Τρίτη 24 Μαΐου 2022

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΙΟΥΛΗΣ

Συντάχθηκε από την Gioyli

Με λένε Γιούλη κι είμαι σήμερα 46 χρονών. Πρέπει να πάω πιο πίσω για να συνδέσω αλλά και να εξηγήσω την τωρινή μου κατάσταση. Ήμουνα 18 χρονών τελειόφοιτη λυκείου όταν οι δικοί μου με πάντρεψαν  άρον, άρον.  Όχι δεν μου βρήκαν αυτοί τον γαμπρό αλλά με πίεσαν να τον παντρευτώ. Ο σημερινός άντρας μου είχε έρθει στην επαρχιακή μας πόλη σαν νεαρός δικαστικός. Ήταν τότε 27 χρονών. 
Νοίκιασε το διαμέρισμα στην νέα πολυκατοικία που ήταν πλάι στο σπίτι της στενής φίλης μου της Φιλίτσας όχι μακριά από το σπίτι μου και πάνω στο δρόμο για το σχολείο μας. Τα βλέμματα μας συναντήθηκαν, γελάκια, ένας χαιρετισμός, λίγα λόγια, ένα κέρασμα στο ζαχαροπλαστείο ξέρεται, αυτά και τίποτα άλλο. Έπεσε κεραμίδα στο κεφάλι μου όταν μια φορά που γύρισα στο σπίτι άκουσα ότι με ζήτησε σε γάμο. Δεν ήξερα τι να κάνω κι έτσι πάνω στο θόλωμα και την πίεση από τους δικούς που ήταν φτωχοί κι έβλεπαν σαν μεγάλη τύχη αυτό τον γάμο παντρεύτηκα με το που τέλειωσα το Λύκειο. 
Στην αρχή δεν ήξερα που ήμουνα, πως θα συμπεριφερόμουνα μ’ έναν άγνωστο, τι ή πως πρέπει να το κάνω. Ήταν καλός μαζί μου και προσπαθούσε να μου μάθει τα πάντα. Ακόμα και στον έρωτα δεν ήξερα πως να σταθώ τι να προσμένω. Δεν είχα ξαναπάει με άντρα κι έδειχνε κατανόηση. Η πραγματική πρώτη νύχτα του γάμου άργησε περίπου 2 μήνες. Είχε την υπομονή να με προετοιμάζει να με ερεθίζει αλλά και να ενδίδει στο τέλος στον φόβο μου και να μην επιχειρεί διείσδυση. Όταν πραγματοποιήθηκε νομίζω ότι την ήθελα πιο πολύ εγώ παρά αυτός. Δεν άντεχα άλλο την ένταση χωρίς την ολοκλήρωση, πέταξα στην άκρη τον φόβο κα τον έχωσα μόνη μέσα μου. Μάλλον εγώ καρφώθηκα πάνω τους διώχνοντας, φόβους και προκαταλήψεις και αποζημιώθηκα με την απολαυστική ηδονή.
Σιγά-σιγά το σεξ έγινε το πιο όμορφο και το πιο απολαυστικό μέρος της συζυγικής μου ζωής. Ο άνδρας μου με βοηθούσε, με μάθαινε και σίγουρα με απολαύανε. Με μάθαινε, μου αποκάλυπτε νέα πράγματα αλλά και τα ίδια να επαναλάμβανα η ευχαρίστηση ήταν εξίσου μεγάλη. Μου έμαθε να αγγίζω, να αγγίζομαι, να χαϊδεύω να χαϊδεύομαι να βλέπω, να θαυμάζω και να βλέπομαι χωρίς ενοχές. Σχετικά γρήγορα μου έμαθε να παίρνω πίπα και να ρουφάω τα επινίκια της προσπάθειας μου με οργασμό. Λίγο αργότερα με πείρε κι από πίσω αποκαλύπτοντας μου την μοναδική αίσθηση του πρωκτικού οργασμού. Αυτό βέβαια δεν έγινε εύκολα. Είχε πολύ προσπάθεια και παιχνίδι και κόπο για να διώξει τους φόβους, τα ταμπού την ντροπή, να ερέθισε λίγο-λίγο την ευαίσθητη περιοχή του πήρε μήνες έτσι ώστε να παρακαλώ να με ανοίξει από πίσω μη αντέχοντας την ηδονή που δεν ολοκληρωνόταν. Έτσι με πείρε και το ευχαριστήθηκα κατά τρόπο απόλυτο.
Απορώ με πολλές γυναίκες που αρνιούνται να απολαύσουν την μοναδική αυτή ευχαρίστηση με πρόσχημα τον πόνο. Σίγουρα ο εραστής τους παίζει καθοριστικό ρόλο να τις προετοιμάσει αλλά αν αυτές δεν χαλαρώσουν, δεν το ποθήσουν αυτό που γίνεται δεν θα το απολαύσουν ποτέ. Εγώ πάντως όχι δεν έλεγα ποτέ κι οργασμός ήταν μοναδικός. Δεν θα ξεχάσω την φορά που μου σπάσανε τα νερά στην δεύτερη γέννα ο άντρας μου με έπαιρνε από πίσω εκείνη την στιγμή. Με το σπάσιμο των υγρών τα αφήσαμε όλα και τρέξαμε στο μαιευτήριο. Όταν πια γέννησα και με πήγαν μισοναρκωμένη στο δωμάτιο αυτός έσκυψε να με φιλήσει κι εγώ τον τράβηξα προς το μέρος μου και του είπα ψιθυριστά στο αυτί, «Μη ξεχάσεις, μου χρωστάς. Δεν αφήνουνε τέτοια πράγματα στη μέση». Σκάσαμε στα γέλια. Δυο μέρες μετά κι αφού είχα συνέλθει μόλις θήλασα το μωρό του πρότεινα να μου ρουφήξει κι αυτός γάλα από τα βυζιά μου. Το έκανε, καυλώσαμε και με πείρε από τον κώλο εκεί επί τόπου στο δωμάτιο του μαιευτηρίου. Ευτυχώς ήταν μονόκλινο. Την  ώρα που με πηδούσε σ’ ένα μοναδικό κι αξέχαστο γαμήσι του έλεγα πως η κόρη μας θα γίνει πολύ καυλιάρα μιας και την γέννησα ενώ ήμουνα τίγκα στην καύλα.
Έτσι περνούσε η ερωτική μας ζωή που διάνθιζε μια καθημερινότητα ενός κατά τα άλλα συμβατικού ζευγαριού. Σπίτι, παιδιά, μερικές εξόδους, ετήσιες διακοπές σ ένα παλιό εξοχικό που μου ’γραψε η γιαγιά από την μάνα μου έξω από την γενέθλια πόλη κοντά στην θάλασσα και πολύ λίγα ταξίδια. Τα ταξίδια αν κι ήταν κρυφός μου πόθος δεν πηγαίναμε συχνά γιατί εγώ φοβάμαι και δεν ανεβαίνω στο αεροπλάνο, ο άντρας μου με τίποτα δεν μπαίνει στο καράβι ούτε μέχρι την Σαλαμίνα και οδικώς είχαμε μια κακή εμπειρία όταν παρά τρίχα αποφύγαμε να εμπλακούμε σ’ ένα θανατηφόρο τροχαίο δυστύχημα στην Γιουγκοσλαβία όταν γυρίζαμε από την Γερμανία που είχαμε πάει επίσκεψη στον αδελφό του. Κάπως έτσι ήμασταν όταν γνώρισα την Λίνα.
Τα παιδιά πήγαιναν δημοτικό κι είχαμε μετακομίσει σε μεγαλύτερο σπίτι και καλύτερη γειτονιά κοντά στην θάλασσα. Η Λίνα έμενε ήδη εκεί αλλά η παρουσία της δεν μου είχε γίνει αισθητή.  Πέρασε πάνω από χρόνος όταν την αντιλήφθηκα. Την πρόσεξα όταν κατέβαινα να βάλω τα παιδιά στο σχολικό που μας παρατηρούσε θλιμμένη.  Μιλήσαμε και πολύ γρήγορα έμαθα το λόγο της συμπεριφοράς και της θλίψης της. Ήταν παντρεμένη χωρισμένη μ’ έναν γιο που έμενε με τον πατέρα του που ήταν ξένος στο εξωτερικό.  Τον έβλεπε 1-2 φορές τον χρόνο και της έλειπε. Του μιλούσε συχνά, σχεδόν καθημερινά στο τηλέφωνο αλλά δεν έφτανε. Έμενε στην ίδια πολυκατοικία ένα όροφο ψηλότερα και διαγωνίως προς το δικό μας διαμέρισμα.. Κουβέντα στην κουβέντα ταιριάξαμε, γίναμε φίλες κι Λίνα μου κάλυπτε τις άγονες πρωινές ώρες μου που όλοι στο σπίτι λείπανε είτε στο σχολείο είτε στην δουλειά. Η Λίνα  ήταν μερικά χρόνια μεγαλύτερη μου και δούλευε τα πρωινά στο σπίτι σαν ναυτιλιακός και τουριστικός πράκτορας κι έβγαινε μόνο αργά το απόγευμα ή το βράδι. Είχε ένα σύστημα με υπολογιστές, εκεί πρωτοείδα υπολογιστή, τηλέφωνα και fax κι επικοινωνούσε με τις δουλειές της. Γρήγορα έγινε κολλητή μου και λέγαμε πράγματα προσωπικά, γυναικεία. Ήμουνα ενθουσιασμένη που είχα μια φίλη τόσο κοντά μου γιατί με τον γάμο μου έφυγα από το σπίτι και το περιβάλλον μου και ζούσα μακριά μόνο με τον άντρα μου και την νέα μου οικογένεια. Πήγαινα το πρωί μόλις έμενα μόνη πίνανε καφέ και τσιγάρο και τα λέγαμε.
Για το τσιγάρο πρέπει να πω ότι δεν καπνίζω όμως με την Λίνα στον καφέ κάπνιζα κι ένα και δυο τσιγάρα. Δεν το είχα πει ποτέ στον άντρα μου γιατί το τσιγάρο ανάμεσα μας είχε μια ιδιαίτερη σχέση. Ο άντρας μου ήταν καπνιστής αλλά στο σπίτι δεν κάπνιζε ποτέ. Η μοναδική εξαίρεση ήταν όταν κάναμε σεξ. Του άρεσε πάντα να κάνει ένα τσιγάρο όταν τελειώναμε. Εκεί έμαθα κι εγώ να τραβώ μερικές τζούρες. Του άρεσε να κάνει τσιγάρο στο σκοτάδι ενώ εγώ μπροστά του ή όρθια στις κατακόκκινες ψιλοτάκουνες γόβες μου να μαλακίζομαι στο φως ενός μικρού προβολέα σαν ντίβα του Hollywood ή ξαπλωμένη σε σατέν μαύρα ή λευκά σεντόνια να προσπαθώ να απολαύσω την  αυτοϊκανοποίηση μου εκφράζοντας τη ολοκλήρωση με ήχο βαρύ και υγρό  ζητώντας προστακτικά «τσιγάρο»!!!! Μας άρεσε επίσης να χαϊδευόμαστε μόνοι βλέποντας ο ένας τον άλλον από την καύτρα του τσιγάρου μας. Μας άρεσε να καπνίζει ενώ απολαύανε μια μακρόσυρτη πίπα από μένα δίνοντας μου τζούρες κάθε λίγο και λιγάκι ανακατεύοντας το θερμό καπνό με τα υγρά της καύλας μας. Το τσιγάρο έτσι είχε γίνει ιδιαίτερο αισθησιακό αξεσουάρ στις συνευρέσεις μας, μυστικό δικό μας που δεν ανέφερα στην Λίνα αλλά ούτε για τα τσιγάρα που έκανα σπίτι της τα πρωινά είπα ποτέ στον άνδρα μου. Μικρά ‘ένοχα’ μυστικά. 
Με την Λίνα κάθε μέρα δενόμαστε στενότερα, με αυτήν να είναι περισσότερο αποκαλυπτική για την ζωή και τις σκέψεις της ενώ εγώ παρέμενα πιο κουμπωμένη. Ειδικότερα σε θέματα σεξ δεν έλεγα σχεδόν τίποτα ενώ αυτή ήταν πιο ελεύθερη και ειλικρινής. Έμαθα τι γουστάρει στο σεξ, ποιους γκόμενους είχε ή επιθυμούσε να έχει. Μου αποκάλυψε ότι είχε κάνει παρτούζα, είχε πάει μια φορά με γυναίκα κ.ά. Εγώ μόνο την επιθυμία μου για το πρωκτικό σεξ της είπα και για την λατρεία για την πίπα ενώ της απέκρυψα την επιθυμία μου για ο γλείψιμο που δεν μου το έκανε ποτέ ο άντρας μου. Αυτό το τελευταίο ήταν ένα ρήγμα μέσα μου καθώς μια φορά που το ζήτησα, ο άντρας μου αντέδρασε αρνητικά κι άρχισε να με ‘ανακρίνει’ για να δει από πού προερχόταν η ‘ενημέρωση’ μου. Δε μίλησα. Μου δικαιολογήθηκε ότι είχε στοματικό έρπη κι αυτό θα με έβλαπτε. Δεν αποκάλυψα ότι οι τσόντες που βλέπαμε στης Λίνας μου είχαν αυξήσει την επιθυμία. 
Η Λίνα με είχε βάλει στον κόσμο της τσόντας και του cybersex σαν θεατές πάντα και δε μπορώ να πω ότι δεν με ερέθιζαν τα όσα έβλεπα. Αλήθεια ποια γυναίκα δεν θα ήθελε να ρουφήξει τέτοια καυλιά, να πηδηχτεί και να σοδομιστεί από τέτοιους επιβήτορες ή να χαϊδέψει, να φιλίσει και να γλύψει τέτοια κορμιά; Καμιά. Εγώ πάντως εκτός από την φιλολογική επιθυμία μου για αυτά τα παιδιά αυτό που επιθυμούσα και λαχταρούσα ήταν το γλείψιμο που ρίχνανε στις ερωτικές τους συντρόφους. Αυτό ποθούσα, αυτό με ζούμιαζε αυτό με έριχνε κάτω θεωρώντας σαν απόρριψη την άρνηση του άντρα μου να με γλύψει. 
Γι’ αυτή μου την επιθυμία δεν είχα πει τίποτα στην Λίνα σε όλο το διάστημα της συγκατοίκησης μας. Λέω συγκατοίκησης γιατί σχεδόν μετά από 10 χρόνια, τα παιδιά τελείωναν το λύκειο πια, μια μικρή κληρονομιά, ένα δάνειο και μερικά λεφτά που είχαμε μαζέψει δημιούργησε τις προϋποθέσεις να φύγουμε από το νοίκι και να πάρουμε δικό μας σπίτι. Η ευκαιρία που είχαμε βρει και οι επιθυμίες του άνδρα μου και των παιδιών ήτανε να πάμε στην άλλη άκρη της πόλης, δυο λεωφορεία μακριά από εκεί που μέναμε. Έδωσα μάχη να βρούμε ένα σπίτι στην γειτονιά που μέναμε αλλά μάταια, έχασα. Εγώ ήθελα ουσιαστικά να μείνω κοντά στην Λίνα αν και δεν το ομολογούσα, να μη χάσω τον πρωινό καφέ και την φιλία μας αλλά με πίεσαν όλοι κι οι δικοί μου, δε βρήκα και κανένα συμπαραστάτη κι έτσι μετακομίσαμε. 
Από την αρχή δεν μ’ έβαζε το σπίτι. Τα πάντα δεν μου άρεσαν. Η γειτονιά ήταν αφιλόξενη, δεν υπήρχε κίνηση, δεν υπήρχαν μαγαζιά κι όλα έμοιαζαν αντίθετα μ’ ότι είχα ζήσει μέχρι εκείνη την στιγμή. Ssupermarket υπήρχε στα 600-700 μέτρα και περίπτερο στα 300 μέτρα. Υπήρχαν πάρκα, υπήρχε πράσινο, υπήρχαν αθλητικές εγκαταστάσεις αλλά υπήρχαν βουβά στόματα και μια εκκωφαντική ησυχία που με χάζευε μέρα με την μέρα, βδομάδα με βδομάδα, μήνα με τον μήνα. Μου έλειπε η παλιά γειτονιά, οι παλιές συνήθειες, μου έλειπε ο πρωινός καφές μου έλειπε η Λίνα. Το τηλέφωνο ή η μια που και που επαφή μαζί της κανένα απόγευμα που χρειαζόταν δυο λεωφορεία για να πας να πιεις ένα καφέ και να φύγεις άρον, άρον γιατί το τελευταίο λεωφορείο ήταν αρκετά νωρίς, δεν έφταναν. Η κατάσταση με είχε τρελάνει. Στο σπίτι υπήρχε γκρίνια, ένταση, συχνοί τσακωμοί, απόσταση, σιωπές και στο τέλος αποχή από το σεξ. Για μένα έφταιγε ο άντρας μου και μόνο που με άγγιζε αηδίαζα. Δεν του καθόμουνα κι αυτό έφερε την ρήξη κι η ρήξη την κατάθλιψη. 
Όταν κατάλαβε ο άντρας μου ότι αρρώστησα μ’ έτρεξε σε γιατρούς, φάρμακα, συμβουλές και τέτοια. Αρνιόμουνα τα πάντα μια ψυχολόγο δέχτηκα κι αυτό γιατί είπε στον άντρα να με αφήνει να έχω πιο συχνές και πολύωρες επαφές με την Λίνα. Έτσι κι έγινε. Σιγά-σιγά αισθανόμουν πιο άνετα και εμπιστευόμουνα στην Λίνα όλα μου τα μυστικά και τις επιθυμίες. Τις αποκάλυψα όλες τις λεπτομέρειες για τις σεξουαλικές μου στιγμές με τον άντρα μου, της είπα και για το τσιγάρο. Με τον τελευταίο οι σχέσεις μου ήταν ψυχρές ενώ στο κρεβάτι δεν ήθελα ούτε να με αγγίξει. Πλήρης αποχή από το σεξ. Αυτό με πείραζε γιατί λίγο, λίγο και με τον καιρό είχαν επιστρέψει οι ορμές και οι επιθυμίες μου αλλά τον άντρα μου δεν τον γούσταρα. Στις Λίνας βλέπαμε τσόντες και καύλωνα αφόρητα. Όταν αυτή το απόγευμα προς το βραδάκι έφευγε, εγώ μένοντας μέχρι να πάρω το τελευταίο μαλακιζόμουνα χωρίς σταματημό. Πολλές φορές βλέποντας κάποιους άντρες στο λεωφορείο ή κινήσεις και χαμουρέματα επιβατών έτριβα τα μπούτια μου μεταξύ τους και το μουνί μέσα από τις τσέπες μου κι έσφιγγα τα πόδια μου μέχρι που έχυνα. 
Έτσι μια φορά που η Λίνα είχε φύγει πιο νωρίς εγώ καρακαυλωμένη έβαλα ένα δορυφορικό τσοντοκάναλο, έβγαλα καλτσόν, εσώρουχο, παπούτσια, σήκωσα την φούστα μου κι άρχισα να μαλακίζομαι. Πέταξα και τα βυζάκια μου έξω για να παίζω τις όρθιες ρώγες μου και χάθηκα μες τα λαγούμια της καύλας. Δεν πήρα χαμπάρι την παρουσία της Λίνας που είχε επιστρέψει και με έπαιρνε μάτι. Όταν το αντιλήφθηκα έκανα να μαζευτώ όμως είχε έρθει ήδη δίπλα μου. Με έπιασε από το χέρι με κάρφωσε με τα μάτια, έσυρε με το πόδι την περιστρεφόμενη καρέκλα και κάθισε αντίκρυ και δίπλα μου. Σήκωσε την μνι φουστίτσα της μαζί με τα πόδια της. Έσκισε βίαια το μαύρο καλτσόν της, παραμέρισε το βρακάκι της κι έχωσε τα δάχτυλα στο μουνι της. Δεν μ’ άφηνε από το χέρι ενώ το πρόσωπο της είχε μια περίεργη έκφραση που της έγραφε τα χαρακτηριστικά. Τα αμυγδαλωτά μάτια της με τέλειες κόρες καρφωμένα πάνω μου κι υγρά. Τα ρουθούνια της γαλλικής μυτούλας της πτερυγίζουν περίεργα κάτω από τις ανάσες της καύλας. Το ελαφρά μισάνοιχτο στόμα της με τα σαρκώδη χείλη της και τις αχνές ρυτίδες στα άκρα να προδίδουν την ένταση που ένοιωθε μέσα της. Εγώ είχα κοκαλώσει αλλά η καύλα μου είχε μείνει αναλλοίωτη. Αισθανόμουνα περίεργα κι ανίκανη να αντιδράσω έτσι όταν άρχισε να μου χαϊδεύει τα μπούτια μου δεν αντέδρασα. Ούτε κι όταν τ’ άνοιξε αργά κι ηδονικά κι είδε φάτσα το μουνάκι μου αντέδρασα. Δεν αντέδρασα ή μάλλον παρέλυσα όταν τα χείλη της ακούμπησαν το μουνί μου, η γλώσσα της τα έγλυψε  κι ύστερα χώθηκε μέσα του. Βογκούσα, ούρλιαζα από την καύλα κι από την ηδονή να μου γλύφουν για πρώτη φορά στη ζωή μου το μουνί έστω κι αν αυτό γινόταν από γυναίκα. Δεν καταλάβαινα που βρισκόμουνα κι έτσι δεν αντέδρασα ούτε κι όταν η Λίνα δίχασε τα πόδια της με τα δικά μου και τα μουνάκια μας ενώθηκαν κι άρχισαν να πλακώνονται. Μου είχε κοπεί η ανάσα, μου είχαν βγει τα μάτια έξω τελείωνα και ξανατελείωνα και δεν σταματούσα. 
Σε κάποια στιγμή συνειδητοποίησα τι γινότανε και μ’ έπιασε τρόμος. Πετάχτηκα πάνω, βούτηξα τα πράγματα κι όρμησα έξω. Ντύθηκα μισή μέσα και μισή στο ασανσέρ. Είχα τρελαθεί. «Είμαι λεσβία, είμαι λεσβία» σιγοψιθύριζα και τρομοκρατιόμουνα περισσότερο. Πως πήρα το λεοφωρείο και πως έφτασα σπίτι μου δεν ξέρω. Ο άντρας καθισμένος στο σαλόνι έβλεπε τηλεόραση. Ήταν μόνος, τα παιδιά έλειπαν και τότε μου καρφώθηκε μια σκέψη που δεν δευτέριασε κι έγινε πράξη. Πήγα μπροστά του γονάτισα, του πέταξα τον πούτσο έξω στην ψύχρα κι άρχισα να τον τσιμπουκώνω. Ξαφνιάστηκε «Τι γίνεται, Τι συμβαίνει» μονολόγησε αλλά εγώ τον κάρφωσα «Τι θέλεις να σταματήσω;» ρώτησα με φωνή στιλέτο. Δεν πήρα απάντηση. Τι καλύτερη απάντηση να πάρω από την πούτσα του που έγινε σίδερο και τον αναστεναγμό που έβγαινε από μέσα του. Είχε να γαμήσει ο άνθρωπος μήνες αλλά κι εγώ φτιαχνόμουνα με την όλη φάση κι έτσι δεν χαμπάρισα που έχυσε γρήγορα τα κατάπια όλα και συνέχισα την τρόμπα. Αυτόν δεν ήθελα να τον δω αλλά την πούτσα του την είχα λαχταρίσει. Όταν του σηκώθηκε πάλι στήθηκα στα τέσσερα πάνω στον καναπέ και του τούρλωσα τις τρύπες μου να γαμήσει. 
Μπήκε στο μουνί μου και γαμούσε σαν θιγόμενος. Είχε μαυρίσει το μάτι του από την αγαμία αλλά κι εγώ χαιρόμουνα που γούσταρα τον πούτσο κι έτσι δεν ήμουνα λεσβία που προς στιγμή φοβήθηκα. Του ζήτησα να μου πηδήξει και τον κώλο κι απολαύνα την στιγμή και την έκφραση του ρίχνοντας κρυφές ματιές προς τα πίσω. Πήγαμε στο κρεβάτι μας και συνεχίσαμε να πηδιόμαστε μέχρι που άκουσα, ξημερώματα πια το κλειδί της εξώπορτας που γύριζαν τα παιδιά. Τον είχα λιώσει αλλά είχα διαλυθεί κι εγώ. Τις επόμενες μέρες το κάναμε σχεδόν καθημερινά. Τα παιδιά πια φοιτούσανε και λείπανε από το σπίτι όλη μέρα αλλά και πολλές νύχτες μένανε σε φίλους τους στο κέντρο της πόλης. Αυτός ήθελε γλύκες αλλά σε αυτό ήμουνα κάθετη μόνο γαμήσι. Γινόμουνα και πρόστυχη ενώ ήξερα ότι δεν το ήθελε. Δεν ήθελε ποτέ να με βρίζει γι’ αυτό έβριζα μόνη μου τον εαυτό μου. Τι «τσούλα», τι «πουτάνα», τι «σκίσε με την καργίολα» τι «ξεκώλιασε με την γαμιόλα», του φώναζα ή τον πίεζα ρωτώντας τον «πες μου τι μου κάνεις, πες μου τι μου κάνεις;» κ.ά. Αυτός όσο και να διαφωνούσε δεν έφερνε αντίρρηση αφού του είχε λείψει κι αυτού το γαμήσι. 
Είχαν περάσει περίπου 27-28  μέρες, σχεδόν ένας μήνας κι αυτή η κατάσταση συνεχιζόταν ενώ εγώ ήμουν χαρούμενη που γαμιόμουνα αλλά δεν ήμουν και λεσβία που είχα τρομοκρατηθεί στην ιδέα. Μπορεί να πηδιόμουνα με ένα άντρα που δεν τον χώνευα, δεν τον συμπαθούσα  πια, μπορεί να αισθανόμουνα πουτάνα αλλά το γαμήσι μ’ άρεσε. Με την Λίνα δεν είχα επαφή γιατί δεν απαντούσα ούτε στις κλήσεις ούτε στα μηνύματα της παρά την συχνότητα τους. Συνήθιζα αυτό το διάστημα για να μη μένω στο σπίτι ούτε να βρίσκομαι με τον άντρα μου αν δεν πηδιόμαστε να πηγαίνω σ’ ένα σουπερμάρκετ που ήταν κανένα χιλιόμετρο μακριά ή να ξεχνιέμαι σ’ ένα εμπορικό κέντρο λίγο μακρύτερα. 
Εκείνο το απόγευμα ήμουνα στο εμπορικό κέντρο όταν απάντησα σε κλίση της Λίνας μετά από το ‘καυτό’ βράδυ. Έκανε σαν τρελή με είχε πάρει τόσα τηλέφωνο κι εγώ δεν απαντούσα. Μου δικαιολογούσε την πράξη της μου εξηγούσε τις απόψεις της ότι δηλαδή η ερωτική επαφή μεταξύ γυναικών δεν σημαίνει ότι είναι και λεσβίες. Την άκουγα σχεδόν αδιάφορα δεν είχα και όρεξη να ακούω δικαιολογίες. Ήμουνα σίγουρη ότι δεν είμαι λεσβία γιατί το σεξ με άντρα μου ήταν απαραίτητο. Κάποια στιγμή κλείσαμε με την υπόσχεση ότι θα βρεθούμε από κοντά όχι γιατί το πίστευα αλλά για να την ξεφορτωθώ. Γύρισα στο σπίτι κι ο άντρας μου ήταν ανάστατος και θυμωμένος γιατί η Λίνα τον είχε πάρει τηλέφωνο και μ’ έψαχνε. Είχε να την ακούσει πολύ καιρό δεν την χώνευε κιόλας και ξέσπασε. «Αυτή η πουτάνα η φίλη σου σε κατάστρεψε» μου πέταξε κι έγινα έξαλλη. Όλα τα αρνητικά συναισθήματα που μου είχαν δημιουργηθεί εναντίον του, η καταπίεση, ο περιορισμός η υποτίμηση ακόμη κι η απόρριψη στην άρνηση του να με γλύψει μου ήρθαν και βγήκαν ξανά στην επιφάνεια. Είχα πάθει αμόκ κι ούρλιαζα. Ο άντρας μου έμεινε άναυδος να παρατηρεί την αντίδραση του. Εγώ πνιγόμουν και νόμιζα ότι δεν μπορούσα να αναπνεύσω πια σ’ αυτό το σπίτι. Μάζεψα λίγα ρούχα σ’ ένα σακίδιο κι έφυγα. Προσπάθησε, όχι με βία βέβαια άλλωστε ποτέ δεν χρησιμοποίησε, να με σταματήσει αλλά εγώ δεν κρατιόμουν με τίποτα. 
Είχε πιάσει βροχή αλλά δεν με ένοιαζε περιφερόμουνα χωρίς νόημα ώσπου κατέληξα στο σπίτι της Λίνας αλλά έλειπε. Μέσα στην βροχή την περίμενα.  
Συνεχίζεται…..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου