα ανάμεσα στον φόβο, την καύλα, την ενοχή που έκρυβε η σκέψη μου και κρατούσαν τα μπράτσα μου.
Η Αγνή ξαφνικά, ανασηκώθηκε, μου έπαιξε ένα φιλάκι στο μάγουλο και κούρνιασε  στην αγκαλιά μου. Δεν έντεξα και τα χύσια μου χώθηκαν βαθιά στο λαρύγγι της γυναίκας μου. Με πολύ δύναμη κράτησα την κουνιάδα μου στα χέρια και δεν έπεσα κάτω μαζί της λυγισμένος από την γλύκα της εκσπερμάτωσης. Τελικά και με κόπο μπήκα μέσα κι άφησα την Αγνή στο κρεβάτι της. Περίμενα την Σύλβια να την τακτοποιήσει και μόλις ήρθε της ρίχτηκα. 
-"Τι κάνεις παλιοπουτάνα θες να γίνουμε ρόμπα στην αδελφή σου; " είπα έντονα και την έσυρα στο κρεββάτι.
Δεν έφερε καμιά αντίρρηση, ήταν εντελώς πλαστική δείγμα πολύ μεγάλης καύλας. Άρχισα να την φιλάω και να της παίζω το μουνάκι με το δάχτυλο. Ήταν μούσκεμα. 
-"Θα καρφωνώμαστε σήμερα. Θα μας έπιανε η αδερφή σου" της είπα…
-"Γιατί δεν θα σ’ άρεσε; " ρώτησε
-"Τι λες είσαι τρελή" διαμαρτυρήθηκα 
Η Σύλβια με έριξε στο κρεβάτι ανέβηκε πάνω, έπιασε τον πούτσο μου και τον χάιδευε ηδονικά.
-"Δηλαδή δεν θα σ’ άρεσε ε;;, Ψεύτη. Νομίζεις πως δεν είδα πόσο καύλωσες που την είδες, πόσο καύλωσες που χόρευε και πόσο καύλωσες όσο την κρατούσες στην αγκαλιά σου" μιλούσε λάγνα η Σύλβια.
-"Δε ξέρεις τι λες, μεθυσμένη είσαι"
-"Ναι και καυλωμένη, πολύ καυλωμένη από τα άπιστα βλέμματα που έριχνες στην αδελφή μου. Τα σάλια σου σουρώνανε"
-"Σουρωμένη είσαι" είπα
-"Δηλαδή δεν θα ήθελες να την γαμήσεις; Πεστο. Δεν θα ήθελες να μας γαμήσεις και τις δυο, να μας πάρεις παρτούζα, να μας σκίσεις; Πέστο δε θέλω. Πέστο" με προκαλούσε η Σύλβια που μου είχε κάνει την πούτσα κάγκελο από το χάϊδεμα. 
-"Θέλω αυτό θέλεις να ακούσεις" αντεπιτέθηκα εγώ "Θέλω να σου γαμήσω την αδελφούλα, θέλω να την σκίσω να δει τι παει να πει γαμήσι η αγάμητη. Θέλω να σας γαμήσω μαζί μουνίτσες, Θέλω να σας ξεσκίσω τα μουνάκια σας και να ξεκωλιάσω τις τρυπούλες σας. Θελω….."
-"Και γατί δεν το κάνεις;" Ακούστηκε μια φωνή που το αίμα μου πάγωσε στις φλέβες.
Η Αγνή στεκόταν στ άνοιγμα της πόρτας φορώντας ένα δικό μου πουκάμισο για πιζάμα. Είχε το ένα δαχτυλάκι της στο στόμα και τα ο βύζαινε και το άλλο χάιδευε το μουνάκι της. Έμεινα παγωμένος. Η Σύλβια συνέχιζε να χαϊδεύει το καυλί μου ενώ τώρα το πίπωνε και λίγο. Η Αγνή κινήθηκε προς το μέρος μου αργά κι ηδονικά. Το πουκάμισο άνοιγε στο διάβα της κι άφηνε να φαίνεται το απίθανο κορμί της στο χαμηλό φως του δωματίου. Έαλ το γόνατο της κι ανέβηκε στο κρεβάτι. Με πλησίασε και μου έριξε ένα γλωσσόφιλο που μου ξερίζωσε την γλώσσα. Η μυρωδιά της με σκότωσε. Κοίταξα την Συλβια που με τσιμπούκωνε κι απολαύανε την φάση. "Με έχουν μοιράσει" σκέφτηκα αλλά δεν μπόρεσα να αντιδράσω. Η κουνιάδα μου απαλά με το χέρι στο στήθος μου με παρότρυνε μα ξαπλώσω στο κρεβάτι. Με καβάλησε και μου έχωσε το μουνάκι της στην μούρη. Άρχισα να την γλύφω με μανία. Με παίρνανε ή τις έπαιρνα δεν είχε σημασία. Οι ηδονές που γευόμουνα ήταν απερίγραπτες. Οι αδερφες κι εγώ είχαμε κάνει ένα τρίγωνο με βάση εμένα να γλύφω το μουί της Αγνής και να γαμώ την γυναίκα μου που εντωμεταξύ με είχε καβαλήσει. Οι αδερφές φιλιότανε και χαϊδευότανε πάνω μου.  Δεν ξέρω πόση ώρα με παίρνανε παρτούζα. Εγώ έχυσα.
-"Πουτανίτσες συνενοημένες είσαστε να μου την πέσετε. Κι εσύ Σύλβια κουβέντα ε!!!!! Καργιόλα. Πίστευες ότι δεν θα σου γαμούσα την αδερφή; Ευχαρίστηση μου τέτοια μουνάρα που είναι. Πο κρυβότανε τόσο χρόνο; Θα σας ξεσκίσω στο πούτσο γαμιόλες" είπα και τις έστησα στα τέσσερα στο κάτω μέρος του κρεβατιού. 
-"Θα ξεφωνίσεται στο τέλος ψωλολιγούρες" είπα κι άρχισα να βάζω χέρι στην μια και την ψωλή μου στην άλλη.
Αυτές κουνούσανε τα κωλαράκια τους και γελούσανε αρχικά αλλά σε λίγο αρχίσανε τα βογκητά και τις κραυγές ηδονής. Τρία δάχτυλα έχωσα σε λίγο στο μουνι της Αγνής ένα προς ένα ενώ η πούτσα μου ανεβοκατέβαινε σαν ασανσέρ ανάμεσα στον κώλο και το μουνί της γυναίκας μου.
Μετά άρχισα να γαμώ μια το μουνί της Σύλβιας, μια το μουνί της Αγνής. Χύνανε οι πουτάνες ατελείωτες ποσότητες υγρών. Την έχωσα στον κώλο τη Σύλβιας και τον ξέσκισα για τα καλά. Πήγα για τον κώλο της Αγνής αλλά εκεί υπήρχε πρόβλημα. Ήταν αγάμητος ο κωλαράκος της. 
-"Μη" μου λέει η Σύλβια "δεν το έχει ξανακάνει"
-"Άσε τον" μπήκε η Αγνή "πάντα υπάρχει μια πρώτη φορά. Το θέλω".
Έπεσα στα γόνατα κι άρχισα να της γλύφω το κωλαράκι βάζοντας σιγά-σιγά το πρώτο δάχτυλο. Ύστερα το δεύτερο και το τρίτο. Γούσταρε και χαλάρωνε κι από μόνη της. Πέρασε ώρα αλλά ο κώλος της μαλάκωσε ιδιαίτερα. Μπήκα αργά-αργά. Ανάσαινε βαθιά για να τον πάρει, τον ήθελε. Όταν μπήκα άρχισα το σφυροκόπημα. Εκεί πόνε λίγο αλλά η καύλα ήταν μεγαλύτερη. Γάμησα τις μουνίτσες για αρκετή ώρα μέχρι που χύσαμε και πέσαμε ξεροί. 
Το πρωί, τι πρωί δηλαδή μεσημέρι, οι γατούλες μου φέρανε πρωινό στο κρεβάτι. 
-"Μου την φέρατε πουτανίτσες, μου τη στήσατε" είπα.
Με ταΐσανε και μετά ξαναγαμηθήκαμε. Τρεις μέρες γαμούσα τις αδελφούλες χωρίς σταμάτημα. Όλο χαρές, γέλια και ήχους ηδονής είμαστε. Πήγα την Δευτέρα για δουλειά και δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου αλλά περίμενα τα νέα γαμήσια που θα ερχόταν το προσεχές μέλλον. 
Συνεχίζεται….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου