Τρίτη 24 Μαΐου 2022

BΑΛΕΡΙΑ

Με την Βαλέρια είμαστε περίπου 10 χρόνια μαζί και παντρεμένοι 11. Ναι μην τρελαίνεστε, πρώτα την παντρεύτηκα κι ύστερα κάναμε σχέση.  Καλοκαίρι του 1997, μόλις που την είχα γνωρίσει στην Ίο που δούλευε σαν δασκάλα κι εγώ έκανα διακοπές και μου την έριξε.
-«Με παντρεύεσαι; Θέλω να πάρω μετάθεση στην Αθήνα και πρέπει να παντρευτώ. Ο δικός μου είναι παντρεμένος και δεν γίνεται να με παντρευτεί» έμεινα παξιμάδι αλλά αυτή απτόητη συνέχισε «εικονικά φυσικά και τα έξοδα δικά μου»
Πολυβόλο η Βαλέρια, θολωμένος εγώ, έγινε. Πότε την παντρεύτηκα, πότε ανέβηκε Αθήνα, πότε χώρισε με τον δικό της, πότε τα φτιάξαμε εμείς δεν κατάλαβα.  Τόσα χρόνια μαζί ένα πράγμα δεν συμβαίνει, πλήξη. Με την Βαλέρια δεν πλήττεις ποτέ. Είτε θυμωμένη, είτε αναμμένη, είτε προκλητική, είτε γαλιάντρα έχει τον τρόπο της να σε εξιτάρει και να σε ικανοποιεί. Το σεξ ειδικά είναι το πεδίο αναφοράς της. Είναι φορές που θέλω να την γαμάω, να την γαμάω, να την γαμάω, να την γαμάω και δεν μου φτάνω. Θέλω να την λιώσω να την διαλύσω, να την ξεσκίσω σε 1000 κομμάτια κι αυτό το έλλειμμα που μου δημιουργεί το ευχαριστιέται και το απολαμβάνει μέχρι κεραίας. 
Πώς να βαρεθώ λοιπόν ένα τέτοιο πλάσμα και πώς να το χωρίσω. Θα σας διηγηθώ τι μου συνέβη πρόσφατα.
Ήταν απόγευμα όταν με πήρε τηλέφωνο και μου είπε
-«Σου έχω τα ρούχα έτοιμα στο κρεβάτι, θα συναντηθούμε στις 11μμ στο μπαρ …..»
Δεν ήξερα το μπαρ και μου έδωσε περιοχή και διεύθυνση. Πήγα λίγο μετά της 11μμ. Αφού δυσκολεύτηκα να το βρω αλλά να βρω και μέρος να παρκάρω. Είχε πολύ κόσμο, λίγο φώς κι άγνωστες φάτσες. Έψαξα την Βαλέρια με τα μάτια αλλά δεν την βρήκα. Μου φάνηκε περίεργο γιατί η Βαλέρια ήταν αλκοολική με την ώρα. Προχώρησα στο μπαρ και παρήγγειλα μια βότκα straight. Κοίταξα ξανά το ρολόι κι άρχισα να ανησυχώ που η γυναίκα μου δεν ήταν εδώ. Κάποιος στο μπαρ μου έπιασε κουβέντα. Γρήγορα κατάλαβα ότι ήταν αδελφή και την έκοψα. Την πήρα στο κινητό αλλά δεν απαντούσε. Μια άλλη αδελφή ψιλοτραβεστί μου την έπεσε και με χούφτωσε κιόλας. Τότε είδα το περιβάλλον και κατάλαβα ότι είμαι σε gay bar. Πούστηδες και λεσβίες παντού. Έψαχναν τον νυχτερινό τους σύντροφο ή απολαμβάνανε με το ταίρι τους, την μουσική και την όλη ατμόσφαιρα. Τσατίστηκα. «Τι δουλειά έχουμε εμείς σε τέτοιο μαγαζί;» αναρωτήθηκα. 
-«Με ψάχνεις;» άκουσα μια γνώριμη φωνή και γύρισα.
Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Η Βαλέρια με κουστούμι ανδρικό, πουκάμισο, γραβάτα, με τα μαλλιά μαζεμένα σκέτος παίδαρος που μόνο τα τακούνια στιλέτο έδιναν ένα τόνο γυναικείο ή τραβεστί version. Το στόμα μου παρέμενε ανοιχτό γιατί πλάι της μια λέσμπο άγρια και καυλωμένη την κοίταζε σαν ξερολούκουμο και την κρατούσε έτοιμη να την κατασπαράξει, να την ξεσκίσει στο γαμήσι επιτόπου εδώ και τώρα με την ελάχιστη αφορμή. Δεν συνήλθα ούτε όταν την άκουσα να με προτρέπει…
-«Πήγαινε στο μπαρ να πεις ένα ποτό κι έρχομαι σε λίγο».
Απομακρύνθηκε στην πίστα ενώ μηχανικά πήγα στο μπαρ και πήρα ξανά κι άλλη βότκα διπλή αυτή τη φορά και σε ψηλό ποτήρι. Η Βαλέρια απροκάλυπτα δεχόταν τα πιασίματα της γκόμενας ενώ ανταποκρινόταν στα φιλία της φιλήδονα, με πάθος κι αισθησιασμό απρόσμενο. Ο πούτσος πετάχτηκε μόνος του πάνω και μου έγινε κάγκελο. Είχα απορροφηθεί από το θέαμα όταν άκουσα μια φωνή πλάι μου….
-«Πάμε στη τουαλέτα να σου τον ρουφήξω»
Γύρισα κι είδα ένα νεαρό να μου έχει μισανοίξει το παντελόνι και να χαϊδεύει τον καυλωμένο πούτσο μου. Άγνωστο για πόση ώρα ήταν αυτή η ιστορία κι εγώ δεν είχα πάρει χαμπάρι αποσβολωμένος από το θέαμα της Βαλέριας. Τον απέφυγα και τον απομάκρυνα με σχετική δυσκολία. Η Βαλέρια μου έκανε νόημα να πάμε προς την πόρτα. Είχε ξεμακρύνει κι αυτή από την λεσβία που χαμουρευότανε. Συναντηθήκαμε στην έξοδο κι εκεί που πήγα να μιλήσω μου είπε προστακτικά.
-«Πάμε σπίτι, γρήγορα. Θα τα πούμε εκεί»
Μπροστά με το δικό της αμάξι, πίσω εγώ με το δικό μου φτάσαμε σπίτι. Μπήκε πρώτη κι ακολούθησα. Κλείνοντας την πόρτα πίσω μου. 
-«Μην ανάβεις το φως» είπε.
Υπάκουσα. Όρμησε και με ένα υγρό, ηδονικό φιλί με ρούφηξε και με κατάπιε. Μέλωσα κι ανατρίχιασα ολόκληρος.
-«Βαλέρια….» πήγα να πω και με σταμάτησε. 
-«Βαλέριος…για σήμερα είμαι Βαλέριος».
-«Τι….» είπα σύξυλος
-«Βαλέριος. Δεν θες, δε γουστάρεις να πάρεις σήμερα ένα αγοράκι; Δε θες να ξεκωλιάσεις ένα καυλωμένο πουστράκι; Το έχεις ξανακάνει, έχεις πηδήξεις κανένα πούστη;»
Μου ψιθύριζε αφοπλιστικά, με χούφτωνε απολαυστικά και με καύλωνε εξαιρετικά. Αυτό δεν ήταν μυαλό ήταν το Kama Sutra ενισχυμένο. Η αλήθεια είναι ότι είχα πηδήξει μια φορά στον στρατό ένα λοχία μονιμά παντρεμένο με δυο παιδιά. Δηλαδή δεν τον είχα πάρει  μόνο μια φορά αλλά τον είχα ξεκωλιάσει με κάθε ευκαιρία για ένα τρίμηνο που έμεινα στο τάγμα. Το είχα πάρει τον καργιόλη και στο σπίτι του. Μια φορά όταν η γυναίκα του έλειπε στα ψώνια κι αυτός που είχε μείνει να φυλάει τα παιδιά, τα έβαλε να δούνε τηλεόραση και με έμπασε στην κρεβατοκάμαρα για να του σκίσω τον πάτο. Το είπα κατά λάθος στην Βαλέρια κι αυτή με φιλιά και με χάδια με είχε λιώσει. Είχε στηθεί με το στήθος στον τοίχο, μου έτριβε τον κώλο της στον πούτσο και με στροφή του κεφαλιού με χαλβάδιαζε στα φιλιά. Εγώ είχα χουφτώσει τους βύζους της που είχαν πεταχτεί από το πουκάμισο και τους άρμεγα κανονικά. Πήγαινα να της χουφτώσω και το μουνί  αλλά δεν με άφηνε. Συνέχιζε «Και τι του κανες…και πως του το έκανες…και τι κατάλαβες και τι ένοιωσες…πως γούσταρε…πως γούσταρα» με τις ερωτήσεις και το πασπάτεμα με είχε κάνει τούρμπο. Δεν άργησε να βάλει στο κόλπο και στόμα της. Έσκυψε κι άρχισε το τσιμπούκι ενώ εγώ δηγιόμουνα πως γαμούσα τον πούστη τον λοχία στο στρατό.
-«Έλα  πουστράκι να σε ξεσκίσω κι εσένα, γύρνα και στήσου» είπα ενω είχα φτάσει στα όρια μου.
-«Δε θα με γλείψεις κι εσύ λίγο» είπε ναζιάρικα ενώ σηκώθηκε όρθια κι ακούμπησε με την πλάτη στον τοίχο.
 Γονάτισα, άνοιξα το φερμουάρ του παντελονιού και το κατέβασα. Έμεινα!!!! Ένα πλαστικό strapon  λείο και μακρύ, γυάλιζε στο μισοσκόταδο.  Ήταν δεμένο με λεπτά λουριά πάνω της ενώ το πίσω μέρος του ήταν χωμένο μέσα της. Διπλός δηλαδή με ένα μέρος χωμένο στο μουνί της κι ένα δεύτερο μέρος με αρχίδια και καυλί που κουνιόταν στην μούρη μου.
-«Έλα πάρτον μου κι εμένα λίγο φτιάξε με» είπε με λάγνα και σβηστή από την καύλα φωνή.
Θολωμένος όπως ήμουνα, με το μάτι να γυαλίζει από την καύλα δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά. Το πήρα στο στόμα κι άρχισα να τον τρομπάρω με μανία. Η Βαλέρια παραμιλούσε αλλά δεν άκουγα τι έλεγε, τσιμπούκωνα… τσιμπούκωνα…. τσιμπούκωνα…Την γύρισα προς τον τοίχο και την υποχρέωσα να σκύψει. Πήγα στο πλάι το λουρί και το στρίνγκ και της τον κάρφωσα στον κώλο. Ήταν βούτυρο από την καύλα. 
-«Πάρτην ρε γαμιόλη, πάρτην ρε πούστρα….» ούρλιαξα κι άρχισα να γαμάω σαν τρελός. 
-«Μαλάκισε και τον πούτσο μου γαμιά μου» φώναζε η Βαλέρια.
Υπάκουσα. Τον έπιασα κι άρχισα να τον βαράω πιο πολύ προς τα μέσα παρά προς τα έξω. Στο διπλό ξεπάτωμα η Βαλέρια έλειωνε κι έχυνε. Ούτε κι εγώ κρατήθηκα και της γέμισα τον κώλο με σπέρμα. Δεν μου έπεσε ούτε πόντο όμως και συνέχισα να την τρυπάω και να την μαλακίζω. Δεν ξέρω πόσο κράτησε αυτό το ξεκώλιασμα όταν ένοιωσα μια δεύτερη ποσότητα σπέρματος να φεύγει από τ’ αρχίδια μου και να γεμίζει την σούφρα. Πέσαμε κι οι δυο κάτω χωρίς ανάσα. 
Τελειώσαμε. Εγώ τέζα ανάσκελα στο πάτωμα του χωλ κι η Βαλέρια πάνω μου. Μετά από τις πρώτες ανάσες κουλουριάστηκε στ’ αρχίδια κι άρχισε να μου καθαρίζει ότι είχε μείνει.  Ναι έτσι νόμιζα. Μου έγλειφε τον πούτσο γύρω-γύρω και τ’ αρχίδια μέχρι την ρίζα. Η γλώσσα της ακούμπησε τυχαία την σούφρα μου τσιτώθηκα. Την ακούμπησε ξανά, δεν ήτα τυχαίο, ηλεκτρίστηκα.  Ξανά, ξανά, ξανά κοκάλωσα. Σε λίγο είχα μουδιάσει όλος όταν το ένα της δάχτυλο μου την έπαιζε, το άλλο μου χάιδευε την αρχιδοσακούλα και το στόμα της μου τον τσιμπούκωνε που είχε γίνει κάγκελο. Την είδα που σύρθηκε πάνω μου με το μάτι της να γυαλίζει, το πρόσωπο με μια έκφραση αλλόκοτη και τα χείλη της ανοιχτά σαν βαμπίρ. 
-«Η σειρά μου τώρα» βρυχήθηκε.
Έστησε το strapon στην σούφρα μου κι έκανα κινήσεις να μου τον χώσει. Είχα κοκαλώσει, είχα παγώσει κι ήμουνα εντελώς αδρανής. Με πίεζε, ίσως και να μπήκε κάπως όταν έλυσε τα λουριά και με κίνηση αίλουρου καρφώθηκε στην καυλωμένη μου ψωλή. Κουνιόταν σε δικό της ρυθμό τεντωμένη έτοιμη να σπάσει. Το μυαλό της φευγάτο άγνωστο τι σκεπτόταν. Έβγαλε μια κραυγή κι έκανε το σώμα της τόξο όταν άρχισε να έχει απανωτούς σπασμούς. Έχυνε, έχυσα κι εγώ αλλά οι σπασμοί δεν σταματούσαν. Την πήρα αγκαλιά κι άρχισε να κλαίει από την έκσταση. Φιληθήκαμε και μείναμε ξεροί εκεί μέχρι το πρωί. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου