Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022

ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΩΛΑΡΑ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΧΑΙΡΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ

Δημοσιεύθηκε από iolaos69

Δεν έφτανε το κατακαλόκαιρο που αγριεύει τα κορμιά και κάνει την σεξουαλική επιθυμία πρόστυχη και ανάλαφρη συνάμα, δεν αρκούσε ο οδυνηρός και έντονος χωρισμός μας, η Νανά επιπλέον επέμενε να μου εξομολογηθεί τις εμπειρίες της με τις παρτούζες πριν και μετά την πολύχρονη σχέση μας.
Σε ένα από τα τελευταία γαμήσια μας, σε μια ερημική παραλία, η παραλίγο σύζυγος και συνεταίρος, μου εξιστόρησε πως ένα βράδυ όταν ήταν 24 χρονών, φοιτήτρια στην Κρήτη, κατέληξε να παρτουζώνεται μετά από οινοποσία, στο διαμέρισμα της με δυο άγριο-γκόμενους. Ταυτόχρονα ενώ μου περιέγραφε την ερωτική της περιπέτεια, έπαιζε και πιτσίλαγε με σάλιο τον πούτσο μου, που είχε γίνει σα μελιτζάνα από την καύλα που μου χάριζε η απροκάλυπτη πουτανιά της. Νόμιζα ότι την γνώριζα, αλλά τελικά δεν ήταν έτσι.
Σχεδόν σαδιστικά μου αφηγήθηκε το πως κανονίστηκε η παρτούζα με έναν εραστή της και το φίλο του, ενώ αυτή διατηρούσε και σταθερή σχέση με έναν άλλο κακομοίρη. Ο γαμιάς της ο "παράνομος" πρέπει να είχε "σφυρίξει" στο φίλο του τι "σούφρα" είχε η καργιόλα μου, γιατί το ενδιαφέρον των γαμιάδων, όπως μου είπε με περηφάνια, στράφηκε αμέσως στην κωλάρα της. Ο δικός της σε ρόλο σκηνοθέτη της άνοιξε αρχικά την τρύπα με μια σφήνα ενώ ο φίλος του είχε κάνει το στόμα της βεντούζα πάνω στον πούτσο του.
Καθώς την πίπωνα, πεσμένη στα τέσσερα στη ζεστή άμμο έβαλα δύο δάχτυλα στον κώλο της που δεν έφερε καμία αντίσταση. Άρχισα να τον πελεκάω καθώς στο μυαλό μου σχηματιζόταν καθαρά η εικόνα της βρώμικης παρτούζας που μου περιέγραφε. Φανταζόμουν τους τύπους να την έχουν εγκλωβίσει ανάμεσα στα καυλιά τους, να την λούζουν με κοσμητικά επίθετα και να την φτύνουν στο στόμα και το πρόσωπο όπως γούσταρε όταν καύλωνε πολύ.
Τη Νανά την είχα ερωτευτεί με ένα βρώμικο, σχεδόν πορνογραφικό τρόπο από την αρχή της σχέσης μας. Το πρώτο βράδυ που πηδηχτήκαμε είχε ξεκαβαλήσει το μουνάκι της από το καβλί μου γιατί δεν την έβρισκε κι άρχισε να γουστάρει μόνο όταν μόνη της έβαλε τον πούτσο μου μέσα στο κωλαράκι της. Βέβαια πλέον δεν θα μπορούσες να το αποκαλέσεις έτσι. Όχι μετά από αυτά που έκανα στην σούφρα της τα εφτά χρόνια που ήταν υπό την κατοχή μου. Την είχα ξεκωλιάσει κανονικά και όσο πιο πολύ τσαλαβούταγα στον ανώμαλο κόσμο των ερωτικών φαντασιώσεων τόσο περισσότερο γούσταρε αυτή.
Ο κώλος της είχε εκπαιδευτεί βέβαια πριν από εμένα από την ίδια αλλά κι από άλλους σίγουρα αρκετούς που τον είχαν χαρεί. 
Θυμάμαι ακόμα όταν αυνανίζομαι τις βρώμικες περιγραφές της εκείνη την μέρα στην παραλία που επιβεβαίωναν αυτό το γεγονός με τον πλέον παραστατικό τρόπο.
Μου είπε… "ο νέος έπαθε ότι είχες πάθει κι εσύ την πρώτη φορά, γαμούσε κώλο και δεν το είχε καταλάβει, νόμιζε ότι γαμάει μουνάκι υγρό, έτσι είναι το κωλί μο, σα μουνί είναι…" έλεγε ξαναμμένη.
Πήρα το θάρρος και έχωσα τον πούτσο μου στην τρύπα της. Με κάποια έκπληξη διαπίστωσα ότι ήταν κλειστή και χαλαρή ταυτόχρονα σαν να την είχε ανοίξει κάποιος πολύ πρόσφατα. ‘Όμως ρε παιδί μου ο κώλος ότι κι αν είχε πάρει μέσα του έδειχνε κι ήτανε ένα απίθανο ολοστρόγγυλο κουκλί χωρίς κανένα σημάδι του τι είχε αρπάξει. Έμοιαζε σαν ένα στενό αγάμητο σουφρί. Πρέπει η ελαστικότητα του να είναι εκπληκτική.
-Τι έγινε μωρό μου; Ρώτησα, τον γλεντάς τον κώλο σου τώρα που είμαστε χώρια;
-Αν το γλεντάω λέει; Τράβα ρώτα στην πιάτσα αυτούς που τον γλεντάν αγόρι μου, να πιείτε και κανένα καφεδάκι μαζί να τα πείτε… απάντησε σαρκαστικά.
-Όλο με ουρά θέλεις να είσαι πουτανάκι της είπα πειραχτικά
-Ρε συ οι μισές γυναίκες του πλανήτη είναι αγάμητες κι οι άλλες μισές κακογαμημένες. Είναι δυνατόν να έχουνε αυτή την πύλη της ηδονής κι αυτές να την έχουνε ή άθικτη ή ψιλοανενεργή. Το μουνί αγόρι μου θέλει παιχνίδι και γλείψιμο κι ο κώλος πούτσα και σκίσιμο. Ο οργασμός από το μουνί σε τρελαίνει κι ο οργασμός από τον κώλο σε πεθαίνει. 
Της άνοιγα αργά και ηδονικά την σούφρα, ξέροντας ότι πλέον δεν είμαι ο μόνος που έχει πρόσβαση στον πάτο της και ότι ενδεχομένως άνθρωποι που γνώριζα, στο ευρύτερο περιβάλλον μας, να ανακάλυπταν πλέον τα ένοχα μυστικά και βίτσια της Νανάς. "Χαλάλι της" σκέφτηκα, τέτοια κωλάρα δεν πρέπει να την χαίρεται μόνο ένας.
Ήταν κάτι που μου είχε πει η ίδια παλιότερα, ένα βραδύ όταν μιλάγαμε πρόστυχα για παρτούζες την ώρα που την ξεκώλιαζα συνοδεία δονητή. Ήθελε διπλό πούτσο το καργιολάκι και ήταν σχεδόν από την αρχή που το εξομολογήθηκε. Συγκεκριμένα φαντασιωνόταν να είμαστε σε κάποια άλλη πόλη, σε διακοπές, να έχουμε φτιαχτεί με αλκοόλ και χασίσι και μετά, μαζί με έναν άγνωστο να την πάρουμε παρτούζα. Για εμένα, όπως μου έταζε πάντα, θα κρατούσε το μουνάκι της ως υποτιθέμενη ένδειξη πίστης και στον άλλο θα έδινε τον κώλο της. Βέβαια εγώ ήξερα ότι στην πραγματικότητα ο κώλος μόνο της χάριζε οργασμό.
Αυτό το μοτίβο από εκείνη την στιγμή στοίχειωσε την σεξουαλική σχέση μας και έκτοτε ποτέ δεν απουσίασε η φαντασίωση της παρτούζας με άλλον άνδρα από το κρεβάτι μας. Ήταν σχεδόν σαν μια ψυχαναγκαστική εμμονή που έπαιρνα σάρκα με τη μορφή δονητών και πρωκτικών σφηνών που απαιτούσε να έχει στον κώλο της σχεδόν κάθε φορά που την έπαιρνα.
Εκείνη την μέρα στην παραλία, συνειδητοποίησα ότι αυτό που μου είχε περιγράψει σαν φαντασίωση είχε γίνει στην πραγματικότητα όταν αυτή ήταν φοιτήτρια και ποιος ξέρει πόσες άλλες φορές. Ένιωσα μαλάκας γιατί είχα ενοχές που της έβαζα ιδέες, ενώ αυτή, κρυφά από εμένα, ήταν μια έμπειρη παρτουζιάρα. Και τι παρτουζιάρα!!!! Άγρια. 
Μου είπε πως το βράδυ της φοιτητικής παρτούζας την πήραν μόνο πίπα κώλο, χωρίς προφυλακτικά και πως της τον έδιναν στο στόμα εναλλάξ και την έκαναν ρολόι. Της άρεσε η δυναμική μου είπε του να έχει ένα πούτσο στον κώλο και έναν στο στόμα γιατί ο ένας την έσπρωχνε πάνω στον άλλο.
Συνέχισα να ανοίγω τον άπιστο κώλο της με ένα παράξενο συνονθύλευμα συναισθημάτων να με καταλαμβάνει με κάθε σκίρτημα και κάθε υγρό ήχου του αφύσικου έρωτα μας.
Ένιωθα θυμωμένος, αρχικά, σχεδόν οργισμένος με το ψέμα που με φλόμωνε τόσα χρόνια. Από την άλλη όμως μέσα μου ξυπνούσε μια παράξενη ηδονοβλεπτική ζήλια που με ερέθιζε πρωτόγνωρα. Ένιωσα να χάνω και την τελευταία αναστολή μου για την παρτούζα και συνέλαβα τον εαυτό μου να σκέφτεται ότι έπρεπε οπωσδήποτε να μοιραστώ τον κώλο της πρώην μου, με κάποιον άλλο, κατά προτίμηση μεγάλο πούτσο. Ήθελα από κάποιο αρρωστημένο βίτσιο, που είχε φυτρώσει στο μυαλό και τον δυο μας, να δω ζωντανά μπροστά μου τον κώλο της να ανοίγει σαν τριαντάφυλλο από ξένο πούτσο. Η πίσω τρύπα της να ανήκει στην κυριολεξία σε άλλο γαμιά. Εγώ θα επιφορτιζόμουν με το καθήκον να προετοιμάσω το πουτανάκι μου. Να του σαλιώσω καλά το κωλαράκι και να το ανοίξω με τη μεγάλη τάπα, μέχρι να μπει ο καλεσμένος μας με άνεση μέσα. Μετά θα είχα το γενικό πρόσταγμα του ξεκωλιάσματος.
Αυτό ήθελε η πουτάνα μου; Αυτό θα γινόταν σκέφτηκα και βγήκα από την τρύπα της απότομα με αποτέλεσμα η σούφρα της να κάνει μερικούς βίαιους σπασμούς. Για μερικά δευτερόλεπτα θαύμασα την τρύπα της που μια έχασκε ορθάνοιχτη και μια έκλεινε σαν να είχε αυτονομηθεί από το υπόλοιπο σώμα. Ύστερα, μην αντέχοντας άλλο, έχυσα άγρια μέσα στο στόμα της και εκείνη πρόθυμα καθάρισε το καυλί μου. Ρούφαγε τον πούτσο με λαιμαργία, θαρρείς και η γεύση της αλμύρας και του πρωκτικού οργασμού που αναδυόταν από τη βάλανο και τις πρησμένες φλεβίτσες του να την ερέθιζαν περισσότερο. Μετά από κάποια ώρα βρώμικου πεοθυλασμού κάτω από τον καυτό ήλιο και κάμποσο φραστικό παιχνίδι, φύγαμε από την παραλία, ανανεώνοντας το ερωτικό μας ραντεβού για την επόμενη. 
Είχα αποφασίσει να το πάω μέχρι τέρμα με τη Νανά. Έπρεπε τώρα που η σχέση μας είχε ουσιαστικά λήξει να μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε τουλάχιστον την κοινή μας φαντασίωση. Σκεφτόμουν πως όταν θα πήγαινα να την δω την επόμενη, να την προκαλούσα να καλέσει κάποιον από τους γαμιάδες της για να την δω επιτέλους ζωντανά να γαμιέται πίπα-κώλο με έναν άλλον πουτσαρά να ανοίγει την σούφρα της. Βίζιτα κανονική δηλαδή με πρωταγωνίστρια το μικροκαμωμένο κρυφό πουτανάκι μου, που τρελαινόταν στην ιδέα. Τι τσόντα είχα πλάι μου τόσα χρόνια και δεν το ήξερα;… σκέφτηκα.

Ο ΑΝΙΨΙΟΣ ΤΟΥ ΜΑΧΜΟΥΤ

 Δημοσιεύθηκε από fesastolan

Το βράδυ της Τετάρτης ο Μαχμούτ μας τηλεφώνησε. Η ετήσια άδειά του είχε τελειώσει, είχε γυρίσει από το Πακιστάν και μαζί του είχε φέρει και τον νεαρό ανιψιό του, τον Αμπντελά, ένα 20χρονο παλληκάρι. Ρώτησε τη Μαίρη αν μπορούσε να τον φέρει για το πρώτο του σεξ και ότι είχε καταφέρει να του μάθει κάποια λίγα Ελληνικά ώστε να καταλαβαίνει μερικές λέξεις. Η Μαίρη συμφώνησε, αλλά θα έπρεπε να κανονιστεί για την Παρασκευή το βραδάκι, για να είμαστε χαλαροί στο σπίτι.
Το βράδυ της Παρασκευής, οι δικοί μου κράτησαν τον μικρό, λέγοντάς τους πως είχαμε κανονίσει να πάμε επίσκεψη σε κάποιους κουμπάρους μας. Έτσι, κατά τις 9 επικοινώνησε η Μαίρη με το Μαχμούτ και πήγα να τους πάρω από το σπίτι του και να τους φέρω σε εμάς. Η Μαίρη δε φορούσε κάτι το ιδιαίτερο. Η περίσταση απαιτούσε όσο το δυνατό λιγότερα και αποκαλυπτικά ρούχα. Μία άσπρη πουκαμίσα χωρίς σουτιέν και ένα ελαφρύ παντελόνι-φόρμα χωρίς κιλότα... ήταν αρκετά. Ε... άντε και ένα πολύ ελαφρύ μακιγιάζ για να δείχνει πιο όμορφη και λίγο χτενισμένο μαλλί. Βαμμένο ξανθό και μακρύ ως την πλάτη.
Βέβαια όλα αυτά θα σας φαίνονται παράξενα και πιθανά να βγάλετε λάθος συμπεράσματα για την γυναίκα μου την Μαίρη, εμένα τον Μαχμούντ κλπ αλλά για να εξηγήσω θέλω σελίδες και συνέχεις για το τι έχει συμβεί μεταξύ μας. Στα γρήγορα εγώ με την Μαίρη είμαστε ένα ζευγάρι παντρεμένο μ’ ένα μικρό γιο που είχαμε καλές σεξουαλικές επαφές μέχρι που γνωρίσαμε τον Μαχμούτ. Η γυναίκα μου είναι δημόσιος υπάλληλος κι εγώ έχω μια μικρή επιχείρηση μεταφορών. Εκεί γνώρισα τον Μαχμούτ  σαν πακιστανό εργάτη που έκανε κάποια μεροκάματα part time. Στην αρχή δεν του είχα δώσει σημασία αλλά πολύ γρήγορα τον διέκρινα για την εργατικότητα και την φιλοτιμία του και τον προτιμούσα σ’ όσες δουλειές είχα. Έτσι είχαμε μια πολύ οικεία και φιλική σχέση, μου έκανε μάλιστα και θελήματα προς το σπίτι μιας και καθότανε προς την δική μου κατεύθυνση. Έτσι τον γνώρισε κι η Μαίρη αλλά τίποτα παραπάνω ώσπου μια φορά είχα μείνει μέχρι αργά στην επιχείρηση κι άκουσα κάποιο θόρυβο στην αποθήκη. Μπήκα κι έμεινα με το στόμα ανοιχτό ο Μαχμούτ είχε στριμώξει μια υπάλληλο πίσω από κάτι κιβώτια και την ξεμούνιαζε. Αυτή έσκουζε και χτυπιόταν από την ηδονή. Η πρώτη μου σκέψη ήταν να παρέμβω και να τους πετάξω έξω και τους δυο όμως κρύφτηκα και παρακολούθησα το θέαμα. Την γαμούσε για πολύ ώρα κι αυτή παραμιλούσε από την καύλα. Δεν περίμενα να δω τέτοιο θέαμα ούτε από την γυναίκα που ήταν παντρεμένη και σοβαρά ούτε κι από τον Μαχμούτ. Αυτή γαμιότανε σαν την τελευταία πουτάνα και τον παίνευε και τον παρακαλούσε να μη σταματήσει. Έμοιαζε σαν να την είχαν χτυπήσει 1000 watt σεξουαλικής ισχύος από το απίθανο γαμήσι του πακιστανού επιβήτορα. Όταν τελειώσανε αυτή έδειχνε σαν αλλοπαρμένη κι επαναλάμβανε ότι τέτοιο πράγμα δεν της είχε ξανασυμβεί τον αποκαλούσε χαϊδευτικά δε ‘Shane’. Πήγα σπίτι κι όρμησα στην Μαίρη και την ξέσκισα. Απορημένη από την ξαφνική και τεράστια επιθυμία μου ρωτούσε να μάθει τι είχε συμβεί και της τα είπα όλα. Ακολούθησε και δεύτερος γύρος αρκετά πιο έντονος. Εκεί έμαθα ότι το ‘Shane’ αφορούσε μάλλον τον ‘Shane Diesel’ έναν μαύρο πορνοστάρ ψωλαρά που είναι φαντασίωση πολλών γυναικών. Από τότε ο Μαχμούτ είχε μπει έντονα στις φαντασιώσεις μας και μας συντρόφευε σχεδόν σε κάθε μας συνεύρεση. Το σεξ μεταξύ μας είχε γίνει εντονότερο και συχνότερο. Πόθος και των δύο να τους ξαναπιάσω και να φωνάξω και την Μαίρη. Όσο και να προσπαθούσα όμως τίποτα. Πριν δυο χρόνια παραμονή της 28 Οκτωβρίου πήγα βράδυ στο μαγαζί για να πάρω έναν φάκελο που μου χρειαζόταν. Είδα ένα αμυδρό φως στην αποθήκη και πλησίασα προσεκτικά. Ήταν ο Μαχμούτ και η κυρία που την γαμούσε άγρια. Έστειλα μήνυμα στην Μαίρη που έφτασε ξεπαπούτσωτη. Με το που τους είδε έπαθε πλάκα. Ο Μαχμούτ ήταν ξαπλωμένος κάτω και την είχε από πάνω του με τον κώλο κα την ξεκώλιαζε ενώ αυτή νομίζοντας ότι είναι μόνη ούρλιαζε, τον προκαλούσε και τον παρακαλούσε να την ξεσκίσει ενώ τον κοσμούσε με επίθετα «παιδαρά μου», «παλικάρι μου», «ψωλαρά μου», «καύλα μου», «Shane μου», «γαμιά μου» αλλά και επιθετικές προτροπές «σκίσε ρε καργιόλη άντρα», «πέθανε με την πουτάνα», «στείλε με ξεπατωμένη στον άντρα μου το βράδυ», «άνοιξε μου την σούφρα που να μη μπορώ να κάτσω μια βδομάδα», «κάνε μου το μουνί στιφάδο την γαμιόλα και τον κώλο τζιγεροσαρμά να τα ταΐσω στον άντρα μου τον κερατά» κ.ά. Η καύλα μας είχε κτυπήσει κόκκινο. Τα ζουμιά της Μαίρης τρέχανε στα μπούτια της. 
-Πήδα με μου λέει η Μαίρη
Εγώ τα έχασα αλλά δεν μ’ άφησε περιθώριο να σκεφτώ. Όπως ήταν αυτή μπροστά κι εγώ από πίσω της, μου βουτάει τον πούτσο και τον χώνει στο μουνί της. Εμείς τους βλέπαμε και γαμιόμαστε σαν τα σκυλιά κι αυτοί εν αγνοία τους γαμιότανε νομίζοντας πως είναι μόνοι. Χύσανε αυτοί, χύσαμε κι εμείς. Αυτοί φύγανε γιατί τους περιμένανε οι συνβίοι τους στο σπίτι κι εμείς σχεδόν ξημερώσαμε με δεύτερο και τρίτο γύρο για μένα για η Μαίρη μπορεί και να ‘χυσε τις πολλαπλάσιες φορές. Από τότε ο κύβος εριφθει. Ο Μαχμούτ έπρεπε να πάρει πραγματική κι όχι φαντασιακή θέση στο κρεβάτι μας. Τα χείλη της δεν το είπαν αλλά τα μάτια της, το κορμί της, το σώμα της κι η ψυχή της το φώναξε «θες να το κάνω εν αγνοία ή εν γνώσει σου να με βλέπεις να το χαίρομαι και να το ευχαριστιέμαι μπροστά σου και μαζί σου;» Ασφαλώς κι επέλεξα το δεύτερο μόνο που η συντηρητικότητα μας δεν μας επέτρεπε να του το πούμε στα ίσια «σε θέλουμε στο κρεβάτι μας» κι έτσι έπρεπε να φτιάξουμε σκηνικό. Τον φωνάξαμε σπίτι να βγάλει τα πράγματα για να φτιάξουμε την αποθήκη. Η γυναίκα μου με ένα ριχτό αποκαλυπτικό φουστάνι τον προκαλούσε όλη μέρα. Το βράδυ που έπρεπε να τον γυρίσω σπίτι του προφασίστηκα πόνο στην μέση κι έτσι έπρεπε να γυρίζει με τα πόδια. Η γυναίκα μου τότε πρότεινε να μείνει στο σαλόνι για να ξεκινήσει πρωί την μεταφορά και να τελειώνει. Δέχτηκε με δισταγμό. Φάγαμε, ήπιαμε και τις μπύρες μας κι εγώ ξάπλωσα για την μέση μου στο δωμάτιο του παιδιού που ήτανε στους δικούς μου. Η Μαίρη στο δωμάτιο μας κι ο Μαχμούτ στο σαλόνι. Για να πάει στο μπάνιο έπρεπε να περάσει μπροστά από το δωμάτιο μας. Όταν πήγε η Μαίρη άρχισε να παίζει το μουνάκι της και να βογκάει. Ο Μαχμούτ βγαίνοντας καρφώθηκε. Διακριτικά έκανε πως προσπερνάει αλλά ξαναγύρισε. Μία-δυο στήθηκε στην πόρτα και τον έπαιζε. Η Μαίρη με νόημα τον προσκάλεσε. Την πλησίασε και τον έβαλε στο μουνί της να το γλύψει. «Ναι» ήταν η κραυγή της και το σύνθημα. Πήγα κι εγώ. Ο Μαχμούτ τρόμαξε αλλά γρήγορα κατάλαβε την ιστορία. Πέσαμε στο κρεβάτι και τον γαμήσαμε και μας γάμησε. Από τότε έγινε απαραίτητο μέρος της σεξουαλικής μας ζωής, ο φυσικός δονητής μας. Μας έμαθε πράγματα και μας απελευθέρωσε. Πολύ αργότερα μάθαμε ότι δεν ήταν πακιστανός αλλά πολυνήσιος από το νησί Σαμόα αλλά όταν νεαρός είχε φτάσει εδώ βρήκε στήριξη, προστασία και θαλπωρή από την πακιστανική κοινότητα, παντρεύτηκε και πακιστανή κι έτσι παρίστανε τον πακιστανό. Αυτό εξηγούσε πολλά για την σεξουαλική συμπεριφορά του όπως μας φανερώθηκε με τον καιρό.. 
Ο Μαχμούτ δεν έλεγε ποτέ όχι στην οποιαδήποτε δική μας πρόσκληση ότι ώρα και να ήταν και στις 3 τα ξημερώματα. Πότε όλοι μαζί και πότε μόνο με την Μαίρη την γαμούσαμε ή την γαμούσε όποτε το γούσταρε και το επιθυμούσε. Έχουν γίνει αυτό το διάστημα πολλές κι απίθανες φάσεις που θα σας τις διηγηθώ με τον καιρό αλλά τώρα θα ξεκινήσω από την τελευταία. 
Συστήθηκαν λοιπόν με τον Μαχμούτ και τον Αμπντελά και χωρίς πολλά-πολλά πιάσαμε λίγο την κουβέντα για να γνωριστούν καλύτερα. Ωστόσο, η Μαίρη φρόντιζε κατά στιγμές να κάθεται σε ελαφρώς αποκαλυπτική στάση, έχοντας ήδη ξεκουμπώσει 1-2 κουμπιά στο στήθος της, για να κάνει το μικρό να αρχίσει να καβλώνει. Είχε καθίσει στον απέναντι καναπέ, δίπλα στον Μαχμούτ και είχε σκύψει ελαφρώς μπροστά για να φαίνεται τουλάχιστον το ένα βυζί από το πλάι.
Πέρασε λίγη ώρα και αφού γνωριστήκαμε, η Μαίρη κι εγώ αλλάξαμε θέσεις και κάθισε δίπλα του. Ελευθέρωσε και τα υπόλοιπα κουμπιά του πουκαμίσου της, ώστε να φανεί το θεσπέσιο στήθος της και για να τον προκαλέσει να τη χαϊδέψει. Πέρασε το χέρι της πίσω από το κεφάλι του και τον άφησε να τη χουφτώνει. Ο Μαχμούτ είχε ήδη καβλώσει κι εκείνος. Είχε βγάλει το καβλί του και το χάιδευε απαλά. Όταν τον ρώτησα αν ο μικρός ενοχλείται από την παρουσία μας κι από αυτάπου κάνουμε, μου είπε πως δεν τον πείραζε. Του το είχε κουβεντιάσει για να είναι προετοιμασμένος.
Τα χάδια και από τους δύο άρχισαν να γίνονται πιο έντονα, όσο τα λεπτά κυλούσαν. Φιλιά και χάδια στα στήθια της Μαίρης και στο λαιμό της και εκείνη να του παίζει απαλή μαλακία στο καυλωμένο του εργαλείο, που δεν ήταν και ευκαταφρόνητο! Ένας 17ρης σίδερο. Η Μαίρη έσκυψε και τον πήρε στο στόμα της, κάνοντάς τον να λιγωθεί και να καβλώσει ακόμα περισσότερο. Το στόμα της ανεβοκατέβαινε γλυκά πάνω στο εργαλείο του, κάνοντάς του συνεχώς παιχνίδια με τη γλώσσα της. Τα σάλια άρχισαν να τρέχουν πάνω στο καβλί του και ο ίδιος άρχισε να χάνει τον κόσμο γύρω του. Κάποια στιγμή σηκώθηκε και ελευθέρωσε χώρο στον καναπέ, ενώ εγώ χαμήλωσα αρκετά τα φώτα για να κάνω λίγη ατμόσφαιρα. Ο καναπές είναι αρκετά μεγάλος και τους χωρούσε και τους δύο άνετα. Η Μαίρη, ολόγυμνη, άνοιξε τα πόδια της και με λίγη βοήθεια από το Μαχμούτ, εξήγησε στον Αμπντελά πως να της γλείψει λίγο την ξυρισμένη και καθαρή κλειτορίδα. Εκείνος έσκυψε πάνω στα μουνόχειλα της και άρχισε να τα γλείφει σιγά-σιγά, κάνοντάς τη να αναστενάζει. Τον άφησε να τη γλείψει για 2-3 λεπτά για να απολαύσει λίγο ακόμη.
Έχοντας ήδη υγράνει καλά τα χειλάκια της με τη γλώσσα του, τον τράβηξε πάνω της. Έπιασε απαλά το καβλί του και έπαιξε λίγο με το κεφαλάκι του στα υγρά της χειλάκια, μέχρι να γλιστρήσει σχεδόν μόνο του μέσα της. Δεν χρειάστηκε καθόλου προσπάθεια και κόπος. Γλίστρησε μέσα της και άφησε έναν βαθύ αναστεναγμό απόλαυσης, έχοντας τα μάτια του κλειστά. Άρχισε να το ζει. Άρχισε να ζει το θαυμαστό κόσμο του μουνιού.
Η Μαίρη σήκωσε λίγο ακόμη τα πόδια και τις λαγόνες της για να τον βοηθήσει να γλιστρήσει ολόκληρος μέσα της. Τον σήκωσε από το στήθος, βάζοντάς τον να στηριχτεί στα χέρια του, ώστε να την κοιτάζει κιόλας όσο κουνιέται μέσα της. Γύρισε και κοίταξε τον Μαχμούτ με ηδονικό βλέμμα, με απαλούς αναστεναγμούς και ένα ελαφρύ χαμόγελο στο στόμα της.
-Μου αρέσει ο μικρός. Γαμάει ωραία, μετά είναι η σειρά σου; Εντάξει;… ρώτησε. 
Ο Μαχμούτ της έγνεψε κι εκείνος με ένα χαμόγελο, ενώ εξακολουθούσε να χαϊδεύει τον πούτσο του χαζεύοντας το γαμήσι που της έκανε ο ανιψιός.
-Πεσ’ του ότι αν θέλει μπορεί να χύσει μέσα μου που είχε καυλώσει πολύ με την φάση.
Ο Μαχμούτ το είπε στο μικρό και ο μικρός έγνεψε καταφατικά με το κεφάλι του κοιτώντας τον. Ο μικρός, για την πρώτη του φορά, δεν άντεξε και πάρα πολύ. Σε πολύ λίγο ήταν έτοιμος να χύσει. Τα κουνήματά του έγιναν λίγο πιο έντονα. Η Μαίρη άρχισε να τον παροτρύνει.
-Έτσι αγόρι μου. Έλα μωρό μου. Χύσε μέσα μου... αχ...
Ο μικρός καταλάβαινε αρκετά καλά και σε λίγα δευτερόλεπτα έχυνε μέσα της. Έκλεισε ξαφνικά τα μάτια του, άνοιξε το στόμα του και έβγαλε δυνατούς αναστεναγμούς, καθώς τίναζε το σπέρμα του στον κόλπο της. Η Μαίρη τα ένιωσε να την καταβρέχουν. Έκλεισε και εκείνη τα μάτια της και γύρισε στο πλάι το κεφάλι της αφήνοντας απαλά βογγητά, όσο τα ένιωθε να την πλημμυρίζουν και να κυλάνε μέσα της. Ο μικρός σταμάτησε να κουνιέται. Ξάπλωσε λίγο πάνω της, βάζοντας το κεφάλι του πλάι στο δικό της.
Η Μαίρη μόλις είχε γευτεί την πρωτιά του κι ήταν ικανοποιημένη αλλά παρέμενε με ανοιχτά τα πόδια έτοιμη να πάρει τον Μαχμούτ. 
Ο Μαχμούτ όμως πήρε ένα τηλεφώνημα κι έφυγε μαζί με τον ανιψιό του αφήνοντας την Μαίρη στα κρύα του λουτρού.  
-Έλα μου λέει δεν αντέχω θέλω να γαμηθώ
Ξάπλωσα πάνω της κι άρχισα τα φιλιά τα χουφτώματα και της τον έχωσα στο φρεσκογαμημένο της μουνί. Πλησιάζοντας στο αυτί της, της είπα ψιθυριστά.
-Αν του ‘παιρνες και κανένα 20ευρώ θα ήσουν μια 100% ολοκληρωμένη πουτάνα…
Έβγαλε μια κραυγή. Με τις λαγόνες και τα πόδια της μ’ έδεσε σφιχτά σαν χταπόδι πάνω της. Τα χέρια ανάλογα με περιβάλουν σαν βόας και τα νύχια της μου ξεσκίζουν τις σάρκες της πλάτης μου ενώ η γλώσσα της ρουφά την δική μου σαν να θέλει να την ξεριζώσει και να την καταπιεί. Έτσι δεμένοι σαν σε γόρδιο δεσμό χύνει πατητά δυο φορές μέχρι που τ’ αρχίδια μου της αδειάζουν ότι έχουν στο μουνί της. Όταν βρήκαμε τις ανάσες μας και αγκάλιασμα χαλάρωσε είπε
-Καμία φορά μια λέξη είναι πιο διεγερτική από το καλύτερο καυλί είπε και κοιμήθηκε….
Είναι ξημερώματα Κυριακής, γύρω στις 4. Με τη Μαίρη, έχουμε φύγει από το κέντρο που διασκεδάζαμε στην παραλιακή. Είχαμε κερδίσει μια μέρα μόνοι μας αφού οι δικοί μου κράτησαν τον μικρό με την υπόσχεση να φάμε μαζί τους την Κυριακή το μεσημέρι. Όλη μερα χαμουρευόμαστε σε ανάμνηση της συνάντηση της με τον πρωτάρη πακιστανό και το βράδυ το ρίξαμε έξω. Έχει πιει αρκετά. Εγώ πολύ λιγότερο γιατί θα οδηγούσα. Το πολύ αλκοόλ την έχει φτιάξει και την έχει φέρει σε διάθεση για σεξ. Φοράει μαύρο μακρύ φόρεμα με σκίσιμο στο πλάι και αρκετά ανοιχτό V στο μπούστο. Βγαίνοντας από την παραλιακή και προχωρώντας μερικά ακόμη χιλιόμετρα, με χαλαρωμένη πλέον την κυκλοφορία, αναμμένο το καλοριφεράκι στη χαμηλή "σκάλα", τραβάω το φόρεμά της και της χαϊδεύω το μπούτι πάνω από το καλσόν. Ανταποκρίνεται ανοίγοντας λίγο τα πόδια της.
-Σου αρέσει μανάρα μου; Θέλεις να φας πούτσο;
-Θέλω, αλλά πρόσεχε και στο δρόμο.
-Θέλεις να φας και λίγο Πακιστανικό σε παρτουζίτσα; Ο Μαχμούτ είναι πάνω απόψε. Να τον πάρω τηλέφωνο;
-Παρ' τον λέει λιγομένα….
Καλώ τη γραμμή του φυλακίου και μετά από 5 χτυπήματα μου απαντά. Ο Μαχμούτ μια από τις πολλές δουλείες που κάνει είναι και τα ρεπό των νυχτοφυλάκων σε μεγάλη εταιρία. Είναι μαζί με τον ανιψιό του, τον Αμπντελά και ένα συμπατριώτη του που φεύγει το πρωί για το Πακιστάν. Του είπα ότι γυρίζουμε και χωρίς πολλά-πολλά συνεννοούμαστε να πάμε από 'κεί. Ταράχτηκα και καύλωσα, παρτούζα 4 δεν την έχουμε πάρει ποτέ, ευκαιρία να το απολαύσω το μωρό μου καρφωμένο από παντού. Φτάνουμε σε 20 λεπτά, περνάμε την πύλη και παρκάρουμε από πίσω. Η Μαίρη είναι αρκετά βαβουριασμένη και παραπατάει λίγο. Ο Μαχμούτ βάζει τα γέλια με το που τη βλέπει. Τη βοηθάμε να μπει μέσα, ενώ ο Μαχμούτ μας λέει ότι είναι αρκετά ζεστά. Καλησπερίζουμε και βλέπω με έκπληξη ότι στο φυλάκιο έχουν τοποθετήσει και ένα παλιό κρεβάτι από το ιατρείο, για τις νυχτερινές βάρδιες. Καθόμαστε μαζί τους κι ανάβουμε ‘τσιγάρο’ για να ηρεμήσουμε και να φτιαχτούμε λίγο, ενώ τα αυτιά μας ακόμη βουίζουν από τα ηχεία του κέντρου. Όχι όμως σε σημείο να μην ακούμε.
Η Μαίρη κάθεται και βάζει τα πόδια σταυρωτά, αποκαλύπτοντας το ένα της πόδι και οι υπόλοιποι έχουν χαζέψει. Ενώ τα λέμε λιγάκι μεταξύ μας, ο Μαχμούτ που κάθεται δίπλα της από την άλλη πλευρά, ακουμπά το χέρι του πάνω στο πόδι της, χαϊδεύοντας την απαλά στο εσωτερικό του μηρού της. Η Μαίρη κατεβάζει το πόδι της για να του αφήσει περισσότερη πρόσβαση. Της δίνει το ‘τσιγάρο’ τραβάει δυο γερές ρουφηξιές και το παράρει στον συμπατριώτη του ενώ της, ελευθερώνει κι το άλλο της πόδι, αυτή περνάει τα χέρια της ανάμεσα στα πόδια των δύο μας και αρχίζει να μας χαϊδεύει, ενώ γυρίζει το κεφάλι της για ένα τρυφερό γλωσσόφιλο με τον Μαχμούτ. Οι άλλοι δύο που συζητούσαν μεταξύ τους ενώ τα βλέμματά τους έχουν καρφωθεί στη μαύρη δαντελωτή κιλότα της, βγάζουν τα ήδη φουσκωμένα καβλιά τους και τα παίζουν. Περνάω το ένα μου χέρι ανάμεσα στα βυζιά της και τα πασπατεύω. Δεν αντέχει άλλο. Σηκώνεται, της κατεβάζω το φουστάνι στη μέση για να φανούν τα στήθη της και της ανεβάζω φουστάνι το υπόλοιπό για να φανούν τα υπέροχα πόδια της. Ξαπλώνει στο ιατρικό κρεβάτι, ακουμπώντας το κεφάλι της πάνω στο μαξιλαράκι. Σηκώνει τα πόδια και τα ανοίγει. Περνάει τα χέρια της πάνω από το κεφάλι, αφήνοντας τα στήθια της να κρέμονται ελεύθερα δεξιά και αριστερά.
-Παιδιά, ένας-ένας σας παρακαλώ. Όχι όλοι μαζί λέει λάγνα.
Γαμώτο σκέπτομαι πάει η παρτούζα αλλά τέλος πάντων θα την πάρουμε νουμεράδα όπως οι πουτάνες. Συμφωνούμε. Πρώτος μπαίνει μέσα της ο συμπατριώτης του Μαχμούτ. Στηρίζει τα πόδια στους ώμους του, χουφτώνει και τα βυζιά της κι αρχίζει να τη γαμάει με κανονικό ρυθμό. Η Μαίρη, απλώς έχει γύρει το κεφάλι της στο πλάι και με κλειστά μάτια απολαμβάνει το ζεστό καυλί μέσα της αφήνοντας αναστεναγμούς. Ο γαμιάς της δεν κρατιέται για πολύ ακόμη και μετά από 5 λεπτά τελειώνει μέσα της.
Έρχεται η σειρά του Αμπντελά. Πριν καλά-καλά προλάβει να βγει από τον κόλπο της ο πρώτος, χώνει το καβλί του και της κρατάει τα πόδια ανοιχτά από τα γόνατα. Κρατάει τον ίδιο ρυθμό, αλλά μπαίνει μέσα της λίγο πιο δυνατά, χτυπώντας τα αρχίδια του πάνω στον κώλο της. Μετά από λίγο της αφήνει τα γόνατα, χουφτώνει τα στήθια της και συνεχίζει για 1-2 λεπτά ακόμη, μέχρι να χύσει κι αυτός μέσα της.
-Μαχμούτ, θα μπεις ή θα μπω; ρωτάω
-Μπες πρώτος φίλε. Περιμένω λέει ο Μαχμούτ
Μπαίνω μέσα της, στηρίζοντας τα πόδια της στους ώμους μου και χουφτώνοντας κι εγώ τα στήθια της. Το μουνί της είναι η απόλαυση. Υγρό, ζεστό, χαλαρό και χυμένο.
-Σου αρέσει το αποψινό, μανάρα μου; Τι ρωτάω.
-Αχ… καύλα είναι, το ήθελα πολύ.
-Εσύ δεν θα χύσεις;
-Θα χύσω στο τέλος με τον Μαχμούτ. Αχ, τι κάβλα είναι αυτή γλυκέ μου...
Δεν αντέχω κι εγώ πολύ, από τη θέα του κορμιού της. Σε πολύ λίγο, χύνω και εγώ μέσα της και έτσι ξερά την παρατάω και την αφήνω στο έλεος του Μαχμούτ.
Μπαίνει μέσα της αυτός κρατώντας της τα πόδια ανοιγμένα και λίγο χαμηλά. Αναστενάζουν και οι δύο από ηδονή. Κοιτάζονται στα μάτια και η Μαίρη περνάει το χέρι στην κλειτορίδα της και την τρίβει. Κουνιέται μέσα της με αργό ρυθμό, αλλά από την πολλή απόλαυση δεν αντέχει και αυτός για πολύ. Αλλά ούτε και εκείνη. Σε λιγότερα από 2 λεπτά καρφώνει βαθιά το καβλί του και χύνει μέσα της, ακίνητος, αυτή έχει σπασμούς και φτάνουν σε οργασμό Όταν οι σπασμοί του ηρεμούν, σκύβει να της δώσει ένα φιλί και σηκώνεται για να ντυθεί.
-Ε!!! Που πάτε ρωτάει η Μαίρη, με το ορντέβρ θα μείνετε; Δεν θα με ταΐσετε όλοι μαζί;
Αυτό ήταν εγώ έπεσα πάνω της και την πλάκωσα στα γλωσσόφιλα. Με μια κίνηση γύρισα εγώ από κάτω κι αυτή από πάνω μου καβάλα. Αφού ο πούτσος μου βολεύτηκε άνετα μέσα της, τα βυζιά της τρίβονταν στο στήθος μου και τα γλωσσόφιλα συνέχισαν εντονότερα κάποιος πήγε πίσω της κι άρχισε να γλύφει και να παίζει με την σουφρίτσα της. Τα χνωτα και τα σάλια του μου φούσκωναν και μου ύγραιναν τ’ αρχίδια. Αυτό δεν κράτησε πολύ γιατί στήθηκε στην μπούκα της τρύπας της κι άρχισε να την παραβιάζει. Ο πούτσος ζοριζόταν στο μουνι της καθώς ο κώλος της γέμιζε με καυλωμένο κρέας. Βογκούσε αλλά προσπαθούσε να μας χωρέσει μέσα της. Σε λίγο είχαμε συντονιστεί και την γαμούσαμε ρυθμικά ενώ ένας άλλος θαρρώ ο Αμπντελά της τον έδινε τσιμπούκι λίγο πιο πάνω από το στόμα μου. Ο τέταρτος έμενε ρέστος οπότε αλλάξαμε θέσεις. Κάθισα κάθετα στο κρεβάτι. Έγειρα να ακουμπάω την πλάτη στον τοίχο και την πήρα από πάνω μου μπαίνοντας στον κώλο της. Έγειρε το σώμα της προς τα πίσω κι η πλάτη της ξάπλωσε στο στήθος μου. Σήκωσε τα πόδια της και πάτησε με τις πατούσες στους μηρούς μου. Το μουνί της σ’ αυτή την θέση ήτανε ανοιχτό και ‘φώναζε’ γαμήστε με. Μπήκε ο πρώτος όρθιος ανάμεσα στα μπούτια μας και της τον κάρφωσε στο μουνί. Οι δύο άλλοι ανέβηκαν πάνω στο κρεβάτι όρθιοι και της τον έδιναν εναλλάξ τσιμπούκι. Οι τύποι φτιαχνότανε από τα τσιμπούκια και της γαμούσανε το μουνί. Ο κώλος της είχε περάσει δαχτυλίδι στον πούτσο μου. Είκοσι πόντους ψωλή και δεν είχε αφήσει έξω ούτε χιλιοστό!!!! Την χύσαμε όλοι και πέσαμε ταύλα. Το γνωστό και σύνηθες ξενέρωμα μετά από γαμήσι, που είχε ωράριο μας έκανε να θελήσουμε ένα ακόμη τσιγάρο. Το κάναμε και τους αφήσουμε για να πάμε για ύπνο. Η ώρα είχε πάει πια 6:30 πμ.

ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ

 Δημοσιεύθηκε από feastolan

Άλλη μία εβδομάδα δουλειάς έφτασε στο τέλος της. Παρασκευή βράδυ. Η Μαίρη έχει καθυστερήσει να φύγει από τη δουλειά της στο λογιστήριο κι έτσι αναγκάζεται να πάρει νυχτερινό δρομολόγιο για να γυρίσει στο σπίτι. Φοράει ένα ολόλευκο πουκάμισο και ίδιο χρώμα σουτιέν, το οποίο μετά βίας κρύβει τα μεγάλα στήθια της. Από πάνω, μόνο με μία ελαφριά ζακετούλα. Από κάτω, μια μακριά μαύρη φούστα χωρίς καλσόν και ένα ζευγάρι πέδιλα.
Το λεωφορείο καθυστερεί να έρθει. Ελάχιστα άτομα περιμένουν πια στη στάση, καθώς η ώρα είναι προχωρημένη, περί τις 9. Μαζί με όλους τους υπόλοιπους και ένας νεαρός Πακιστανός που ακούει μουσική με τα ακουστικά του κινητού του.
Μετά από 15 περίπου λεπτά, το λεωφορείο έρχεται. Μόνο η Μαίρη και ο Πακιστανός μπαίνουν και μάλιστα από την ίδια πόρτα. Εκείνος προτιμά να σταθεί όρθιος, ενώ εκείνη κάθεται στη γαλαρία, καθώς το λεωφορείο είναι σχεδόν άδειο. Μόνο 1-2 άτομα, επίσης ξένοι στο μπροστινό μέρος. Ο ένας όρθιος, ίσα που καλύπτει και τον καθρέφτη του οδηγού.
Η Μαίρη κάθεται αναπαυτικά στο κάθισμα δίπλα στο παράθυρο. Στριμώχνει την τσάντα της από τη μέσα μεριά και σηκώνει τη φούστα της μέχρι λίγο πάνω από τα γόνατα, ώστε να πάρουν αέρα τα μπούτια της από τη ζέστη που επικρατεί μέσα εκεί. Το λεωφορείο ξεκινάει γρήγορα και συνεχίζει το δρομολόγιο. Δεν έχει ιδιαίτερη κίνηση, αλλά η διαδρομή της επιστροφής έχει λίγο "μέλλον".
Κάποια στιγμή, ο Πακιστανός βαριέται την ορθοστασία και κάθεται και αυτός στο παραδίπλα κάθισμα. Έχει όμως ήδη "μπανίσει" τη Μαίρη με τον τρόπο που κάθεται. Η Μαίρη με καλεί από το κινητό της για να μου πει πως επιτέλους γυρίζει, ενώ πιάνουμε λίγο την κουβέντα. Εκείνη μου μιλά χαμηλόφωνα.
«Έχει κόσμο το λεωφορείο;»  ρώτησα «Όχι, δεν έχει σχεδόν καθόλου. Μόνο δύο άτομα μπροστά και εγώ με έναν νεαρό Πακιστανό τέρμα πίσω. Εκείνος ακούει μουσική. Και κάνει και ζέστη μέσα εδώ.» Όση ώρα μιλάμε, η Μαίρη ρίχνει επίσης κλεφτές ματιές στον νεαρό. Έχει ήδη βάλει το χέρι του ανάμεσα στα πόδια του και σκαλίζει με τρόπο το εργαλείο του. Κάποια στιγμή, γυρίζει και τη ρωτάει για κάποια στάση. Όλως τυχαίως, είναι η στάση στην οποία θα κατέβει και εκείνη. Ακολουθεί κι άλλη μία ερώτηση για την ώρα. Η Μαίρη κοιτάζει το ρολόι της και του απαντά με ήρεμο χαμόγελο. «Τι έγινε ρε μανάρι; Τι λέτε;» ξαναρώτησα. «Με ρώτησε για μία στάση και τι ώρα είναι.» 
«Πως τον βλέπεις; Καλός;» επέμενα. «Εντάξει μωρέ, νεαρός είναι. Καλός. Δεν είναι κι άσχημος. Λοιπόν... τι λέγαμε; Α, ναι…»
Συνεχίζαμε την κουβέντα μας μέχρι να επιστρέψει. Η Μαίρη γυρίζει σταυροπόδι και η φούστα της αποκαλύπτει περισσότερο μπούτι. Ο Πακιστανός αρχίζει να παθαίνει πλάκα. Προσπαθεί πλέον να πλησιάσει για να της βάλει χέρι και σκαρφίζεται να τη ρωτήσει πως λέγεται ο δρόμος που βρίσκονται, γιατί δε θέλει να χάσει τη στάση. Η Μαίρη δεν του δείχνει πως ενοχλείται που τη διακόπτει. Μάλιστα του λέει να παραμείνει κοντά της για να τον ειδοποιήσει πότε θα κατέβουν. Ενώ με το ένα της χέρι κρατάει το κινητό, σηκώνει και το άλλο και το στηρίζει στο χερούλι μπροστά της, αφήνοντάς του το "ελεύθερο" για να την αγγίξει.
Ο Πακιστανός με τρόπο πλησιάζει το χέρι του και ακουμπάει δειλά το μπούτι της από κάτω. Ο φωτισμός είναι σχετικά αδύναμος και το λεωφορείο αρκετά μεγάλο κι έτσι δεν πολυφαίνονται. Η Μαίρη συνεχίζει να μιλάει σαν να μη συμβαίνει τίποτα και τα δάχτυλα του Πακιστανού αρχίζουν να χαϊδεύουν την επιδερμίδα της. «Μωρό μου, μπορώ να σε αφήσω τώρα γιατί νιώθω ότι μου βάζει χέρι;» μου λέει κι εγώ απαντώ «Ναι κορμάρα μου, θα τα πούμε σε λίγο.»
Βάζει το κινητό στην τσάντα της και στηρίζει το κεφάλι με το χέρι της κοιτώντας έξω από το παράθυρο. Το χέρι του Πακιστανού χαϊδεύει το μπούτι της. Εκείνη αδιάφορη. Σε κάποια φάση κατεβάζει το πόδι της και σηκώνει λίγο πιο ψηλά τη φούστα της, κάτω από το κάθισμα. Το χέρι του χώνεται μέσα στη φούστα και χαϊδεύει πλέον τη μπουτάρα της κανονικά. Γυρίζει λίγο προς το μέρος του και το χέρι της αγγίζει το καβλί του, το οποίο ο νεαρός έχει βγάλει έξω. «Τι είναι μανάρι μου; Γουστάρεις να γαμήσεις;» τον ρωτάω. «Εσύ πολύ ωραίο γυναίκα. Θέλω να σε γαμήσω.» λέει με σπαστά ελληνικά που με καύλωσε και μόνο η προφορά τους. Τον βάζει να καθίσει σιγά-σιγά και με τρόπο στη θέση της, ενώ εκείνη κάθεται στα πόδια του. «Μην κάνεις τίποτα. Άστα όλα σε μένα. Και μη μιλήσεις καθόλου» του λέω. «Εντάξει, ντεν κάνει τίποτα» απαντά.
Κάθεται πάνω του και ρίχνει εντελώς τη φούστα πάνω στα μπούτια της, ενώ από κάτω όλα είναι ελεύθερα. Κλείνει τα χέρια της μπροστά και με το ένα λύνει τα κουμπιά της πουκαμίσας και βγάζει τα στήθια της από το σουτιέν. Παραμερίζει το δαντελωτό κιλοτάκι της, πιάνει το καβλί του, το τρίβει λίγο πάνω στα μουνόχειλά της και μόλις το κεφαλάκι βρίσκει το δρόμο για την τρύπα της και γλιστρά μέσα, το βυθίζει όλο στον κόλπο της. Αρχίζει να κουνιέται όσο γίνεται πιο σιγά για να μη γίνουν περισσότερο αντιληπτοί. Πιάνει το ένα του χέρι και το περνάει μέσα από την πουκαμίσα, για να του δείξει πως μπορεί να τη χουφτώσει και στο στήθος. Μόλις αγγίζει το στήθος της ο Πακιστανός, ξαφνικά δεν αντέχει και χύνει μέσα της.
Η Μαίρη δε σηκώνεται. Συνεχίζει να κουνιέται πάνω του, καθώς το καβλί του δεν έχει πέσει στο παραμικρό. Η καύλα τη ζορίζει πολύ από το να κρύψει την ηδονή από το πρόσωπό της. Το μόνο που καταφέρνει ακόμη να κάνει, είναι να διατηρεί μισόκλειστα τα μάτια της και κλειστό το στόμα της, προσπαθώντας να αναπνέει από τη μύτη. Γουστάρει τρελά αυτό που συμβαίνει μέσα στο λεωφορείο.
Μετά από κάμποση ακόμη διαδρομή και πάνω στην παραζάλη της, αντιλαμβάνεται πως σε λίγα λεπτά θα πλησιάσουν τη στάση. Απομένουν 3' μέχρι να φτάσουν. Η σκέψη που περνάει από το μυαλό της… "δεν γαμιέται, ας το κάνω". Σηκώνεται από πάνω του και κάθεται κανονικά μπροστά του, βυθίζοντας ξανά μέσα της το καβλί του.
«Σε λίγο φτάνουμε. Έτσι σε θέλω τώρα» του λέει. Χώνει το κεφάλι του μέσα στα στήθια της, τον αγκαλιάζει και τον καβαλάει πλέον κανονικά. Με το κεφάλι του χωμένο, η Μαίρη καυλώνει ακόμα περισσότερο. Κλείνει τα μάτια και απολαμβάνει τη σκληράδα του να σκάβει μέσα της. Να τρίβεται στο υγρό της μουνί. «Χύσε πάλι μέσα μου…» του λέει και ο Πακιστανός νομίζει ότι βλέπει όνειρο. 
Απομένουν ακόμη δύο στάσεις, ενώ ο Πακιστανός είναι έτοιμος να ξαναχύσει. Της αρπάζει τα κωλομέρια και τα πιέζει μέχρι να νιώσει τον πούτσο του να τερματίζει στη μήτρα της. Ξαναχύνει. Και μάλιστα πολύ. «Αχ, τα νιώθω. Αχ, μωρό μου… τα νιώθω!» λέει ψιθυριστά ενώ στην πραγματικότητα θέλει να ουρλιάξει. Το λεωφορείο φτάνει στη στάση. Η Μαίρη μόλις προλαβαίνει να καταλάβει πως πρέπει να πατήσει το κουμπί. «Γαμώ την πουτάνα μου, θα χάσουμε τη στάση» λέει νευριασμένη.
Δεν προλαβαίνουν καν να ανασκουμπωθούν, ενώ η Μαίρη προλαβαίνει να σηκώσει το φερμουάρ της ζακέτας για να βγει. Ευτυχώς, η στάση δεν έχει πολύ φωτισμό και καθόλου κόσμο. «Έλα μαζί μου. λίγο παρακάτω είναι το σπίτι μας…» του λέει και με παίρνει από το κινητό. «Έλα, να σου πω, έχω τον Πακιστανό μαζί μου. Έχουμε ήδη πηδηχτεί δύο φορές και γουστάρω κι άλλο». «Καλά, κατάλαβα» λέω «Ελάτε. Φαίνετε σου άρεσε;». «Ναι, πολύ κι αυτά που έχω στο μυαλό ακόμη περισσότερο» λέει κι η φωνή της αντανακλά την καύλα της.
«Θέλω να με ξαναγαμήσεις για να τελειώσω. Αντέχεις;» τον ρωτάει. «Ναι, ναι πολύ αντέχω, τέλω πολύ κι εγώ γκαμήσει» απαντάει. «Είναι ο άντρας μου στο σπίτι, αλλά μην τρομάξεις. Δεν πειράζει.» 
Κλείσαμε την συνομιλία και σε λίγο χέρι-χέρι φτάνουν στο σπίτι και μπαίνουν φουριόζοι. Ο Πακιστανός τρομάζει λίγο όταν με βλέπει, αλλά η Μαίρη δεν κρατιέται άλλο και τον τραβάει στο δωμάτιο. Ευτυχώς, ο μικρός έχει μείνει στη γιαγιά του για απόψε.
«Γδύσου!» του λέει επιτακτικά η Μαίρη και βγάζει κι αυτή επιτόπου τα ρούχα της και ξαπλώνει ολόγυμνη και σηκώνει πίσω τα πόδια της. Ο Πακιστανός δεν έχει ξεκαυλώσει εντελώς. Ξαπλώνει επάνω της και της χώνει ξανά τον πούτσο του. Με λίγα ακόμα κουνήματα, καταφέρνει να την κάνει να χύσει κολπικά. Ενώ προσπαθεί να ηρεμήσει, εκείνος συνεχίζει να τη γαμάει προσπαθώντας και εκείνος για μία τρίτη φορά. «Εγώ τελείωσα μαυρούκο μου και ηρέμησα. Τώρα μπορείς να ξαναχύσεις και εσύ» του λέει με ένα γλυκό χαμόγελο και μία ηρεμία στο βλέμμα της, τον νιώθει να κουνιέται ολόκληρος μέσα της. Δεν του λέει ούτε λέξη. Βάζει τα χέρια της πάνω από το κεφάλι της και αφήνεται να τη γαμάει. Βρίσκω ευκαιρία και τη ρωτάω πως έγινε. Μου εξήγησε όσο προλάβαινε πριν τελειώσει μέσα της για τρίτη φορά.
Μετά από λίγο, ακούγεται έτοιμος να τελειώσει. Χώνεται όλος μέσα στη λεκάνη της και της αδειάζει για τρίτη φορά το σπέρμα του. Μόλις τελειώνει, γυρίζει και ξαπλώνει δίπλα της, στη θέση τη δική μου. Πριν περάσει μισό λεπτό, ο πούτσος του έχει "μαζέψει", ενώ εκείνος μόλις καταφέρνει να ξαναβρεί τις ανάσες του. Με κοιτάζει κουρασμένος.
«Συγκνώμη φίλος» λέει απολογητικά. «Δεν πειράζει βρε 'συ. Αρκεί που το θέλατε και οι δύο» τον καθησυχάζω. Μετά από λίγο, ο νεαρός ξαναντύνεται και ετοιμάζεται να φύγει. Δε ρωτήσαμε καν το όνομά του, ούτε ζητήσαμε τηλέφωνο. Δεν προτιμήσαμε τίποτα απ' τα δύο. Ίσως ήταν καλύτερα να υπάρχει και κάτι "ανώνυμο" στις αμαρτίες μας. Μας ευχαρίστησε, τον ευχαριστήσαμε και έφυγε μέσα στη νύχτα. Η Μαίρη μπήκε στο μπάνιο για να πλυθεί και εγώ ξάπλωσα για να δω μία ταινία στην τηλεόραση, περιμένοντάς τη για να κοιμηθούμε.
Δεν κατάλαβα πότε και πως ήρθε από πίσω μου εκεί που καθόμουν στον καναπέ. Ένοιωσα τα χέρια της αργά κι ηδονικά να ξεχύνονται από την πλάτη πίσω προς το στήθος. Να προχωρούν προς τα κάτω σε ρυθμό αργόσυρτου μπλουζ, να παρασέρνουν ότι βρίσκουν στο διάβα τους και να αγκαλιάζουν τα δάχτυλα πρώτα κι ύστερα οι παλάμες τον πούτσο μου. Αφέθηκα. Σε λίγο ακολούθησε και το σώμα της. Σαν χέλι ξεχύθηκε από πάνω προς τα κάτω. Αρχικά τα χειλάκια της ξεκίνησαν από το κεφάλι μου μετά τα βυζάκια ήρθαν να γλείψουν τα δικά μου χείλη χωρίς να τους κάτσουν να τα πιπιλίσω. Ούτε το μουνάκι ή τα μπουτάκια της κάτσανε να τα γλείψω. Σαν εσάρπα το σώμα της διέτρεξε το δικό μου από πάνω κι αντίθετα κι ήρθε και κουλουριάστηκε στα σκέλια μου κρατώντας ακλόνητα το καυλί μου που δεν το άφησε ούτε δευτερόλεπτο. Με το ένα χέρι μου έπαιξε τα αρχίδια και με το άλλο κρατούσε το καυλί μου και το ρουφούσε. Δεν άντεχα άλλο και τα άδειασα όλα μέσα στο στόμα της τα ήπιε χωρίς να αφήσει γραμμάριο. Δεν με άφησε όμως συνέχισε να με τρομπάρει μέχρι που μου τον ξανασήκωσε. Την έριξα πάνω στο χερούλι του καναπέ. Το σώμα της μέσα και τα πόδια της απ’ έξω. Πήγα πίσω της και χώθηκα στην σούφρα της με την μια. Ήταν μαλακός και με περίμενε. Τόση ώρα με έφτιαχνε η πουτάνα για να την ξεσκίσω. Την ξεκώλιαζα έτσι για κανένα μισάωρο. Έσκουξε, βογκούσε αλλά το γούσταρε. Άλλωστε γι αυτό τα έκανε όλα. Δεν ξέρω πόσες φορές έχυσε, εγώ πάντως όταν δεν άντεχα άλω της τα πέταξα όλα στο λαγούμι, την πήρα αγκαλίτσα και κοιμηθήκαμε.

ΜΕΤΑΞΥ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Δημοσιεύθηκε από xrayman

Έχουν περάσει σχεδόν δύο μήνες από εκείνη τη μέρα κι ακόμη αδυνατούμε να ξεκαθαρίσουμε τι απ’ όλα αυτά που ζήσαμε ήταν πραγματικότητα και τι φαντασία. 
Ήταν οι πρώτες μέρες του Νοεμβρίου όταν βρήκαμε δύο θέσεις σε μια τουριστική εκδρομή που αντέχαμε οικονομικά να επισκεφτούμε για τέσσερεις μέρες την Πόλη. Είμαστε ένα ώριμο ζευγάρι που έχουμε βγει πρόσφατα στην σύνταξη, σοβαρές υποχρεώσεις δεν έχουμε μιας και τα παιδιά μας έχουν τις δικές τους ζωές οπότε αυτές οι μικρές αποδράσεις μας ευχαριστούν και μας ανανεώνουν. Λόγω οικονομικής εκδρομής οι πτήσεις δεν θα ήταν απ’ ευθείας αλλά δια μέσω μιας βαλκανικής πρωτεύουσας πρώτα που ήταν η έδρα της αεροπορικής εταιρίας κι από εκεί στην Πόλη. 
Κατά την αναχώρηση ξεκινήσαμε πρωί από Αθήνα και φτάσαμε στην Πόλη λίγο μετά το μεσημέρι. Κουραστικό λίγο το ταξίδι αλλά τι να κάνουμε η σύνταξη δεν επέτρεπε πολυτέλειες. Φτάσαμε στο ξενοδοχείο το οποίο βρισκόταν κοντά στην πλατεία Ταξίμ και ευτυχώς ήταν καλό. 
Την επόμενη ξεκίνησε η περιήγηση. Δεν ήταν η πρώτη φορά στην Πόλη, την είχαμε επισπευτεί και παλιότερα με τα παιδιά όταν ήταν γυμνάσιο, αλλά πάντα η Πόλη σε ενθουσιάζει. Οι μέρες στην Πόλη πέρασαν καταπληκτικά χωρίς απρόοπτα από το πρακτορείο ταξιδίου και φτάσαμε στην τελευταία νύχτα πριν την αναχώρηση. Την επομένη θα πετούσαμε πάλι μέσω της βαλκανικής πρωτεύουσας στην Αθήνα. Το πρακτορείο για το τέλος είχε διασκέδαση προαιρετικά σε νυχτερινό κέντρο με οριεντάλ μουσική, ανατολίτικους χορούς και τραγούδια. Αν και κουρασμένοι είπαμε να μη το χάσουμε. Πράγματι πήγαμε και περάσαμε πολύ ωραία. Είχαμε πολύ κέφι κι η γυναίκα μου τους κούφανε όταν ανέβηκε στο τραπέζι να χορέψει τσιφτετέλι. Πολλά αντρικά μάτια γουρλώσανε από το ρυθμό, την κίνηση και τον αισθησιασμό της. Πάντα το χόρευε καλά αλλά αυτή την νύχτα ήταν τέλεια. Είχε καυλώσει πολλά αρσενικά είχε καυλώσει κι εμένα
Στο ξενοδοχείο που γυρίσαμε ξεσκιστήκαμε. Εδώ θα πρέπει να σας πω ότι είμαστε αρκετά ενεργείς στο σεξ τώρα μάλιστα που έχουμε πολύ χρόνο και λίγες έννοιες του δίνουμε και καταλαβαίνει. Παίζουμε με νέες ιδέες, διαβάζουμε ιστορίες, βλέπουμε τσόντες, έχουμε έντονες, ιδιαίτερα προκλητικές και ‘βρώμικες’ φαντασιώσεις που προσπαθούμε να τις αναπαραστήσουμε όσο πιο πολύ πειστικά και ρεαλιστικά μπορούμε υποδυόμενοι ρόλους και χρησιμοποιώντας όργανα και βοηθήματα όπως δονητές, τσιμπίδια, dildos, strapon, πραγματικά ομοιώματα κ.ά. που έχουμε κατά καιρούς προμηθευτεί. Έχω γίνει για τις ανάγκες των παιχνιδιών αυτών υδραυλικός, μπάτσος, pizza delivery boy, κερατάς που οι διαρρήκτες με δέσανε και μου γαμήσανε την γυναίκα, φαντάρος, ταχυδρόμος κ.ά. ενώ αυτή έγινε αδελφή νοσοκόμα, γειτόνισσα, κουμπάρα, bar woman, πουτάνα, μάλιστα τον τελευταίο ρόλο τον έπαιξε τόσο πειστικά που στήθηκε ένα βράδυ στην Αθηνάς κι έκανε πεζοδρόμιο με κάποιους περαστικούς κι ένα αυτοκίνητο. Δεν έγινε τίποτα βέβαια. Κάποια αργκό πειράγματα κονόμησε και  κάποια νταλαβέρια για την τιμή έκανε όχι για να συμφωνήσει αλλά για να παίξει εμένα στο απέναντι πεζοδρόμιο «Μου δίνει τόσα το παλικάρι εσείς κύριε;» φώναξε «τα διπλά» είπα «θα πάω με τον κύριο, λυπάμαι άλλη φορά θα τη βρούμε» του είπε κι ήρθε σ’ εμένα. Φουντώσαμε με τη φάση και βγάλαμε τα μάτια μας σ’ ένα φθηνό ξενοδοχείο της περιοχής. 
Τρίτα πρόσωπα γνωστά ή άγνωστα είναι συχνά μέσα σ’ αυτές τις φαντασιώσεις και τα παιχνίδια μας αλλά ποτέ δεν προσπαθήσαμε να τις βιώσουμε πραγματικά. Έτσι κι εκείνο το βράδυ τα λάγνα βλέμματα που προκάλεσε η γυναίκα μου, ο πόθος που ήταν ορατός στα βλέμματα των θαμώνων, είχαν φουντώσει την καύλα μας. Είχαμε πολύ διάθεση για παιχνίδι, οι διάλογοι μας ήταν προκλητικά καυτοί και τα αλληλοπειράγματα αληθοφανή επίσης. «Ποιον γούσταρε;», «Ποιον θα ‘παιρνε;», «Ποιο γούσταρα εγώ να την γαμήσει;», «Θα πληρωνότανε;», «Θα τη γαμούσα ή θα την έβλεπα;», «Θα την παίρναμε παρτούζα ή θα την άφηνα μόνη και θα μου ‘ρχοτανε το πρωί καταγαμημένη από παντού στο ξενοδοχείο;». Η πούτσα μου έβραζε, οι τρύπες της καίγανε, τα δάχτυλα μου χορεύανε, η γλώσσα μου επίσης αλλά δεν φτάνανε να σβήσουν την πυρκαγιά που είχανε όλες οι ερωτογενής της περιοχές μουνί, κώλος, χείλη, λαιμός, στήθη με ρώγες κανόνια, λαγόνες, κοιλιά, μπούτια δεν είχαμε φέρει και κανένα από τα βοηθήματα για να παίξουμε αλλά πώς να φέρεις; Να σε πιάσουνε οι  τούρκοι και να πας σε καμιά φυλακή σαν το εξπρές του μεσονυκτίου; Η καύλα όμως τέχνες κατεργάζεται. Πήρα μια καπότα και την γέμισα με βαμβάκι που βρήκα στο μπάνιο κι έτσι έφτιαξα ένα αξιοπρεπή φαλό που βοήθησε λίγο τα πράγματα αλλά δεν έφτανε να σβήσει την φωτιά. Τότε πήρα ένα πλαστικό μπουκάλι coca-cola το γέμισα με καυτό νερό, τύλιξα με βαμβάκι ξια να είναι μαλακό και το ‘χωσα σε μια καπότα. Το βοήθημα αυτό ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικό, θες το βάρος του, θες η ζέστη του, θες ο όγκος και το στήσιμό του την ξετρέλαναν. Το έχωσε μέσα της και το έχυσε δυο επανωτές φορές, χώρια τις άλλες από το άλλο βοήθημα, τα χέρια, την γλώσσα και τον πούτσο μου. Η γυναίκα μου είναι πολυοργασμική και το επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά.
Την άλλη μέρα είμαστε όλο ζαχαρώματα, υπονοούμενα και πειράγματα από την  είτε τρώγαμε πρωινό, είτε φτιάχναμε τα πράγματα μας για την αναχώρηση, είτε πηγαίναμε προς το αεροδρόμιο. «Δεν κρατιούνται τα υγρά σου, ξεχειλίζουν» της είπα κάποια στιγμή. «Αφού δεν άφησες τα λιγούρια να μου τα ρουφήξουν χθες στο κέντρο» ανταπάντησε. «Σιγά μην τους καθόσουνα» αντέτεινα. «Ας μ’ άφηνες και θα ‘βλεπες» με κάρφωσε. «Δεν κατάλαβα να κακοπέρασες χθες» την κόντραρα.  «Άλλο πούτσα γλυκέ μου κι άλλο μπαμπάκι και κουτάκι» μου πέταξε. «Ξεψαρώσαμε τώρα και δεν μας κάνει ο δονητής;» της την γύρισα. «Το μπλέντερ σε κουνεί η πούτσα σε γαμεί» μου είπε θριαμβευτικά που με τάπωσε. «Σκάσε μωρή καργιόλα με καύλωσες» είπα. «Τώρα που θα φτάσουμε στο αεροδρόμιο μανάρι μου θα στον ρουφήξω όλον στις τουαλέτες και μετά θα κάτσω πάνω του για να μου σπάσει την μήτρα». Είχαμε ξεφύγει και κινδυνεύαμε να μας πάρουν χαμπάρι. Τελικά φτάσαμε όλο χαρά στο αεροδρόμιο κι εκεί μας ήρθε η μπούφλα. Η αεροπορική εταιρία είχε αναστείλει όλες της τις πτήσεις. Επικρατούσε κομφούζιο. Κάποιοι βρήκανε πτήσεις με άλλες εταιρίες. Οι περισσότεροι ξεμείναμε. Το γραφείο είχε τρεις εναλλακτικές προτάσεις. Ή θα φεύγαμε οδικώς με πούλμαν του γραφείου ή θα αναμέναμε στο αεροδρόμιο σε λίστες αναμονής άλλων εταιριών κι όποτε φεύγαμε με κίνδυνο να διανυκτερεύσουμε εκεί ή θα μπαίναμε σε πτήσεις της επόμενης μέρας και θα μέναμε σε ξενοδοχείο με δική μας χρέωση. Οι περισσότεροι έμειναν να περιμένουν στο αεροδρόμιο. Αρκετοί έφυγαν με πούλμαν και καμιά δεκαριά προτιμήσαμε να μείνουμε σε ξενοδοχείο και να φύγουμε την επομένη. Το ταξιδιωτικό γραφείο μας έκλεισε πτήση για την επομένη στις 8μμ, μας έδωσε όνομα και διεύθυνση ξενοδοχείου και μας είπε πώς να πάμε με το μετρό. Δεν φεύγαμε όλοι μαζί ούτε μέναμε στο ίδιο ξενοδοχείο. Φύγαμε οι δυο μας και πήραμε το μετρό. Το νέο ξενοδοχείο μας ήταν στην περιοχή Ακσαράι περίπου 800μ από τη στάση του μετρό και πολύ κοντά  στη θάλασσα. Φτάσαμε αργά το μεσημέρι και το δωμάτιο ήταν ευρύχωρο. Φάγαμε γιτι ήταν πια απόγευμα και ξεκουραστήκαμε από την ταλαιπωρία της μέρας. Όταν βγήκαμε είχε νυχτώσει, πήγαμε για καφέ κι ύστερα βόλτα στην παραλία.. Εκεί που βαδίζαμε σ’ ένα πάρκο υπήρχαν δυο μουσικοί ο ένας βιολί κι άλλος μπεντίρ που έπαιζαν θαυμάσια ανατολίτική μουσική με μοντέρνα έκφραση. Καθίσαμε σε παγκάκι τους δώσαμε χρήματα και τους απολαμβάναμε. Πήγα κι έφερα παγωτά τσιγάρα και μπύρες. Περαστικοί καθόταν τραβούσαν βίντεο κάποιοι τους έβαζαν χρήματα στην ανοιχτή θήκη του βιολιού κι έφευγαν οι μόνοι που έμεναν σταθεροί είμαστε εμείς. Η μουσική μας είχε φτιάξει, τους προσέφερα μπύρες και χρήματα και συνέχισαν. Το κέφι είχε ξανάρθει. Θυμηθήκαμε τα χθεσινά κι αρχίσαμε τα πειράγματα. «Φαντάσου να σου σέρνει το δοξάρι στο μουνάκι σου ο βιολιτζής» της είπα σε μια δόση. «Θα το έφερνες να μου το παίξει;» ρώτησε προκλητικά. «Γιατί όχι θα τον κάνουμε ανθρώπινο δονητή, Ποιος το ξέρει, ποιος θα μας δει; Αρκεί να μη κωλώσεις» την πρόγκισα περιπαικτικά. «Αν εσύ δεν κωλώνεις φέρε τον μου Εγώ εντωμεταξύ πάω στο ξενοδοχείο να φτιαχτώ» είπε και σηκώθηκε κι έφυγε αφήνοντας με σύξυλο. Έμεινα εκεί μετέωρος μη ξέροντας τι να κάνω. Αλήθεια ή Θάρρος; Παιχνίδι ή πραγματικότητα; 
Μετά από κάποια ώρα μπήκα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Ήταν εκεί. Καθότανε και κάπνιζέ. Φορούσε ένα νεγκλιζέ κομπινεζόν με τιραντάκι και τις ψηλοτάκουνες γόβες της. Ήταν σταυροπόδι κι έπαιζε το πάνω πόδι της ηδονικά. Γύρισε και με κοίταξε λοξά. «Τον έφερες ή κώλωσες;» μου πέταξε ειρωνικά. «Τον έφερα» είπα. Με κοίταξε υποτιμητικά και μου είπε «Και πού ‘ντον;» «Έξω» είπα και συνέχισα «τον θέλεις σίγουρα;» Σηκώθηκε ήταν πολύ όμορφη και αισθησιακή «Γιατί να μην τον θέλω; Πούτσα θα φάω κι εσύ θα βλέπεις ή το πολύ θα με γαμήσεις κι εσύ. Διπλό καλό για μένα, μισό για σένα;» είπε με το ίδιο σνομπ υφάκι. «ΟΚ» είπα ξερά κι όρμησα προς την πόρτα «Σταμάτα» άκουσα τη φωνή της πίσω μου. Γύρισα κι είδα άλλη εικόνα. Ήταν έτοιμη να καταρρεύσει. Ο φόβος κι η αγωνία ήταν έντονα στο πρόσωπο της. Πήγα διπλά της. Την αγκάλιασα. «Τι συμβαίνει;» ρώτησα αλλά αντί απαντήσεως μπλέξαμε σ’ ένα παθιασμένο φιλί διαρκείας. Όταν ξεκολλήσαν τα χείλη αλλά τα σώματα παρέμεναν δεμένα την άκουσα να μου ψιθυρίζει απολογητικά σχεδόν με κλαφτά «Το θέλω, το θέλω πολύ αλλά φοβάμαι. Όταν κωλώνω ηρεμώ κι όταν ηρεμώ θλίβομαι και νευριάζω που δεν το ‘κανα»  Την κράτησα πιο σφιχτά στην αγκαλιά μου, δεν είπα τίποτα και συνέχισε. «Το ξέρω ότι κι εσύ θα θελες να με δεις να γαμιέμαι. Άλλο να γαμάς κι άλλο να βλέπεις. Άλλη ηδονή, άλλη κατάσταση. Όταν βλέπεις, βλέπεις θέσεις, στάσεις, εντάσεις, ηδονές, λεπτομέρειες. Το μάτι είναι πύλη ηδονής. Κι εγώ θα ήθελα να σε δω να πηδάς άλλη. Είναι ερεθιστικό να βλέπω τι της προκαλείς πως εκδηλώνεται πως αντιδρά.» Μιλούσε και παραμιλούσε μαζί. Ερεθιζότανε από το λόγο της. Τώρα καθότανε ο ένας απέναντι στον άλλο και συνέχιζε «Ναι δε στο κρύβω και άντρα θα ήθελα να σε δω να πηδάς Μπρατσωμένο αθληταρά λούκρα του κερατά. Να τον πηδάς σαν κωλομπαράς όμως όχι σαν bi αλλαξοτσίμπουκα κι έτσι. Ξεκώλιασμα κανονικό κι από κάτω εγώ να με γαμάμει από το γαμήσι που του ρίχνεις. Να τον ξεπατώνεις και να με ξεμουνιάζει κι εμένα. Και παθητικό κι αδύναμο θέλω να δω να τον ξεσκίζεις. Να στον κρατώ αγκαλιά και να τον ξεκωλιάζεις. Οι πούστηδες γαμιούνται απελπισμένα λες και δεν υπάρχει αύριο κι είναι ωραίο να τους βλέπεις. Έτσι θέλω κι εγώ να γαμηθώ μ’ άλλο απελπισμένα. Θέλω να με βλέπεις και να με πηδάς με τα μάτια πρώτα κι ύστερα με την ψωλή αλλά φοβάμαι. Φοβάμαι το μετά, είναι άγνωστο και δεν το ξέρω. Θα ‘θελα το ‘πριν’ να προσπεράσει το ‘παρόν’ σα να μην υπήρξε, και να γίνει ‘μετά’ με τα πράγματα ίδια. Όπως σε ταινίες στο μοντάζ. Όπως τον υπολογιστή που κανείς delete και το ‘παρόν’ εξαφανίζεται. Θα ήθελα το ‘μετά’ να είναι σαν να μη συνέβη τίποτα. Αλλά γίνεται αυτό;»
Σταμάτησε, της πρόσφερα τσιγάρο για να καλμάρω την ένταση και την παρλάτα. Πήρε κάποιες ρουφηξιές μαζί κι εγώ και της είπα «Ξέρεις μπορεί κάτι να γίνει. Μπορεί να διαγράψουμε κατά κάποιο τρόπο το παρόν ώστε να μην επηρεάσει το ‘μετά’ στο μέλλον». «Πώς;» είπε και με κοίταξε με απορία. «Αν δε το δεις το παρόν δεν υπάρχει. Μπορεί να το αισθανθείς αλλά είναι κάτι μεταξύ φαντασίας ή πραγματικότητας» συνέχισε να με κοιτά με απορία. «Άμα σου δέσω τα μάτια θα βιώσεις την όποια κατάσταση αλλά δεν θα την δεις. Άμα μάλιστα δεν μιλάς κιόλας παρά θα επικοινωνείς με κίνηση του χεριού στο ‘ναι’  και ακινησία στο ‘όχι’ ουσιαστικά δυο βασικές σου αισθήσεις θα είναι off.» «Εντάξει φώναξε τον» είπε και το πρόσωπο της φωτίστηκε. «Πάτα send το μήνυμα και θα ‘ρθει, είναι από κάτω» της είπα δίνοντας το κινητό και δείχνοντας κάτω απέναντι στο περίπτερο που περίμενε ο βιολιτζής. «Γιατί δεν πατάς εσύ;» ρώτησε με απορία. «Εντάξει θα το πατήσουμε μαζί. Μαζί στο ‘πριν’, μαζί στο ‘παρόν’ μαζί και στο ‘μετά’». Πατήσαμε.
Είμαστε στα τρελά φιλιά και χάδια όταν κτύπησε η πόρτα. Η γυναίκα μου σηκώθηκε όρθια και της έδεσα τα μάτια. «Θα έρθω πλάι σου για να σε οδηγώ» είπα κι άνοιξα την πόρτα. Υπήρξαν κάποιες στιγμές αγωνίας κι αμηχανίας. Πήγα πίσω της κι έκανα νόημα στον επισκέπτη να περιμένει. «Τώρα σε γραδάρει και τον έχει καυλώσει. Θέλεις να του δείξουμε λίγο βυζάκι;». Μου έπιασε το μπούτι ένδειξη ότι συμφωνεί. Έριξα το τιραντάκι κι αποκάλυψα το βυζί. Το χούφτωσα κι έπιασα την ρώγα που είχε γίνει κάγκελο, την χάιδεψα, την έτριψα και την τσίμπησα. «Να του δείξουμε και τ’ άλλο βυζάκι;» ρώτησα και μου έπιασε πιο δυνατά το μπούτι.  Χούφτωσα από πίσω προς τα εμπρός και τις δυο της βυζάρες, τις μάλαζα και τις πρότεινα στον επισκέπτη που πια είχε βγάλει έξω την πούτσα του και την έπαιζε. «Να πιάσει κι αυτός τις βυζάρες να γλυκαθεί έχει καρακαυλώσει ο άνθρωπος;» είπα και μου έσφιξε το πόδι. Του έκανα νόημα κι αυτός πλησίασε και χούφτωσε τις βυζάρες της κι άρχισε να τις μαλάσει σα να τις άρμεγε. Πολύ γρήγορα έσκυψε και ξεκίνησε να τις, φιλάει, να τις γλύφει και να τις ρουφάει. Χλιμιντρούσε αυτός, βογκούσε αυτή, επιβράβευα μ’ επιφωνήματα εγώ. Η γυναίκα μου με δυσκολία στεκόταν όρθια πάνω στις ψιλιτάκουνες γόβες. Ευτυχώς που στηριζόταν με την πλάτη της πάνω μου. Τα χύσια της όπως κυλούσανε γυαλίζανε τα μπούτια της. Τώρα την χουφτώναμε παντού κι δύο. Σε μια φάση ο δείκτης του επισκέπτη με τον αντίχειρα το δικό μου βρέθηκαν να της δαχτυλιάζουν μαζί το μουνάκι. «Σ’ αρέσει που μας παίρνεις παρτούζα τα δάχτυλα;» Τα νύχια της χώθηκαν στη σάρκα μου αντί απαντήσεως ενώ βρυχήθηκε και τρίκλισε ταυτόχρονα αφού ήταν αδύνατο να κρατηθεί όρθια. Την πήρα αγκαλιά και την ξάπλωσα στο κρεβάτι. Πήρε κάποιες ανάσες. Τα πόδια της σηκώθηκαν σε γωνία κι άνοιξαν ενώ οι πατούσες της ακουμπούσαν στο κρεβάτι. Ο τύπος έσκυψε την αγκάλιασε από τις λαγόνες και την έσυρε στην άκρη του κρεβατιού χωρίς να αλλάξει στάση. Της άνοιξε και της έγλυψε λίγο το μουνάκι. Η δικιά μου βαριανάσαινε. Τότε έβγαλε το δοξάρι κι άρχισε να της το τρίβει πάνω κάτω στο μουνάκι. Αυτή μου βούτηξε το χέρι και το δάγκωνε με μανία. Όταν μαζί με το δοξάρι έβαλε στο μουνάκι της, την γλώσσα και το δάχτυλό του μαζί πέταξε το χέρι μου και φώναξε «Χύνω! Χύνω! Χύνω!». Η ομιλία δεν μπορούσε να κρατηθεί μαζί με τα χύσια της. Μετά από κάποια λεπτά που ηρέμησε της πήρε τα πόδια στους ώμους του και στήθηκε να χώσει το μαυριδερό τέρας του στο μουνάκι της «Τώρα θα σε γαμήσει συμφωνείς;» «Ναιιιι» έκανε παρατεταμένα, σήκωσε τις λαγόνες και πρότεινε το μουνάκι της για να πηδηχτεί. Ο τύπος μπήκε αργά-αργά μέσα της εξερευνώντας τα όρια και τις αντοχές της σπηλιάς της. Σήκωσε τα χέρια της και μ’ έψαξε. Μ’ αγκάλιασε και μ’ έσυρε πάνω της. Αναζήτησε τα χείλη μου και κόλλησε τα δικά της. Φιληθήκαμε παθιασμένα ενώ την γαμούσε. Όταν ξεκολλήσαμε για να πάρουμε ανάσα μου ψιθύρισε «Έχυσα». Κοίταξε προς τον τύπο που συνέχιζε στον ίδιο ρυθμό. Η πούτσα καθώς έβγαινε για να ξαναμπεί ήταν γεμάτη υγρά και γυάλιζε από τι χύσιμο της κυράς μου. Συνεχίσαμε να φιλιόμαστε και να χαμουρευόμαστε ενώ την γαμούσε. «Ξανάχυσα» μια κάποια στιγμή «Αυτός τίποτα» είπα. «Αν συνεχίσει έτσι θα χύσω δέκα φορές πριν χύσει αυτός μία, θα με ξεπατώσει». «Να του πω να κάνει γρήγορα» προθυμοποιήθηκα. «Όχι, μ’ αρέσει. Μπαίνει και μου πιέζει τον πάτο του κόλπου, μου τεντώνει τα τοιχώματα στο όριο και μου μπουκώνει την τρύπα». «Δε σε γαμά αλλά σου ταΐζει την τρύπα που λένε» διαπίστωσα ερωτηματικά. «Ναι, ναι» είπε. Εκείνη την ώρα άρχισε να ανεβάζει ρυθμό και σε λίγο άρχισε το καταχτύπι. Η δικιά μου ούρλιαζε. Σε μια δόση μου φωνάζει «Δώσε τον μου τσιμπούκι κι εσύ να σας πάρω παρτούζα». Της τον έδωσα όχι για πολύ γιατί της τα αμόλησα όλα μέσα στο στόμα. Τα ήπιε, με καθάρισε αλλά δεν άφηνε και τον πούτσο από το στόμα της. Ήθελα να κατουρήσω αλλά αυτή με τρόμπαρε. Ευτυχώς τραβήχτηκα και πήγα τουαλέτα. Όταν γύριζα ο τύπος έκανε σα τραίνο σ’ ανηφόρα κι έχυνε μέσα της. Ευτυχώς σε καπότα. Έπεσε τα’ ανάσκελα για να συνέλθει. Η δικιά μου δεν τον άφησε. Πέταξε την κορδέλα από τα μάτια του πήρε την πούτσα κι άρχισε να την τρομπάρει. Δεν την χωρούσαν τα δυο της χέρια. Του έγλυφε τ’ αρχίδια, τα ρουφούσε εναλλαξ και μόνο που δεν τα κατάπινε. Τον ξανακαύλωσε και του κατσε καβάλα. Γαμιότανε στο καυλί του και δεν τον άφηνε να την αγγίξει. Του ‘δεσε τα χέρια με την κορδέλα που είχε πιο πριν στα μάτια. Χτυπιότανε πάνω του μέχρι που έχυσε. Αυτός ήταν καυλωμενος αλλά δεν είχε χύσει. Τότε με έβαλε να κάτσω στην άκρη του κρεβατιού και κάθισε πάνω μου με τον κώλο. Η πλάτη της ήταν πρόκληση. Την φιλούσα και την δάγκωνα ελαφρά. Βόλεψε το καυλί μου στη σούφρα της κι έβαλε τις πατούσες πάνω στους μηρούς. Μου ζήτησε ν’ ανοίξω τα πόδια μου και τα δικά της ακολούθησαν. Ήμουν το κάθισμα που αυτή καθότανε. Του έκανε νόημα. Αυτός ήρθε από μπροστά και χώθηκε στο μουνί της. Την πήραμε παρτούζα σ’ αυτή τη θέση για πολύ ώρα μέχρι που χύσαμε κι οι τρείς. Εγώ τα πέταξα ελεύθερα στο βάθος του κώλου της κι αυτός πάλι σε καπότα που γυάλιζε όταν βγήκε από το χύσιμο της κυράς μου.
Τον αφήσαμε να ξεκουραστεί στο κρεβάτι ενώ εμείς κάναμε τσιγάρο κι αγκαλιές αγάπης στον καναπέ. «Μουγγός είναι;» με ρώτησε κάποια στιγμή. «Όχι αλλά δε μιλά καμιά άλλη γλώσσα εκτός από την μητρική του» απάντησα. «Μα πως συνεννοηθήκατε;» ρώτησε εύλογα. «Συνεννοήθηκα στα αγγλικά με τον μπαρί του τον ντεφιτζή» είπα «Και γιατί δεν ήρθε εκείνος παρά αυτός;» ρώτησε ξανά. «Γιατί αυτόν είπες ότι γούσταρες κι άλλωστε βιολί το μουνάκι σου ο βιολιτζής θα έπαιζε κι όχι ο ντεφιτζής». Τώτα οι αγκαλιές και τα χουφτώματα είχαν γίνει πιο έντονα κι αυτή με καβάλησε στο καναπέ και με φιλούσε καθισμένη στα πόδια μου. «Γιατί δεν μπορούσαν να έρθουν κι οι δυο;» ρώτησε σκερτσόζικα. «Θα μπορούσαν αν τους ήθελες κι αν τους μπορούσες» την κάρφωσα. «Παρτούζα με τρεις; Ωραίο θα ήτανε και που είναι τώρα ο ντεφιτζής;» ρώτησε. «Στο περίπτερο κάτω περιμένει τον φίλο του να τελειώσει». «Δεν είναι κρίμα να περιμένει κάτω στο κρύο μόνος του;» αναρωτήθηκε ναζιάρικα ρίχνοντας μου ένα γλωσσόφιλο. «Ναι» είπα όταν άφησε ελεύθερα τα χείλη μου «Τον θες; Θα μας πάρεις και τους τρεις;» ρώτησα κοιτώντας την στα μάτια. «Ναι» είπε ενώ η ανάσα της είχε βαρύνει από την καύλα.
Ο ντεφιτζής ήρθε και την πήραμε παρτούζα για ώρα. Οι τρύπες της ήταν συνέχεια κατειλημμένες από τις πούτσες μας ενώ οι άλλες ερωτογενείς της περιοχές καλύφτηκαν από τα χάδια, τα φιλιά και τα χύσια μας. Μάλιστα γιατί αυτή την φορά οι γαμιάδες δεν χύσανε σε καπότες αλλά στο σώμα, στην μούρη και το στόμα της.
Το πρωί είμαστε αποκαμωμένοι ιδιαίτερα η κυρά μου που δεν μπορούσε ούτε στην τουαλέτα να πάει μόνη της. Πήραμε πρωινό στο δωμάτιο και φύγαμε στο αεροδρόμιο με ταξί γιατί με το μετρό ήταν αδύνατο να πάμε. 
Σήμερα δυο μήνες από τότε ζούμε στην ευφορία αυτών των στιγμών που ακόμα δεν ξέρουμε τι απ’ όλα ήταν φαντασίωση και τι πραγματικότητα.

ΑΠΡΟΚΑΛΥΠΤΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΟΥ

Όλα κυλούσαν ήρεμα το τριήμερο των διακοπών μας στο Λουτράκι.  Στο σπίτι που μας πρόσφερε ο φίλος μας ο Χάρης που είναι μπακούρης.  Τίποτα δεν έδειχνε τι θα επακολουθούσε και πόσο θα μας άρεσε.  Μόλις φτάσαμε με την Στέλλα μας υποδέχτηκε ο Χάρης και μας έδειξε το σπίτι που θα μέναμε.  Η γυναίκα μου, είναι μια όμορφη 45αρα ψηλή με ωραίο κορμί, αλλά ήσυχη σε ό,τι αφορά το σεξ αφού δεν πήγε μέχρι σήμερα με άλλον ποτέ. 
Αφού ταχτοποιήσαμε τα πράγματα μας, αποφασίσαμε να πάμε για μπάνιο όπως είχαμε συμφωνήσει η Στέλλα φόρεσε το μπικίνι της και ξεκινήσαμε με το αμάξι του Χάρη για την πλησιέστερη παραλία.  Μετά από λίγο φτάσαμε στην παραλία και πήγαμε στο καφέ και νοικιάσαμε και μια ομπρέλα και η Στέλλα άπλωσε το κορμί της εκεί. 
Σηκώθηκα και έπεσα στην θάλασσα πήγα αρκετά βαθιά αλλά είχα οπτικό πεδίο προς την ακτή, όπου είδα τον Χάρη να βάζει αντηλιακό στην πλάτη της Στέλλας και από ότι μπόρεσα να δω από εκεί η Στέλλα είχε ξελύσει και το κορδονάκι από το σουτιέν του μαγιό. . . .  ένιωσα μια περίεργη αίσθηση και ο πούτσος μου σηκώθηκε αμέσως και έχυσα.  εκεί μέσα στο νερό φαντασιώμενος ότι την γαμάει εκεί στην ξαπλώστρα μπροστά σε όλο τον κόσμο. 
Μόλις τελείωσε το αντηλιακό σηκώθηκε η γυναίκα μου και έπεσαν μαζί στην θάλασσα, ήρθαν κοντά μου και δεν είπαμε τίποτα γι αυτό το θέμα. . .  μόλις βγήκαμε και κάτσαμε στο καφέ εγώ και ο Χάρης και η Στέλλα δίπλα μας στην ξαπλώστρα για ηλιοθεραπεία, χτύπησε το κινητό του Χάρη και μιλούσε ζήτησε ευγενικά συγνώμη και απομακρύνθηκε για να μιλήσει, τότε βρήκα την ευκαιρία και πήγα δίπλα στην γυναίκα μου και της είπα ότι είχα καυλώσει δήθεν από τα μάτια των ανδρών στην παραλία και της είπα ότι έχυσα σκεφτόμενος ότι την γαμάει κάποιος άλλος άνδρας και ότι την έβλεπα να το κάνει εκεί μπροστά σε όλο τον κόσμο χωρίς να με νοιάζει, χαμογέλασε και είπε. . . .  
-«Όλο μαλακίες λες» και γύρισε πλευρό, με το χέρι μου της ακούμπησα την πλάτη και της είπα 
-«Λύσε το αυτό να μαυρίσεις, άλλωστε τι το φοράς, άσε να δει και τίποτα ο ανδρικός πληθυσμός. . . ».  και της το τράβηξα δίνοντας το στο χέρι της. 
Οι ώρες περνούσαν και το μεσημεράκι φύγαμε για το σπίτι. . . .  μόλις φτάσαμε και χαιρετίσαμε τον Χάρη η Στέλλα έβαλε τραπέζι και μετά πήγα για μπάνιο και ακολούθησε η γυναίκα μου, ξαπλώνοντας στο κρεβάτι και φορώντας ένα διάφανο κοντό με τιραντάκια νεγκλιζέ της είπα : 
-«Καύλωσα όταν σε είδα στην ξαπλώστρα και έχυσα. .  και την σκεφτόμουν να γαμιέσαι με τον Χάρη και να λιώνεις από την καύλα . . ».  χαμογέλασε και της είπα «είδες μέσα από το μαγιό του μια ψωλάρα που έχει σχεδόν 20 πόντους φαίνεται . . . . πω πω και να σε γαμάει με αυτή τι καήλα θα έχεις. . . . »
-«Τι λες μωρέ. . . . .  άρρωστος και ανώμαλος είσαι. . » και γύρισε πλευρό να κοιμηθεί.  
Εγώ δεν ηρέμησα σκεφτόμουνα ότι κάτι έπρεπε να κάνω. . . . .  αλλά τι. . . . Το απόγευμα μας κάλεσε στο κινητό ο Χάρης και πρότεινε να πάμε το βράδυ σε μπαράκι να διασκεδάσουμε . . . αμέσως σκέφτηκα να η λύση, θα την μεθύσω και μετά όλα θα πάνε ρολόι. 
Η ώρα περνούσε και ετοιμαζόμασταν για το μπαράκι η Στέλλα φόρεσε ένα κοραλλί στράπλες φόρεμα με τα ανάλογα εσώρουχα δυστυχώς και ξεκινήσαμε.  Από νωρίς πήγαμε να τσιμπήσουμε κάτι και το βραδάκι βρεθήκαμε στο μπαρ,  το οποίο είχε και υπαίθριο χώρο, έτσι αρχίσαμε το ποτό.  Η Στέλλα έπινε βότκα και εγώ κρασί, όμως έτσι που την κοίταζα είχα καυλώσει, άρχισε να λικνίζει το κορμί της και χόρευε με τον Χάρη και τα ποτηράκια έπαιρναν και έδεναν.  Εγώ έκανα ότι έπινα και άδειαζα στο γκαζόν το ποτό μου και να τα σφηνάκια και να το ποτό η Στέλλα άρχισε να ζαλίζεται και να μεθάει -είχα αρχίσει να φτιάχνω το σχέδιο μου-έκανα κι εγώ τον μεθυσμένο και όλα θα ήταν όπως τα φαντάστηκα. 
Της ψιθύρισα στο αυτί ότι είναι καήλα ότι όλοι την κοιτάνε και την γδύνουν με τα μάτια τους και ειδικά ο Χάρης που είναι καυλωμένος μαζί της και συνεχίσαμε την διασκέδαση μέχρι τα ξημερώματα. 
Η Στέλλα ήταν χάλια, πριν φύγουμε την πήγα στην τουαλέτα και της έβγαλα το σουτιέν δήθεν για να πάρει αέρα και τα μικρά στητά βυζάκια της έκαναν την παρουσία τους μέσα από το φόρεμα με κυρίαρχες τις ρώγες της .  Ο Χάρης μόλις την είδε της είπε; Έτσι να είσαι πιο άνετη και τα ωραία δεν πρέπει να κρύβονται.  Φαντάστηκα ότι άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. . . .  μετά από λίγο και οι τρείς φύγαμε από το μπαράκι, δεν μπορούσε η Στέλλα να περπατήσει και εγώ δήθεν μεθυσμένος ο Χάρης έφερε το αμάξι του για να μας πάει σπίτι. 
Η Στέλλα κάθισε μπροστά δίπλα του, εγώ πίσω έκανα ότι κοιμόμουνα από την ζάλη του ποτού και Χάρης την χούφτωνε και εκείνη ανταποκρινόταν.  Μόλις φτάσαμε και μπήκαμε σπίτι, η Στέλλα δεν μπορούσε να προχωρήσει και ο Χάρης την πήρε αγκαλιά και την έβαλε μέσα,  μπήκα και εγώ και έβγαζα τα ρούχα μου. 
Ο Χάρης την έγδυσε τελείως και την έβαλε στο κρεβάτι, τότε η Στέλλα τον αγκάλιασε και άρχισε να τον φυλάει στο στόμα, εγώ ξάπλωσα στον καναπέ απέναντι δήθεν νυσταγμένος, απλά για να βλέπω απέναντι μου, όλο αυτό που είχα σχεδιάσει. 
Ο Χάρης με κοίταξε εγώ έκανα ότι κοιμόμουν γυμνός απέναντι τους και αμέσως γδύθηκε, τότε μέσα στο ημίφως είδα την ψωλά. . .  του ένα τεράστιο όργανο περίπου 20 πόντους να πάλλεται ενώπιων της Στέλλας, που τον αγκάλιασε ξανά και άρχισε να τον φυλάει. 
Η Στέλλα με τα χέρια της έπιασε τον πούτσο του Χάρη και τον χάιδευε με γουρλωμένα μάτια από το θέαμα και εκείνος της τον ακούμπησε στα χείλη, η γυναίκα μου που σιχαινόταν τις πούτσ. . .  στο στόμα της τώρα είχε μέσα στο στόμα της μια 20ποντη ψωλή και την ρουφαγε ασταμάτητα, τότε ο Χάρης της τον έβγαλε από το στόμα και άρχισε να την φυλαει σε όλο το κορμί της από το στόμα μέχρι το μουνι της που έσταζε από καήλα. 
Εκείνη που σε όλα τα γλειψίματα δεν αντιδρούσε γιατί δεν καύλωνε άνοιξε τα πόδια της και κρατούσε το κεφάλι του Χάρη ανάμεσα στα πόδια της. . . . .  εκείνος άφησε το μουνί  της και καθώς ήταν έτοιμος να της τον χώσει γύρισε προς το μέρος μου και όταν με είδε του έκανα με το χέρι μου οκ προχώρα και με χαμόγελο του έδειξα να προχωρήσει, τότε εκείνος της τον έχωνε σιγά-σιγά και με ήρεμες κινήσεις την γαμάει  μπροστά μου. 
Η Στέλλα από την μεγάλη καύλα που ένιωθε φώναζε δυνατά-σπάνια φώναζε μέχρι εκείνη την ώρα στο σεξ-και γαμ. . .  τρελά.  Τότε σηκώθηκα από τον καναπέ και ξάπλωσα δίπλα της πιάνοντας της το χέρι και ψιθυρίζοντας στο αυτί επιτέλους σε βλέπω να λάμπεις και να το χαίρεσαι, άσε τον εαυτόν σου να τα απολαύσει, κάνε ότι δεν έχεις κάνει ποτέ μέχρι σήμερα, αν θέλεις να μην σε κοιτάζω πες το μου και θα φύγω. . .  δεν μου απάντησε παρά έσφιξε τα πόδια της γύρω από το σώμα του Χάρη και απολάμβανε την ψωλή του που την ξέσκιζε. 
Δεν σταματούσε να απολαμβάνει το πήδημα και ο Χάρης την έχυσε έξω του είπε μέσα θέλω να το νιώσω, ευτυχώς δεν έμεινε έγκυος, παίρνει χάπια από τότε-και μετά από ένα τρελό δίωρο γαμήσι από το μουνί του είπα: 
-«Από πίσω είναι αγάμητη η δικιά σου Χάρη»
Εκείνος είπε ότι αυτό θέλει προετοιμασία και ότι θα γίνει άλλη φορά με τα απαραίτητα.  Η Στέλλα χορτασμένη γύρισε πλευρό να κοιμηθεί γυμνή και με τα ζουμιά πάνω της.  Ο Χάρης ξάπλωσε δίπλα της και εγώ στον καναπέ. 
Το πρωί με το πρώτο φως του ήλιου η Στέλλα κατάλαβε τι είχε γίνει και με κοίταζε με απορία, δίπλα της κοιμόταν ο Χάρης ολόγυμνος, της είπα κατάλαβες τι έγινε το βράδυ. . . .  δεν μου απάντησε και τότε σηκώθηκα πήγα δίπλα της και της είπα: έκανες αυτό που έπρεπε χωρίς φραγμούς και εγώ σε έβλεπα από εκεί και σε καμάρωνα. . με κοίταγες ρώτησε ναι απάντησα. . . .  και ήμουν καλή ρώτησε ναι της είπα. . . .  τότε κοίτα τώρα να δεις τι θα κάνω. . και αμέσως δίνοντας μου ένα φιλί στα χείλη και λέγοντας μου ευχαριστώ με έκανες να νιώσω όμορφα. 
Αλλά τώρα έχει και συνέχεια μου είπε, της είπα κάνε ό,τι θέλεις και με μιας σηκώνεται και κάθεται στα πόδια του Χάρη πιάνοντας και παίζοντας την πούτσα.  του πότε με τα χέρια και πότε ανάμεσα στα βυζιά της και χύνοντας στο πρόσωπο της, άρχισε να τον γλύφει πίνοντας κάθε σταγόνα και όταν πια καύλωσε.  πολύ κάθισε πάνω στην ψωλάρα του και το τι γαμήσι έφαγε δεν περιγράφεται.  Μια άλλη Στέλλα, στην συνέχεια σηκώθηκε πήρε από το χέρι τον Χάρη και ήρθαν μπροστά μου, ακούμπησε τα χέρια της στους ώμους μου και ζητούσε πισωκολλητό από τον Χάρη ενώ φιλούσε εμένα και με το χέρι της έπαιζε το πουτσο μου, στην συνέχεια ξάπλωσε με το κεφάλι της στα πόδια μου. 
-«Θέλω να με κοιτάς στα μάτια την ώρα που γαμιέμαι, εγώ τώρα είμαι η πρωταγωνίστρια και να με θαυμάζεις,  αυτό δεν ήθελες καιρό. . .  απόλαυσε το κερατά μου,  κοίτα τι σου κάνω, σε κερατώνω μπροστά σου, σε ταπεινώνω εδώ, δεν είμαι πια η πιστή γυναικούλα σου, εσύ μου βρήκες τον γαμιά απόλαυσε με ναι της έλεγα σε θαυμάζω και σε ευχαριστώ που καβλωνω για εμένα μου άρεσαν όσα άκουγα, όσα μου έλεγε και αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα. 
Την πήρε και από πίσω ο Χάρης για πρώτη φορά, μερικές φορές την παίρνουμε και οι δύο.  Έγινε η πουτάνα μας.  Αυτή μας περιποιέται κι εμείς την γαμάμε καλά και πολύ.  Ο Χάρης βρήκε μουνί να γαμά, η γυναίκα μου γαμιαδες που της απελευθέρωσαν την λίμπιντο κι εγώ είδα τις φαντασιώσεις μου που έγιναν πραγματικότητα και έτσι περνάμε και οι τρεις καλά μέχρι σήμερα. .

ΤΡΕΙΣ ΠΗΡΑΝ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΜΟΥ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΟΥ

Δημοσιεύτηκε από helios@4

Η ιστορία είναι πραγματική.  Είμαι παντρεμένος αρκετά χρονιά με την Λούκια, μια σαραντάρα, 43 ια την ακρίβεια, άγριο θηλυκό 1. 70 μ ύψους, καστανόξανθη με χείλια για τσιμπούκια, πλούσιο στήθος με μεγάλες ρόγες με ωραία μπούτια και με κωλο στητό.  Αγαπημένο ζευγάρι τα έχουμε κάνει σχεδόν όλα στο σεξ όμως οι φαντασιώσεις της όταν πηδιόμαστε είναι για παρτούζα συμμετέχοντας και εγώ.  Τρελαίνεται μ’ αυτή την φαντασίωση και χύνει ασύστολα. 
Το φετινό καλοκαίρι ήμασταν σε κάποιο νησί για λίγες ημέρες. 
Εκείνο το βράδυ πήγαμε σε ένα γνωστό μπαρ που πάντα είναι γεμάτο. 
Φορούσε ένα μίνι γαλάζιο κάπως στενό φόρεμα το όποιο τόνιζε το στήθος της, την κωλαρα της και όταν κάθονταν άφηνε να φάνουν οι μπουταρες της και το ροζ μικροσκοπικό στρινγκακι της.  
Αφού πήραμε τα ποτάκια μας αναγκαστήκαμε να μείνουμε στην μπάρα γιατί τα τραπεζάκια ήταν όλα πιασμένα.  Δυο νέοι σε ηλικία περίπου εικοσάλεπτα, εικοσιοκτώ, εμφανίσιμοι, με ωραία σώματα, κάθονταν στο τραπέζι που ήταν κοντά στην μπάρα κάρφωναν εμφανέστατα την Λουκία.  Κάποια στιγμή είδα τον έναν να της χαμογελάσει, ανταπέδωσε και αυτή το χαμόγελο. 
Παίρνοντας θάρρος ο ένας σηκώθηκε ήρθε κοντά μας, μας χαιρέτησε και μου είπε
-«Δεν έρχεστε να καθίσετε στο τραπέζι για μην στέκεστε εδώ;»
Αμέσως πήγαμε και καθίσαμε.  Αρχίσαμε να συζητάμε μαζί τούτον Μανό και τον Καστανοί όποιοι ήταν σε διακοπές.  Συνέχισαν να καρφώνουν την Λούκια και να την γδύνουν με τα ματιά τους. 
Ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι αν εύρισκαν την ευκαιρία θα την πήδαγαν.  Η σκέψη αυτή μου έφερε στο μυαλό αμέσως την φαντασίωση που την καύλωνε κι ο πούτσος μου ταράχτηκε.  Αφού καθίσαμε καμία ώρα και ήπιαμε τα ποτάκια μας σηκωθήκαμε να φύγουμε, όμως ο Μανός μας είπε φεύγετε τόσο γρήγορα εμείς θα πάμε σε ένα άλλο μπαρ αν θέλετε Έλατε μαζί μας. 
Η Λούκια μου έκανε νόημα να πάμε και πράγματι αυτό έγινε. 
Καθώς περιπατάγαμε για να πάμε στο μπαρ η Λούκια έσκυψε και μου είπε στο αυτί χαμηλόφωνα
-«Συμπαθητικά παΐδια είναι και τους αρέσω τι λες θα κάνουμε την φαντασίωση μου πραγματικότητα;» 
Εγώ βεβαία είχα μπει στο νόημα από πολύ πιο πριν όταν καρφώνονταν όποτε την κράτησα στην αναμονή για λίγο για να τσουρουφλιστεί και της είπα 
-«Αν νομίζεις πως αυτό θες προχώρησε»
-«Θέλω να ‘σαι κι εσύ μαζί αλλιώς δεν έχει γούστο»
Δεν απάντησα.  Αφού πήγαμε στο άλλο μπαρ καθίσαμε σε ένα σημείο που το φως ήταν αρκετά χαμηλό παραγγέλλαμε τα ποτά και πιάσαμε την κουβέντα, όσο μπορούσαμε να κουβεντιάσουμε από την ένταση της μουσικής, σκύβαμε και ομιλάγαμε ο ένας στο αυτί του αλλού.  Αφού είχαμε πιει αρκετή βότκα η Λούκια σηκώθηκε όρθια και άρχισε να χορεύει, μετά από λίγο την ανέβασα στο τραπέζι και χόρευε ενώ τα παΐδια της χάιδευαν τα πόδια. 
Όταν κάθισε μετά από λίγο διέκρινα εκεί στα σκοτεινά το χέρι του Μανού να χαϊδεύει τα πόδια της.  Καύλωσα αλλά συνέχισα να μιλάω με τον Κώστα. 
Το χέρι του Μανού πρέπει να είχε φτάσει μέχρι το μουνι της Λουκίας γιατί την άκουσα να αναστενάζει ενώ το δικό της χέρι άρχισε να χαϊδεύει πάνω από το παντελόνι τον πουτσο του.  Η καύλα μου ήταν μεγάλη όποτε της είπα να φύγουμε από το μπαρ να πάμε στο δωμάτιο μας για να ξεσκιστούμε μέχρι το χάραμα.  
Η Λούκια συμφώνησε και αφού καληνυχτίσαμε, προχώρησε εμπρός μου κουνώντας προκλητικά τον κωλο της.  Φτάνοντας στο δωμάτιο είδα τον Μανό και τον Κώστα να μας περιμένουν απέξω.  Χωρίς πολύ σκέψη κατάλαβα ότι η Λούκια τους είχε πει που μένουμε.  Με πλησίασαν και μου είπαν στην ψύχρα 
-«Φίλε, αρέσουμε στην γυναικά σου, εμείς την γουστάρουμε και μας είπε να έρθουμε άδω για να την πάρουμε παρτούζα ισχύει;». 
Μπήκαμε στο δωμάτιο, την χάιδεψαν, την φίλησαν, της έβγαλαν το φόρεμα έμεινε μονό με το στρινγκακι.  Εγώ καθισμένος σε μια πολυθρόνα τους κοιτούσα με τον πουτσο έτοιμο να βγει από το παντελόνι.  Η Λούκια έπεσε στο κρεβάτι και ο Μανός της έβγαλε το στρινγκακι.  Μου λέει η Λούκια 
-«Έλα μωρό μου να με γλείψεις όπως μόνο εσύ ξέρεις και να με φτιάξεις για να με γαμήσουνε την πουτάνα»
Πήγα, πηρά το στρινγκακι και της έβαλα την μια άκρη στο μουνι και την άλλη άκρη στην κωλοτρυπιδα της, της έγλυψα την κλειτοριδα, πέθανε από καήλα, μετά της έβγαλα το στρινγκακι από τις τρύπες και άρχισα να την γλείφω με λυσσά ενώ τα υγρά της έτρεχαν στο σαγόνι μου. 
Ο Μανός και ο Κώστας ήταν δεξιά και αριστερά από την Λούκια πάνω στο κρεβάτι, Η Λούκια έγλειφε τον πουτσο του Μανού με λαγνεία ενώ με το χέρι της έπαιζε τον πουτσο του Κώστα.  Όταν η Λούκια έχυσε από το γλειφομουνι που της έκανα κάθισα ξανά στην πολυθρόνα και την κοιτούσα να τσιμπουκωνει ποτέ τον έναν πουτσο και ποτέ τον άλλον. Ο Μανός με κοίταξε και μου είπε 
-«Πολύ καυλιαρα η γυναικά σου…» και με μια απότομη κίνηση της τον έχωσε όλο μέσα στο στόμα. 
Η Λούκια είχε τρελαθεί από καήλα και παρακαλούσε να την γαμησουν έτσι την έβαλαν στα τέσσερα και ενώ συνέχιζε να τσιμπουκωνει τον Μανό, ο Κώστας ήρθε πίσω της και ακούμπησε τον πουτσο του επάνω στο υγρό μουνακι της. 
-«Θα σε ξεσκίσουμε πουτανα…» είπε ο Κώστας και με μια δυνατή κίνηση έχωσε τον πουτσο του μέσα στο μουνι της μέχρι τα αρχιδια του. Η Λούκια ήταν στον ουρανό με έναν πουτσο στο στόμα και έναν στο μουνι της, χτυπιόταν με δύναμη πάνω στον πουτσο του Κώστα και φώναζε από καύλα,
-«Σκίσε με την καριολα, βίδωσε με πάνω ση πουτσα σου, ξεχείλωσε μου την μουναρα. 
Εγώ τον είχα βγάλει έξω και τον έπαιζα δυνατά βλέποντας την γυναικά μου να γαμιεται σαν βρώμικη πουτανα. 
Ο Κώστας πήγε μπροστά της και της τον έδωσε στο στόμα ενώ ο Μανός της έγλειφε την κωλοτρυπιδα για την πηδήξει. 
Η Λούκια ήταν τόσο καυλωμενη που είχε αρχίσει να παρακαλάει τον Μανό να της τον βάλει στον κωλο.  Μετά από ελάχιστο χρόνο ο Μανός έπραξε τον πουτσο του μέσα στην κωλαρα της Λουκίας και η Λούκια άρχισε να φωνάζει από ηδονή. 
-«Με ξεσκίζει ο πουστης αγόρι μου, μου ανοίγει την κωλαρα μου», φώναζε ενώ ο πουτσος του Μάνου έμπαινε όλο και πιο βαθιά.  Αφού την γαμησε για πέντε λεπτά απ το κωλο πήγε από μπροστά και είπε του Κώστα που τη τσιμπουκώνε,
-«Έλα να την χύσουμε την πουτανα». 
Άρχισαν να χώνουν τις πούτσες τους βαθιά μέσα στο στόμα της Λουκίας, Μια ο ένας και μια ο άλλος και σε λίγο ο Κώστας άρχισε να χύνει στο πρόσωπο της. Η Λούκια άνοιξε το στόμα της διάπλατα για να τα πιει όλα και τότε άρχισε να χύνει ο Μάνος. Τα χυσια του έφυγαν με δύναμη χτύπησαν στην γλώσσα της και μετά έτρεχαν στο σαγόνι της και το στήθος της.  Αφού τους έγλειψε και τους δυο μέχρι και τελευταίας σταγόνας σηκώθηκε και ήρθε δίπλα μου. Με τράβηξε σηκώθηκα από την καρεκλά, είπε στους άλλους, 
-«Άντε τώρα παΐδια, μπορείτε να πηγαίνετε» 
Αυτοί σηκώθηκαν αλλά εγώ με μια φωνή τους σταμάτησα
-«Που θα πάτε αυτό ούτε για προθέρμανση δεν ήταν αυτό»
Η Λούκια ξαφνιάστηκε και κοιτούσε παράξενα κι ανυπόμονα γιατί δεν ήξερε τι θα συμβεί
Της έδειξα τις πούτσες μας και της είπα να τις σηκώσει. Τις πλάκωσε στα τσιμπούκια και τα γλειψίματα, Κάπνιζε ταυτόχρονα μας ρουφούσε τ’ αρχίδια και τις κωλοτρυπίδες μας μέχρι που τις  έκανε μπαστούνια. Η ζέστη του καπνού μαζί με την υγρασία του στόματος ήταν ευεργετικά στα καυλιά μας. Έκανα νόημα στον Κώστα να ξαπλώσει και διέταξα την Λούκια να τον καβαλήσει. Αφού βολεύτηκε είπα στον Μάνο να της γαμήσει το στόμα μέχρι το λαρύγγι κι εγώ στήθηκα στην μπούκα του κώλου της. Μπήκα αργά, βγήκα, ξαναμπήκα μέχρι που συνήθισα τον ρυθμό και πήρα τα μέτρα του κώλου της. Συντονιστήκαμε κι άρχισε το τριπλό γαμήσι. Αυτή είχε τρελαθεί από το γαμήσι και το χύσιμο και μεις δεν πηγαίναμε πίσω. 
-Ρε παιδιά δεν έχετε κανένα φίλο να μας κάνει τα ρεπό η καργιόλα μου θέλει γαμήσι μέχρι το πρωί
Ο Κώστας πήρε το κινητό και μίλησε με κάποιο
-«Έρχεται ο Μένιος το πολύ σε μισή ώρα αντέχουμε;» ρώτησε
Συμφωνήσαμε και συνεχίσαμε το πήδημα. Βγήκα από τον κώλο της και σφηνώθηκα με την ψωλή του Μάνου στο μουνί της. Έβγαλε ένα μακρόσυρτο Ααααααααα!!!!!! Από την καύλα και το ξάφνιασμα.
-«Δυο πούτσοι στην ίδια τρύπα δεν περιλαμβάνονται στο φαντασιακό σου ρεπερτόριο Ε!;» την ρώτησα
-«’Όχι, όχι αλλά είναι ωραίο» είπε προσπαθώντας να μπουκωθεί όσο πιο πολύ μπορεί και να γεμίσει.
Αφού το είχε συνηθίσει και το χαιρότανε, έκανα νόημα στον Κώστα να της μπουκώσει το στόμα με το καυλί του. Εμείς βγήκαμε από το μουνι της κι ο Μάνος χώθηκε στον κώλο της ενώ εγώ περίμενα. Είχε πάλει συντονιστεί και χοροπηδιότανε όταν ο Μάνος μου έκανε χώρο και χώθηκα κι εγώ στο κωλοσουφρί της. Έκανε κινήσεις να απελευθερωθεί, να ξεφύγει να μας βγάλει από μέσα της αλλά εμείς την κρατήσαμε, δυνατά σταθερά και για ώρα μέχρι που μας συνήθισε. Όταν ο Κώστας της ελευθερωσε το στόμα την είχε πιάσει αμοκ, την είχε πιάσει μανία.
-«Ξεσκίστε τον κώλο μου καργιόληδες, πηγαδιάστε με, ξεκωλιάστε με, ξεπατόστε με!!!! Βάλτε και τ’ αρχίδια σας μέσα. Πηδήξτε με όσο πιο δυνατά μπορείτε πούστηδες….» είχε αλαλοήσει
Εκει που την πηδούσαμε ήρθε ο Μένιος κι εγώ αποτραβήχτηκα, έκανα τσιγάρο κι  έβλεπα το τριπλό γαμήσι που συνεχιζόταν. Δεν ξέρω αν το να μπανίζεις την γυναίκα σου να γαμιέται ή να την γαμάς είναι το πιο ωραίο αλλά εμένα και τα δυο με ξεπερνούσανε σ’ αυτή την φάση. 
Την έχυσαν στην μούρη κι οι τρεις, ντύθηκαν γρήγορα και έφυγαν. 
Με πήρε αγκαλιά με πήγε στο κρεβάτι μου λέει 
-«Τώρα θέλω τα δικά σου χυσια» 
Άναψε τσιγάρο, ρούφηξε τον καπνό και μου τον πήρε τσιμπούκι και τα κάταπιε όλα. 

ΧΑΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Δημοσιεύθηκε από hall@59

Πετούσα από Γερμανία για Κωνσταντινούπολη εγκλωβισμένη σε μια πτήση που με έφερνε σε πολύ  δυσάρεστη θέση μ’ αυτά που συνέβησαν πριν και μ’ αυτά που θα ακολουθούσαν μετά. 
Ας ξεκινήσω από τα πριν. Ζω και μένω στην Αθήνα κι είμαι μεταφράστρια-επιμελήτρια εκδόσεων. Συνεργάζομαι με πολλούς εκδότες σε Ελλάδα κι αλλού στον κόσμο κι εκτός των άλλων, με κορυφαίο οίκο με έδρα το Βερολίνο. Με αυτόν εντολέα και εργοδότη είχα επιμεληθεί την μετάφραση στην τουρκική ενός σπουδαίου επιστημονικού και πολιτιστικού γερμανικού συγγράμματος. Ο οίκος κι ο συγγραφέας λοιπόν επιθυμούσαν την παρουσία μου, μαζί με την απαίτηση του τούρκου χορηγού, χρηματοδότη της έκδοσης, στην παρουσίαση του έργου στην Πόλη. Εδώ ήταν και το πρόβλημα. Εγώ δεν ήθελα με τίποτα να μεταβώ στην Πόλη. Ο ατζέντης μου πίεζε, ο άντρας μου που ήξερε το πρόβλημα έλεγε να αρνηθώ κι εγώ ήμουν μετέωρη και προβληματισμένη. Γιατί; Γιατί δεν ήθελα να βρεθώ στην Πόλη από τότε που μας εκδίωξαν εμένα και την οικογένεια μου, βίαια τα χρόνια που ακολούθησαν τα γνωστά Σεπτεμβριανά. Εκεί γεννήθηκα όπως κι οι πρόγονοι μου. Έφυγα μικρή και δεν ήθελα να ξαναγυρίσω ποτέ. Τουρκικά έμαθα όπως κι άλλες έξι γλώσσες που μιλώ, διαβάζω, γράφω και μεταφράζω. Άλλωστε αυτή είναι η δουλειά μου. Στην Τουρκία πήγα 5-6 φορές αλλά στην Πόλη ποτέ. Δεν μπορούσα. Από την Πόλη είχα κρατήσει μόνο την εικόνα αποχαιρετισμού, θολή μέσα από δάκρυα, καθώς φεύγαμε προς την Ελλάδα πλέοντας στον Βόσπορο κι ακόμα ένα κόμπο στον λαιμό σε κάθε αναφορά του ονόματος της και μόνο. Έναν κόμπο που δεν λυνόταν με τίποτα. Αυτόν είχα και τώρα στο αεροπλάνο κατευθυνόμενη προς αυτή. Δυστυχώς είχα ενδώσει μετά την ρητή συμφωνία ότι θα παραστώ στην συνέντευξη, τύπου και στην παρουσίαση και πουθενά αλλού. Είχα αποφασίσει τον άλλο χρόνο να είμαι κλισμένη στο ξενοδοχείο χωρίς καμιά επαφή με χώρο κι ανθρώπους. Επίσης τις μετακινήσεις θα τις κάλυπτα με μαύρα γυαλιά για να κρύβουν τα κλειστά μάτια. 
Αυτή ήταν η απόφαση μου κι ήμουν προσηλωμένη κι αποφασισμένη σ’ αυτή. Άλλο όμως τι θέλω από τον χρόνο, εγώ κι άλλο τι αυτός κι η στιγμή σου φέρνουν. Πηγαίνοντας προς την πύλη αναχώρησης στο αεροδρόμιο Tegel του Βερολίνου η διερμηνέας της αποστολής έκανε μια μεγαλοπρεπή τούμπα με πιρουέτα και σπαγκάτο και την μαζέψανε με την ambulance. Εκείνη την στιγμή δεν υπήρχε άλλη λύση από το να αναλάβω εγώ το βάρος της διερμηνέως. Πέσανε όλοι πάνω μου με την υπόσχεση ότι θα βρουν διερμηνέα μόλις φτάσουμε. 
Στρεσαρισμένη τελείως με τις υποχρεώσεις, τις αναποδιές, τους εξαναγκασμούς και τα απρόοπτα αναζήτησα διέξοδο,  διαφυγή  κι επιλογή στο φλερτ. Αυτό ήταν πάντα το πιο ασφαλές καταφύγιο για να καταπολεμήσω το στρες και την αγωνία από μικρή ή έστω απ’ όταν συνειδητοποίησα την αγχολυτική και θεραπευτική του ιδιότητα στην εφηβεία. Αυτό δεν σήμαινε και δε σημαίνει ότι το φλερτ οδηγεί ή οδηγούσε πάντα στο κρεβάτι όπου το σεξ έρχεται να ολοκληρώσει την καταπραϋντική διαδικασία. Στην νεότητα, την ενήλικη ζωή και μέχρι το γάμο μου το σεξ και το κρεβάτι σαν συνέχεια του φλερτ ήταν σχεδόν αναπόφευκτο και επιδιωκόμενο μαζί. Το σεξ ήταν κι είναι για μένα αναζωογονητική δύναμη, η μεγαλύτερη, καθαρτήριο της ψυχής του μυαλού και του σώματος. Μετά τον γάμο και την μητρότητα σαν επιλογή άλλαξε μορφή αλλά δεν έχασε τίποτα από τις ιδιότητες και τις δυνάμεις που έχει. Κλονίστηκε μόνο όταν η ασθένεια του άντρα μου του έφερε μη αναστρέψιμη ανικανότητα σαν αντάλλαγμα επιβίωσης. Με την σιωπηρή του συμφωνία όμως επέτρεψε σιγά-σιγά να επανακάμψει σ’ έμενα η θέληση και η ανάγκη να συνεχίζω την απόλαυση της ερωτικής πράξης μ’ άλλους εραστές χωρίς να θίγω την αξιοπρέπεια κι να αμφισβητώ την αγάπη του.
Παγιδευμένη στο αεροπλάνο με σκέψεις και με καταστάσεις που με πίεζαν έψαχνα με τα μάτια να βρω βλέμμα να με μαγνητίσει, μορφή να με τραβήξει και διάθεση για να φλερτάρω. Σάρωνα τα πρόσωπα αλλά ανταπόκριση δεν έβρισκα. Δεν υπήρχε ενδιαφέρον τύπος ούτε διαθέσιμος στο σκάφος. Απογοητευτικά. Μια ζεστή ανδρική φωνή που μου ζητούσε να προχωρήσει στα αγγλικά, με τάραξε. Δεν είχα καταλάβει ότι ήμουν όρθια κι έκλινα τον διάδρομο. Ένας άντρας γύρω στα 40-45 χρόνια με μούσι κι γυαλιά μου χαμογέλασε. Παραμέρισα να περάσει κι έμεινα να τον κοιτώ. Κάθισε και τα μάτια μας ξανασυναντήθηκαν. Χαμογέλασε ξανά ενώ εγώ έδειχνα κεραυνόπληκτη. Κάθισα στη θέση και μόλις συνήλθα γύρισα το κεφάλι και το βλέμμα συναντήθηκε. Η επαφή πήγαινε καλά αλλά πλησιάζαμε στην Πόλη. Κάτι μου θύμιζε η φυσιογνωμία του αλλά δεν μπορούσα να θυμηθώ τι. 
Μ’ αυτά και μ’ αυτά είχα ξεχαστεί λίγο αλλά πατώντας στο έδαφος τα πράγματα έγιναν πολύ πιο δύσκολα. Πήγαμε στο ξενοδοχείο αλλά διερμηνέα της αποστολής δεν είχαν βρει παρά μόνο ξεναγό για τις προγραμματισμένες εκδηλώσεις κι έπρεπε να συνεισφέρω κι εγώ. Τρομοκρατήθηκα. Ευτυχώς μέναμε σε ξενοδοχείο που θα γινόταν κι η συνέντευξη τύπου, στην περιοχή Ζεϊτινμπουρνου, μακριά από το κέντρο και την περιοχή που γεννήθηκα και γνώριζα. Ούτε η περιήγηση της πρώτης μέρας περιλάμβανε την κρίσιμη για μένα περιοχή όμως ο κόμπος ήταν παρών και έντονος. Ανεβαίνοντας στο πούλμαν τον είδα να κάθεται στο δεύτερο κάθισμα να με κοιτά και να μου χαμογελά. Χαμογέλασα κι εγώ και χαιρέτησα κουνώντας ελαφρά το κεφάλι. «Θα έχει μέλλον αυτή η ιστορία» σκέφτηκα αφού ήταν μέλος της αποστολής. Πρέπει να τον είχα δει στις ετοιμασίες στο Βερολίνο αλλά δεν τον πρόσεξα. Ξεκινήσαμε. Κάθε φορά που τα βλέμματα μας συναντιότανε, καθώς εγώ συμπλήρωνα την ξεναγό,  με περνούσε ηλεκτρικό ρεύμα. Όταν γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για βραδινό φαγητό τον είδα στο βάθος παρέα με τους χρηματοδότες και τους ατζέντηδες. Εγώ ήμουνα με τους ανθρώπους της έκδοσης. Δεν ήξερα γλώσσα, εθνικότατα και τι ρόλο έπαιζε στην αποστολή.  Μετά το δείπνο πήγα προς το μπαρ μήπως και φανεί. Μάταια. Ήπια το ποτό μου και πήρα στο ασανσέρ να ανέβω στο δωμάτιο. Λίγο πριν κλείσει η πόρτα ένα χέρι μπήκε στην χαραμάδα και την εμπόδισε. Η πόρτα ξανάνοιξε και παρουσιάστηκε η φιγούρα του γελαστή να με ρωτά στα γερμανικά.
-Μπορούμε να πιούμε ένα ποτό στο μπαρ της οροφής; 
Η πόρτα έκλεισε, το ασανσέρ ξεκίνησε, τα μάτια μας έμειναν επάλληλα χωρίς να κινούνται, οι ανάσες μας ανέβαιναν. Είμαστε μόνοι. Τότε τα χείλη μας ενώθηκαν απότομα σ’ ένα φιλί αρπαχτικό, διεκδικητικό κι ατελείωτο. Δεν ξέρω ποιος όρμησε πρώτος, ήμουν εγώ ήταν αυτός δεν έχει σημασία. Φιλιόμαστε λες κι ήθελε να πάρει ή να κόψει ο καλύτερα κάτι ο ένας απ' τον άλλον. Ξεκινήσαμε και τα χάδια αλλά μας σταμάτησε το κουδούνι του ασανσέρ που έφτασε στον όροφο. Βγήκαμε και χωθήκαμε στο δωμάτιο μου. Δεν προχωρήσαμε καν μέσα, εκεί στο διάδρομο συνεχίσαμε το φιλί πετώντας ο ένας τα ρούχα του άλλου. Θαύμασα το σώμα του ήταν πιο μυώδες απ' ότι υπολόγιζα αρχικά. Κι εγώ όμως είχα να του δείξω ένα κορμί που παρά την ηλικία του διατηρούσε σφρίγος, ζωηράδα, καμπύλες και κίνηση πολύ μεγαλύτερη απ ότι θα περίμενε κάνεις βλέποντας ταυτότητα. Έδειχνα πανθομολογουμένως νεότερη αλλά αισθανόμουν κι έτσι. Δεν βλέπαμε ούτε συλλογιόμαστε αυτά μέσα στην δίνη ενός πάθους που μας είχε κυριεύσει και τους δύο. Φιλούσα και χάιδευα το στόμα, τον λαιμό, τους μυς και το στήθος σαν διψασμένη σ' έρημο που βρήκε νερό κι αυτός ψαχούλευε το σώμα μου, έκανε χτένι στα μαλλιά τα χέρια και τα δάχτυλα του, βουτούσε στον κόρφο μου και ρουφούσε τις ρώγες των βυζιών μου. Το χέρι μου έφτασε πιο χαμηλά από τις λαγόνες και τους γλουτούς του κι ακούμπησε το καυλί του. Τινάχτηκα. Μια μελιτζάνα κρεμασμένη στα σκέλια του ήταν!!!! Προσπάθησα να την πιάσω, να την μαλάξω και να γλιστρήσω να την δω και να την πάρω στο στόμα μου αλλά δεν μ' άφησε. Με σήκωσε στα χέρια, με κόλλησε στον τοίχο, και με μια κίνηση έστησε το θηρίο του στο μουνί κι άρχισε την διείσδυση. ΄Μου κόπηκε η ανάσα. Παρόλο που ήμουνα υγρή αυτό το πράγμα έμπαινε μέσα μου σαν παγοθραυστικό. Προχωρούσε και κατακτούσε κάθε ίντσα του κόλπου μου μέχρι που μπούκωσα τελείως. Φιλιόμαστε λυσσαλέα. Δεν ξέρω αν μπήκε όλο μέσα μου, ξέρω ότι κατάκτησε κάθε χιλιοστό του μουνιού μου κυριολεκτικά. Σφηνωμένη, μεταξύ τοίχου και του σώματος σήκωσα τα πόδια κι αγκάλιασα το κορμί του για να γευτώ την γλύκα ολοκληρωτικά. Έχυσα. Όταν άρχισε να το κουνάει μέσα μου μ' ένα ρυθμό αργό κι ασυνήθιστο που σε κάτι μου έμοιαζε αλλά δεν ήξερα τι, ξανάχυσα.  Έτσι αγκαλιασμένη, τυλιγμένη θα ‘λεγα με το σώμα του με πήγε στο κρεβάτι και συνέχισε. Ξαφνικά βγήκε από μέσα μου κι έχυσε στην κοιλιά μου. Σαν να βγήκε τάπα από μποτίλια αισθάνθηκα και τα υγρά του γεμίσανε, κοιλιά, μπούτια, στήθος μέχρι και στο πρόσωπο φτάσανε. Συνέχισε να με φιλάει μέχρι που ξεγλίστρησα, έπεσα στα γόνατα και του τον πήρα στο στόμα. Απίθανος πούτσος, δεν χόρταινα να τον πιπιλάω καθώς μαλάκωνε από το χύσιμο. Δεν κράτησε πολύ γιατί πήρε ξανά μπρος να καυλώνει. Με σήκωσε έβαλε καπότα και μου τον ξανάχωσε. Τότε κατάλαβα ότι πριν δεν φορούσε καπότα κι ήταν άλλη η αίσθηση. Με μια κίνηση τον έβγαλα από μέσα μου και τον ξεγύμνωσα κι ύστερα τον άφησα να με μπουκώσει πάλι. Πάλι με σκέπασε με το σώμα, τα φιλιά και τα χέρια του. Φαίνεται δεν του άρεσε η επαφή σημείου αλλά η ολοσωματική. Άνοιξα τα πόδια μου στον ουρανό για να τον πάρω όσο πιο βαθιά μέσα μου μπορούσα. Τα νεύρα μου τεντώθηκαν. Οι μυς μου επίσης και το κεφάλι μου έπεσε κάτω από το κρεβάτι από την ένταση και την ηδονή. Αυτός τα ίδια φιλούσε τον λαιμό μου και με πηδούσε, φιλούσε τους ώμους μου και με πηδούσε, φιλούσε τα στήθη μου και με πηδούσε  μ’ αυτόν το περίεργα γνωστό κι άγνωστο ρυθμό. Οι σάρκες μου έτρεμαν σαν τους κάβους και τα σχοινιά πλοίου σε τρικυμία. Τεντωθήκαμε μαζί, συσπαστήκαμε μαζί και χύναμε μαζί. Πήγε να βγει από μέσα μου αλλά κάρφωσα τα νύχια μου στην πλάτη του μαζί με το ουρλιαχτό μου «Μείνεεεε…..»
Έμεινα ξερή κι αποσβολωμένη από την ένταση κι αποκοιμήθηκα. Όταν ξύπνησα δεν ήταν εκεί. Πρόσεξα ένα origami σε σχήμα πεταλούδας που έγραφε πάνω του «Ήταν όνειρο που θα ‘θελα να συνεχιστεί αν συμφωνείς. Emre». Χαμογέλασα. Τουλάχιστον έμαθα το όνομα του. Ετοιμάστηκα και κατέβηκα για πρωινό γιατί στις 11πμ ήταν η συνέντευξη τύπου. Κάθισα με δυο κοπέλες από το γραφείο στο Βερολίνο. Τον είδα στο βάθος της αίθουσας με τον εκδότη και τον χορηγό. Μου χαμογέλασε διακριτικά κι ανταποκρίθηκα. Τώρα ήξερα το όνομα του αλλά δεν ήξερα την εθνικότητα, τη γλώσσα και την ιδιότητα του στην αποστολή. Θυμήθηκα ότι την περασμένη νύχτα μέσα στην κορύφωση της ηδονής, την σύγχυση και την ταραχή των στιγμών μιλούσε τούρκικα ενώ εγώ ελληνικά. Όταν τα λογικά χάνονται επιστρέφουμε στις γενέθλιες βάσεις, τάξεις κι αναφορές. Πρέπει λοιπόν να είναι Τούρκος και τον λένε Emre. Τα άλλα ήταν ακόμη προς διερεύνηση κι εξακρίβωση. Θα βλέπαμε, υπήρχε ακόμα χρόνος. Ήμουν χαρούμενη, ζωντανή και ευδιάθετη. Α! και πεινούσα πολύ. Είχα σιγουριά κι αυτοπεποίθηση για την συνέντευξη και δεν με απασχολούσε τίποτα. Ως εδώ καλά μέχρι που με πλησίασε ο ατζέντης μου με μ’ ένα άνθρωπο της έκδοσης για να μου πουν ότι μετά την συνέντευξη θα ακολουθήσει από την μαρίνα του ξενοδοχείου ταξίδι στην Πρίγκηπο. Από εκεί και μετά την περιήγηση όσοι θέλουν θα διασκεδάσουν σε κέντρο παραδοσιακής μουσικής αποβιβαζόμενοι στο Kabata κι οι άλλοι θα επίστρεφαν στο ξενοδοχείο. Έπρεπε να ακολουθήσω τουλάχιστον το ταξίδι στην Πρίγκηπο γιατί δεν είχαν βρει ακόμη διερμηνέα. Τα έχασα. Δεν μπορούσα να αρνηθώ δεν μπορούσα και να πάω. Δεν άντεχα να δω τα Πριγκιποννήσια κι ας μην είχα πάει ποτέ. Δεν άντεχα να δω την Πόλη από κει. Δεν άντεχα να επαναλάβω την σκηνή του ξεριζωμού ξανά. Ήμουν στριμωγμένη. Ήμουν σε αδιέξοδο. Ψέλλισα ότι είμαι κουρασμένη, ότι πρέπει να ετοιμαστώ για την αυριανή παρουσίαση, ότι με είχαν διαβεβαιώσει ότι δεν θα συμμετείχα σ’ αυτά, αλλά τίποτα δεν έπιασε. Που να τους πω το δράμα μου και πώς να το καταλάβουν Τούρκοι και Γερμανοί μαζί; Αποφάσισα να επικεντρωθώ στην συνέντευξη και μετά θα έβρισκα κάτι για να αποφύγω τον όλεθρο. Να ουρλιάξω, να φωνάξω, να τσακωθώ, να αρρωστήσω, να πνιγώ στην μπανιερά, να πέσω από τις σκάλες, να πέσω στη θάλασσα από το πλοίο, κάτι θα έβρισκα. Απέκτησα την αυτοκυριαρχία μου και μπήκα στην αίθουσα της συνέντευξης σίγουρη κι αποφασισμένη να πάνε όλα καλά. Υπήρχε πολύς κόσμος. Δεν τον περιμέναμε τόσο κόσμο, τουλάχιστον εγώ. Ο διευθύνων της συνέντευξης  κάλεσε στο πάνελ δυο καθηγητές-σχολιαστές, τον εκδότη, εκπρόσωπο του συγγραφέα που δεν ήταν παρόν, την μεταφράστρια δηλαδή εμένα, και τον χορηγό της έκδοσης με τον υπεύθυνο του. Εκεί έφαγα την πρώτη έκπληξη. Ήταν ο  Emre!!!! Κάθισε δίπλα μου όχι κατ’ επιλογή αλλά από την τοποθέτηση που είχαν κάνει οι διοργανωτές. Εκεί έφαγα την δεύτερη έκπληξη. Όταν δόθηκε ο λόγος στον Emre τον άκουσα να μιλά, άκουσα την φωνή του, με τρέλανε απόλυτα. Είχε μια φωνή ζεστή, αργή, υγρή, διευκρινιστική, με άριστη άρθρωση. Χειριζόταν την γερμανική άψογα όπως βέβαια και την τουρκική. Τώρα που τον έβλεπα θυμήθηκα σε ποιον μου έμοιαζε. Έμοιαζε με τον El Professore στο Lacasa del Papel αλλά ποιο αρρενωπός, πιο μυώδης και πιο ψηλός. Όπως φάνηκε ότι δεν ήταν ο οποιοσδήποτε υπάλληλος ή συνεργάτης, ήταν ο υπεύθυνος του τουρκικού οίκου που ήταν χορηγός και συνεκδότης μαζί με τον γερμανικό κολοσσό. Σχεδίαζαν να μεταφράσουν μεγάλα ευρωπαϊκά έργα στην τουρκική γλώσσα αλλά και τούρκικά έργα σε τέσσερεις γλώσσες γερμανικά, αγγλικά, ισπανικά και ρώσικα.  Δεν ήταν μόνο ο υπεύθυνος αλλά ο ανιψιός του βασικού μετόχου και κληρονόμος του. Δηλαδή ο Α2. Εκεί έφαγα και την τρίτη έκπληξη. Από ένα σημείο και μετά κι απ’ όταν όλα πήγαιναν καλά και το άγχος είχε υποχωρήσει η παρουσία του, δίπλα μου άρχιζε να με ερεθίζει. Η συνέντευξη πήγε πολύ καλά, εξαιρετικά θα έλεγα, απαντήσαμε σ’ ότι ερωτήματα τέθηκαν κα λύσαμε όλες τις απορίες. Φεύγοντας μου έπιασε ελαφρά το χέρι και χαμογέλασε. Ανταπέδωσα. Αυτό ήταν υπόσχεση ότι δεν είχαμε τελειώσει. 
Το μυαλό μου γύρισε ξαφνικά όταν ανέφεραν την εκδρομή στα Πριγκιποννήσια, την είχα ξεχάσει όπως και την όποιαν προσπάθεια αποφυγής της. Δεν ήξερα τι να κάνω, δεν ήξερα τι να αποφασίσω όταν ανακοίνωσαν ότι η εκδρομή αναβάλλεται λόγω καιρού κι όποιος θέλει θα μεταβεί στην αγορά του Πέραν κι αργότερα θα πάνε στο κέντρο διασκέδασης. Ανάσανα. Το πούσι του Βοσπόρου είχε λύσει τα προβλήματα μου. Αυτό σήμαινε ότι ήμουν ελεύθερη. Μίλησα λίγο εκεί με τον κόσμο, τον ατζέντη μου κι άλλους κι έφυγα για το δωμάτιο μου να ετοιμαστώ για την αυριανή παρουσίαση στο Πανεπιστήμιο του Cerrah Pasha. Στην ουσία ήθελα να ηρεμίσω από την ψυχική ταραχή που πέρασα. Έκανα ένα μπάνιο, φόρεσα κατάσαρκα ένα μαύρο καφτάνι βεδουίνων που είχα πάρει από το Μαρόκο παλιά  και μου θύμιζε ωραίες μέρες με τον άντρα μου και καυτές στιγμές. Έβαλα κι ένα ποτήρι κρασί, κάθισα σ’ ένα όντα με μαξιλάρια που είχε μπρος το παράθυρο κι άνοιξα για πρώτη φορά τα στόρια να δω την Θάλασσα του Μαρμαρά όχι βέβαια προς την Πόλη αλλά προς τα νοτιοδυτικά προς το νησί Ιρμαλί και την Μπαντριρμά. Δεν έβλεπα βέβαια ίσαμε εκεί, ούτε και καμιά στεριά, γιατί είχε ομίχλη. Μέχρι την μαρίνα μπρος το ξενοδοχείο έβλεπα και λίγο θάλασσα. Έπινα κι έβλεπα ώσπου το μάτι μου ξέμεινε στο κυματισμό του Βοσπόρου. Το ακολούθησα και ταράχτηκα. Ήταν ο ρυθμός που με γαμούσε ο Emre. Καύλωσα. Χάιδεψα ο μουνάκι μου και καύλωσα περισσότερο. Πήρα μια μαξιάρα και την έχωσα στα σκέλια για να τριφτώ και να χύσω. Ανέβαινα, πιάνοντας τα κόκκινα όρια όταν χτύπησε ελαφρά η πόρτα. Σταμάτησα μήπως ήταν λάθος αλλά ξανάκουσα το ίδιο χτύπημα. Άνοιξα και πρόβαλε το κεφάλι του Emre με χαμόγελο στα χείλη και κόκκινο κρασί στα χέρια να ρωτά «Να το πιούμε αυτό, στο κάτω, στο πάνω μπαρ ή αλλού;»
Δε μίλησα τον βούτηξα από τα ρούχα τον έβαλα μέσα κι άρχισα να τον φιλώ. Τώρα θα τον γαμούσα εγώ. Άρχισα να τον γδύνω, αυτός είχε μόνο ρούχα εγώ ένα καφτάνι φορούσα που νε μια κίνηση άφησε όλη την γύμνια μου να φανεί. Φιλιόμαστε και χαϊδευόμαστε παθιασμένα. Με σήκωσε για να με καρφώσει στο καυλί του αλλά εγώ του ξέφυγα. Ήθελα να κάνω εγώ παιχνίδι. Ήθελα να είμαι εγώ η ενεργητική. Ήθελα να του εξερευνήσω και να ξεσηκώσω την πίσω του πλευρά. Όχι δεν ήθελα την σούφρα του δεν μ’ ενδιέφερε. Ήθελα να προκαλέσω και να ερεθίσω την σκοτεινή πλευρά της σελήνης τους. Οι άντρες συνήθως ξέρουν και συμμετέχουν στο σεξ με τις ερωτικές περιοχές της μπροστινής τους πλευράς στήθη, πούτσο, χείλη αρχίδια χέρια κλπ. Δεν βάζουν ποτέ στο παιχνίδι τις περιοχές  πίσω τους πλευράς ή το αγνοούν ή το φοβούνται. Όμως η πίσω όψη είναι γεμάτη ερωτογενείς ζώνες και σημεία που μπορούν να τους δώσουν αξεπέραστη ηδονή. Ο εραστής μου ήθελε τα τετράμηνα αλλά εγώ ήμουν αποφασισμένη για την αποκάλυψη. Έγινε ‘μάχη’ και τελικά βρέθηκε μπρούμυτα στο κρεβάτι μ’ έμενα να τα έχω απλώσει όλο μου το γυμνό μου κορμί στην ράχη του, τα του φιλώ τον λαιμό πίσω από το αυτί και να κατεβαίνω. Να φιλώ, να γλείφω και να δαγκώνω ελαφρά τους μυς, τον λαιμό, τους ώμους, τις πλάτες, τα πλευρά και να τρέχω την γλώσσα μου σ’ έναν, έναν τους σπονδύλους της ραχοκοκαλιάς του μέχρι την χαράδρα του κώλου του. Ανατρίχιασε. Το ξανάκανα αντίστροφα μέχρι το αυτί ανατρίχιασε και πάλι. Έστρεψα το σώμα μου να κοιτώ προς τα πόδια και το έσυρα πάνω του. Τα χείλια μου άγγιξαν τους γλουτούς του και κατέβηκαν προς τα κάτω μέχρι την πτέρνα. Η γλώσσα μου έπαιζε παιχνίδι με τους μυς του. Ανέβαινε, από τον αχίλλειο, στην γάμπα, στην λακκούβα πίσω από το γόνατο, τον μηρό και μετά στο άλλο πόδι. Έτρεμε. Έβαλα το χέρι από πίσω και χούφτωσα τον πούτσο του που ήταν έτοιμος να σκάσει. Τον μάλαξα και τον άρμεγα σαν τα μαστάρια της γελάδας γλείφοντας και φιλώντας το εσωτερικό των μηρών χωρίς να ακουμπώ το καυλί ή τ’ αρχίδια. Υπάρχει μία περιοχή από εκεί που τελειώνει η σακούλα των αρχιδιών μέχρι την σούφρα. Μικρή αλλά όλοι οι άντρες τρελαίνονται αν τους την γλύψεις. Μπούκωσα με τα αρχίδια του κι ύστερα κατέβηκα σ’ αυτήν την περιοχή και την έπαιξα με την γλώσσα. Έχυσε στο χέρι με σπασμούς και βογγητά. Μόλις συνήλθε και πήρε ανάσες όρμησε να με γαμήσει θέλοντας να ανταποδώσει την  ηδονή. Αφέθηκα παθητικά να με κάνει ότι ήθελε. Με πηδούσε μανιασμένα. Όχι δεν με πηδούσε σαν κομπρεσέρ, δεν με πηδούσε σαν να ήθελε να με λιώσει. Με τον ίδιο ρυθμό με πηδούσε, τον ρυθμό του Βοσπόρου, αλλά με πηδούσε σαν κάτι να ήθελε να αποδείξει, να ανταγωνιστεί, να ξεπεράσει, να δώσει κάτι απ’ ότι του είχε δοθεί.  Με πηδούσε αλλάζοντας στάσεις, κατευθύνσεις και χώρους. Με πήδηξε στο κρεβάτι, στο πάτωμα, στο μπάνιο, στον οντά. Με πήδηξε, ανάσκελα, μπρούμυτα, καθιστά, όρθια και πλαγιαστά μέχρι που δεν άντεχα ούτε εγώ ούτε αυτός τις κορυφώσεις, τους οργασμούς και τις εκσπερματώσεις. 
Ξύπνησα μόλις που πήρε να χαράζει. Τον είδα σκυμμένο στο μικρό γραφειάκι απέναντι και πλάι να ασχολείται με την χαρτοδιπλωτική. Έφτιαχνε ένα καινούριο origami. «Μη γράψεις κάτι πάνω του, το χαλάς» είπα και πλησίασα. Τον φίλησα στον λαιμό και την πλάτη από πίσω. Πράγματι έφτιαχνε, με μπλέ χαρτί, ένα origami σαν πουλί. Ήξερε την τέχνη καλά και την χειριζόταν με μεγάλη ακρίβεια και λεπτότητα. Τον καβάλησα και κάθισα ανάμεσα σ’ αυτόν και το έργο του. Συνέχισα να τον φιλώ στο στόμα πια. Γρήγορα κατάλαβα ότι το τέρας ξύπνησε και πολιορκούσε να περάσει από την πύλη στα βάθη. Ανασηκώθηκα και τον πήρα. Τα κορμιά άναψαν ξαφνικά κι απότομα σαν φλόγα. Κολλούσαμε κι απομακρυνόμαστε σαν τα στάχια που τα στάχια που τα φυσά ο άνεμος. Έκανα το κορμί μου τόξο και γέφυρα προς τα πίσω και δέχτηκα τα υγρά του με ορμή κι έσμιξαν με τα δικά μου. Μόλις πήραμε ανάσες χωρίσαμε γιατί αν μπαίναμε στο μπάνιο μαζί θα χάναμε την παρουσίαση. Τον είδα στο πρωινό και στο πούλμαν για το Πανεπιστήμιο. Κάθισε δίπλα μου και μιλούσαμε για την παρουσίαση. Επιφανειακά, υπόγεια βράζαμε. Η παρουσίαση ήταν ζόρική. Ήταν πιο δύσκολα από την συνέντευξη τύπου γιατί είχαμε να κάνουμε με καθηγητές και εμπειρογνώμονες τόσο της έκδοσης όσο και του περιεχομένου του συγγράμματος. Τελικά όλα πήγαν καλά και κερδίσαμε ένα δύσκολο κοινό. Εκεί που δεχόμασταν χαιρετούρες και συγχαρητήρια με πλησίασε και μου ψιθύρισε στο αυτί. «Λάμπεις, ήσουν καταπληκτική». Χαμογέλασα. Γρήγορα όμως με έπιασε μεγάλη αναταραχή και θλίψη. Υπήρξε πρόταση κι έγινε δεκτή να γευματίσει όλη η αποστολή με τους τούρκους συνεργάτες σε φημισμένο restaurant απέναντι από την γέφυρα του Γαλατά. Προφασίστηκα ασθένεια κι έφυγα για το ξενοδοχείο με ταξί. Παρά τις πιέσεις και του Emre έμεινα ανένδοτη. Ούτε να με συνοδεύσουν δέχτηκα. Τους άφησα με την απορία της στάσης μου. Τι να τους εξηγήσω και τι να καταλάβουν δηλαδή; Ότι μου είναι αδύνατο τα γευματίζω απέναντι από την γη και την γειτονιά που γεννήθηκα και με ξερίζωσαν άδικα κι αναίτια πολιτικοί και πολιτικές;  Τσάμπα κόμπος. Έφαγα στο ξενοδοχείο, κοιμήθηκα και στην τελική συνάντηση στης εκδοτικής ομάδας στις 7:30 μμ, ήμουνα παρούσα και σε καλή κατάσταση. Η σύσκεψη κράτησε κανένα δίωρο και τελείωσε αφήνοντας μας ελεύθερους να αναχωρήσουμε για τους προορισμούς. Εγώ θα πετούσα την επομένη για Βερολίνο να μείνω στην κόρη μου που σπούδαζε εκεί 2-3 μέρες και μετά θα πήγαινα Αθήνα. Φεύγοντας κάποια στιγμή με πλησίασε ο Emre 
«Πάμε έξω για κανένα ποτό ή θα μας αφήσεις όπως το μεσημέρι»
Ήμουν κοντά στο ασανσέρ. Τον βούτηξα τον έχωσα μέσα κι έκλεισε η πόρτα. Του όρμησα όχι για να το πηδήξω. Έβαλα το ένα χέρι στο πέτο του και με το άλλο δείχνοντας είπα.
«Εκεί που φάγατε γεννήθηκα. Εκεί σκοτώσαν τα παιδικά μου, με ‘διωξαν και ξερίζωσαν εμένα και την φαμίλια μου και θέλατε να τρώγω απέναντι; Ο Χέρμπερτ (εκδότης) κι ο θείος σου, είχαν υποσχεθεί με λόγο ότι θα έπαιρνα μέρος μόνο στην συνέντευξη και στην παρουσίαση κι όχι σε δείπνα, περιηγήσεις και γεύματα. Με πούλησαν. Πόσο άλλο θα κάνω την μαϊμού;»
Ήμουν θυμωμένη φανερά και δεν το έκρυβα. Αυτός ήταν αποσβολωμένος. Σήκωσε τα χέρια ψηλά σαν να παραδινόταν και ψέλλισε ήξεραν. 
«Respect…. Συγνώμη δεν ήξερα, εγώ είπα να πάμε για ποτό οι δυο μας…»
«Δεν θέλω ούτε ποτό ούτε φαί, ούτε πήδημα. Ναργιλέ θα θελα για να χαθώ και να λουφάξω στην συννεφιά του».
Δεν το είπα στα σοβαρά αλλά για να μου φύγει ο θυμός κι η πίκρα. Αυτός όμως με έπιασε απαλά από το χέρι κι είπε παρακλητικά
«Ξέρω ένα τέτοιο μέρος μακριά από το κέντρο, από την  άλλη μεριά πάμε;»
Ο θυμός κάλμαρε και συναίνεσα. Σε λίγο μπαίναμε σ’ ένα περίεργο μέρος με καπνούς, κόσμο αμίλητο, χαμηλά φώτα κι υπόκωφη μουσική της ανατολής. Εμείς περάσαμε μετά από συνεννόηση του Emre σ’ ένα δωμάτιο με κουρτίνες, σοφράδες και μαξιλάρες παντού. Prive ήταν όπως μου εξήγησε και θα μας ενοχλήσει κανείς. Παράγγελλε δυο ναργιλέδες κι ο ατρικλίνης μας τους έφερε. Με τις πρώτες 2-3 ρουφηξιές καλμάρισα. Παραμέρισαν οι εντάσεις, η κούραση και τα ψυχοπλακώματα. Σε λίγο χαζολογούσαμε και παίζαμε με τις μπουρμπουλήθρες και τα μαρκούτσια. Μου έδινε οδηγίες και συμβουλές πως να το χρησιμοποιώ κι εγώ τον έλεγα γιούζμπαση. Η ατμόσφαιρα έγινε ερωτική κι αισθησιακή. Έπαιρνα το μαρκούτσι στο στόμα, άφηνα υπονοούμενα κι άρχισα να χαϊδεύομαι προκαλώντας τον. Αρχίσαμε τα φιλιά και τα χαμουρέματα και βρέθηκα να φουμάρω και να τον ρουφάω ταυτόχρονα, όχι το μαρκούτσι αλλά τον πούτσο. Με πηδούσε και ρουφούσα, με πηδούσε και ρουφούσε από το δικό μου μαρκούτσι. Ξεφύγαμε. Με φιλούσε στον λαιμό, το μπούστο, τις ρώγες, την κοιλιά, τις λαγόνες κι εγώ φούμαρα. Ξαφνικά έσκυψε και φίλησε μανιασμένα το μουνί. Το έγλυψε κι έχωσε την γλώσσα του μέσα. Τρελάθηκα γιατί δεν το περίμενα, γιατί το έκανε τέλεια, γιατί ήταν αφύσικο για Τούρκο, γιατι με τελείωσε. Χαθήκαμε, στις ηδονές και τις απολαύσεις.
Ξύπνησα πότογμα και ταραγμένα. Ήμουνα στο ξενοδοχείο κι o Emre κοιμόταν δίπλα μου μπροούμυτα κι ασάλευτα. Μόνο η αναπνοή του ακουγόταν ελαφρά. Σηκώθηκα μάζεψα γρήγορα κι ήσυχα τα πράγματα μου κι έφυγα για το αεροδρόμιο. Πετούσα για Βερολίνο το απόγευμα αλλά έφευγα. Εξακολουθούσα να είμαι τρομοκρατημένη. Στο αεροδρόμιο βρήκα μια πτήση για Βουδαπέστη που έφευγε σε λίγο άλλαξα το εισιτήριο μου με χασούρα και την πήρα. Ήθελα να απομακρυνθώ και να φύγω το συντομότερο. Ήθελα να φύγω μακριά από τα τραύματα και τα συναισθήματα που μου προκαλούσε ο τόπος. Ήθελα να φύγω και να απομακρυνθώ από μια σχέση που από σαρκική μπολιαζόταν με χρώμα, οσμή, αρώματα και συναίσθημα. Μια σχέση που έβαζε την οικογενειακή μου γαλήνη και την ψυχική μου ισορροπία σε δίλλημα κι αμφισβήτηση. Τρομοκρατήθηκα γιατί το μέλι μπορεί να γίνει χειρότερο απ' το δηλητήριο. Πριν βάλω το κινητό σε λειτουργία πτήσης έστειλα μήνυμα στον ατζέντη μου που τον παρακαλούσα εκ μέρους να ζητήσει συγνώμη γι αυτήν μου την φυγή. Σοβαροί κι έκτακτοι οικογενιακοί λόγοι ήταν η δικαιολογία. Στην Βουδαπέστη καθόμουν σε μπαρ μιας κι είχα πολλές ώρες για να πετάξω για Αθήνα. Οι δικοί μου ήξεραν την αλλάγη του προγραμμάτος, τον τοπο που βρισκόμουνα αλλά δεν ήξεραν τον χρόνο επιστροφής. Ούτε το λόγο ήξεραν γιατί ήταν κρυμένος πίσω από την γενικότητα, δουλειά. Τι να πω δηλαδή και πως να βαλω τάξη στην αναστάτωση. Τον φόβο να παραδεχτώ μια ικανοποιηση που μπορεί και να έφερνε την καταστροφή. Αυτή την σπίθα έπρεπε να την καταστρέψω πρώτη εγώ, να την ψευτίσω να την εκχυδαίσω. Η πουτανιά του σώματος έπρεπε να προστατέψει το ανακάτεμα και την αμφιβολία της ψυχής. Έτσι την έπεσα στην ψύχρα σε 2-3 νεαρούς γύρω στα 25 χρόνια, που κάθονταν πλάι μου και φύγαμε για ένα ξενοδοχείο εκεί δίπλα. Τελικά ήταν τέσσερεις. Επί έξι περίπου ώρες πε πηδούσανε με όλους τους τρόπους και σ’ όλες τις στάσεις. Δεν λέω ότι δεν ήξερα αυτές τις μορφές και τους τρόπους όχι στην διάρκεια του έγγαμου βίου αλλά πριν, πρέπει όμως να ομολογήσω ότι δυο επιβήτορες ταυτόχρονοι στην πίσω τρύπα δεν τους είχα ξαναδεχτεί. Κάποια στιγμή ήταν κι τέσσερεις μέσα μου μπροστά, πίσω πάνω. Τα υγρά μας ρέανε χωρίς φειδώ κι εγκράτεια. Με λιώσανε κυριολεκτικά για να μου πετάξουν μακριά τις αμφιβολίες και τις σκέψεις. Δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου από το καταχτύπι. Δεν μπορούσα να μιλήσω από τα συνεχόμενα τσιμπουκολάρυγγα. Η μια μου μασέλα τράβαγε στην Δύση κι άλλη στην Ανατολή. Δεν μπορούσα να καθίσω από το ατελείωτο ξεκώλιασμα. Σύρθηκα για να φτάσω μέχρι το αεροπλάνο για Αθήνα. Ευτυχώς με βοήθησαν κι νεαροί. Ήταν τζέντλεμαν. Όταν έφτασα τελικά στον προορισμό μου πήγα στο Sofitel κι έμεινα δυο μέρες πριν παρουσιαστώ στον άντρα μου και κουρνιάσω στην αγκαλιά του. Στην κόρη μου στο Βερολίνο θα πάω τον επόμενο μήνα.